Ωστόσο, παρά τις υψηλές πρσδοκίες της Αθήνας, η επίσκεψη της καγκελαρίου Merkel στην Αθήνα είναι εθιμοτυπική και έπεται των επαφών που είχε η καγκελάριος με τον πρόεδρο της Τουρκίας Recep Tayyip Erdogan, κατά την πρόσφατη επίσκεψη της (16 με 17 Οκτωβρίου) στην Κωνσταντινούπολη, οι οποίες επιβεβαίωσαν τους ισχυρούς εμπορικούς και επιχειρηματικούς δεσμούς με την Τουρκία.
Ισχυροί εμπορικοί και επιχειρηματικοί δεσμοί με την Τουρκία
Η Μerkel επιβεβαίωσε τους ισχυρούς εμπορικούς και οικονομικούς δεσμούς, οι οποίοι είναι αυτοί που καθορίζουν άλλωστε την υποστηρικτική της στάση απέναντι στην Άγκυρα, παρά τις προκλήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο.
Κατά τη συνάντηση αυτή η Merkel έπλεξε το εγκώμιο του Erdogan για το ρόλο του στη διαχείριση του προσφυγικού, υποστήριξε πως η Τουρκία είναι μέλος του ΝΑΤΟ και παίζει κεντρικό ρόλο για την ΕΕ στον αγώνα κατά της παράνομης μετανάστευσης ενώ επιβεβαίωσε τους πολύ ισχυρούς εμπορικούς και οικονομικούς δεσμούς της Γερμανίας με την Τουρκία.
Σημειώνεται πως η Γερμανία κατέλαβε την πρώτη θέση στις εξαγωγές της Τουρκίας, οι οποίες ανέρχονται σε 15,9 δισεκατομμύρια δολάρια καθώς και την πρώτη θέση στις εξαμηνιαίες εξαγωγές της Τουρκίας το 2021, ενώ έχει άμεσες επενδύσεις 19,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην Τουρκία, που αντιστοιχεί στο 14% των διεθνών άμεσων επενδύσεων στην Τουρκία.
Είναι χαρακτηριστικό πως περισσότερες από 7.600 γερμανικές εταιρείες δραστηριοποιούνται στην Τουρκία.
Παράλληλα η Γερμανία κατέχει τη δεύτερη θέση μετά την Κίνα στις εισαγωγές της Τουρκίας, εισάγοντας κυρίως αυτοκίνητα, μηχανήματα, πλεκτά ρούχα και ηλεκτρικές συσκευές.
Δεν είναι μόνο ο τομέας των επενδύσεων στον οποίο το Βερολίνο παρέχει στήριξη στην Τουρκία και αυτή έχει εκφραστεί πολλαπλώς, όπως συνέβη και στην επίσκεψη της Merkel στην Κωνσταντινούπολη το Σάββατο 16/10/2021.
Στη συνέντευξη Τύπου με τον Erdogan, η Merkel αναφέρθηκε στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Η Γερμανίδα καγκελάριος τόνισε, πως πρέπει να συνεχιστεί ο διάλογος μεταξύ των δύο πλευρών και αυτό το μήνυμα αναμένεται να μεταφέρει και στην Αθήνα κατά τη συνάντηση, που θα έχει με τον Έλληνα πρωθυπουργό.
Η υποχωρητικότητα και ο ρόλος του διαμεσολαβητή
Η στάση της καγκελαρίου απέναντι στον τούρκο πρόεδρο δεν έπαψε να δίνει λαβές για ειρωνικά σχόλια και κριτική από τα ΜΜΕ και την αντιπολίτευση. Η ίδια απαντούσε πάντα ότι η Τουρκία είναι ένας δύσκολος αλλά πολύ σημαντικός εταίρος και ότι είναι προτιμότερο να συζητούμε παρά να απομονωνόμαστε.
Το αποτέλεσμα των συζητήσεων είναι ασφαλώς στην κρίση του καθένα, αλλά κυρίως της επόμενης γερμανικής κυβέρνησης. Τα τελευταία χρόνια η κυρία Μέρκελ ήταν κάποιες φορές η μόνη που διατηρούσε την ψυχραιμία της με τα καμώματα του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Όχι επειδή τον συμπαθούσε.
Η πολιτική, κοινωνική - και οικονομική - κουλτούρα των δύο ηγετών δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο.
Η τουρκική προκλητικότητα στο Αιγαίο βρήκε πέρυσι το Βερολίνο σε ρόλο διαμεσολαβητή μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας και κατέστησαν επιβεβλημένη την απρόθυμη έστω εγκατάλειψη της πολιτικής ίσων αποστάσεων.
Η γερμανική κυβέρνηση γνώριζε καλά τον ρόλο της Τουρκίας στο Αιγαίο, στην ανατολική Μεσόγειο, στα θέματα κράτους δικαίου.
Υπό την Angela Merkel όμως προσποιήθηκε συχνά πως δεν έβλεπε και δεν άκουγε.
Ίσως διότι μόνο έτσι μπορούσε να διατηρεί διαύλους επικοινωνίας ανοιχτούς - και τους πρόσφυγες μακριά από τα σύνορά της.
Η υποχωρητική στάση της γερμανικής κυβέρνησης έναντι της Άγκυρας επιβεβαιώθηκε και στην περίπτωση της Διάσκεψης του Βερολίνου για τη Λιβύη, τον Ιανουάριο του 2020, όταν η Ελλάδα αποκλείστηκε από τον κατάλογο των συμμετεχόντων, παρά τα συμφέροντα και τον ρόλο της στην περιοχή.
Οι δικαιολογίες των διοργανωτών δεν έπεισαν την Αθήνα, η οποία «είδε» τουρκικό δάκτυλο στο θέμα και εξέφρασε έντονα τη δυσαρέσκειά της.
Τι θα αλλάξει με τη νέα γερμανική κυβέρνηση
Εκτός απροόπτου, στην επόμενη γερμανική κυβέρνηση θα συμμετέχουν πολιτικές δυνάμεις που άσκησαν συστηματικά κριτική στη Merkel για την πολιτική της έναντι της Τουρκίας, με σημείο αιχμής την πώληση στρατιωτικού εξοπλισμού στην Άγκυρα.
Μένει να αποδειχθεί αν αυτή η κριτική θα αποτελέσει τη βάση για αλλαγή πολιτικής, ή αν θα αλλάξουν απλώς οι διατυπώσεις και ο τόνος, με την ουσία να παραμένει ίδια.
Ανάλογα ερωτήματα υπάρχουν επίσης για το ζήτημα της διεκδίκησης πολεμικών επανορθώσεων από την ελληνική πλευρά.
Το αίτημα επανέρχεται τακτικά, με τη γερμανική κυβέρνηση να απαντά - σχεδόν μηχανικά - ότι «το θέμα είναι νομικώς και πολιτικώς λήξαν».
Μένει έτσι ένα «αγκάθι» στις σχέσεις των δύο χωρών.
Σχόλια αναγνωστών