Η πρεμιέρα της διοργάνωσης που έφερε το πρώτο μεγάλο τρόπαιο του ομαδικού ελληνικού αθλητισμού.
Πέρασαν κιόλας 34 χρόνια από την έναρξη του Ευρωμπάσκετ '87. Τη διοργάνωση που ανέλαβε η χώρα μας με κύριο στόχο την οργανωτική επιτυχία, αλλά που έμελλε να φέρει το πρώτο μεγάλο αθλητικό τρόπαιο σε ομαδικό άθλημα, απογείωσε το μπάσκετ και έβγαλε ενωμένους τους Έλληνες στο δρόμο.
Ήταν Τετάρτη 3 Ιουνίου 1987 όταν άνοιξαν οι πύλες του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας για να υποδεχτούν τις αποστολές των 12 φιναλίστ και τους Έλληνες φιλάθλους. Ο κόσμος ήταν επιφυλακτικός και δεν γέμισε τις κερκίδες, διατηρούσε όμως μια αισιοδοξία για μια θετική πορεία της Εθνικής λόγω και των αποτελεσμάτων της έναν χρόνο πριν, στο Μουντομπάσκετ 86 της Ισπανίας.
Η τελετή έναρξης
Σε οργανωτικό επίπεδο, τα πάντα έπρεπε να λειτουργούν στην εντέλεια, καθώς το τουρνουά αποτελούσε crash test για τη χώρα μας στην προσπάθεια της να διεκδικήσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1996. Σε αυτό τον στόχο άλλωστε αναφέρθηκε ο τότε Υφυπουργός Αθλητισμού, Σήφης Βαλυράκης, στον εναρκτήριο λόγο του που ακολούθησε μίας λιτής τελετής με παραδοσιακούς χορούς.
Η πρεμιέρα της Εθνικής
Στο στρατόπεδο της Εθνικής, όλοι κρατούσαν ένα χαμηλό προφίλ. Ο προπονητής μας, Κώστας Πολίτης, δήλωνε στον ημερήσιο τύπο ότι στόχος μας ήταν η πρόκριση στην επόμενη φάση, στους αγώνες νόκ άουτ. Μετά θα ήταν όλα πιθανά. Γρήγορα, όπως αποδείχθηκε, αυτοί οι στόχοι θα αναθεωρούνταν.
Στον εναρκτήριο αγώνα της, η Ελληνική ομάδα δεν άφησε πολλά περιθώρια αμφισβήτησης στους Ρουμάνους που άλλωστε ήταν μια ομάδα μετρίων δυνατοτήτων. Με τον Νίκο Γκάλη να δείχνει από νωρίς τις άγριες διαθέσεις του και με όπλο τον αιφνιδιασμό, η Εθνική ομάδα προηγήθηκε με 6-0 και 11-2. Οι αντίπαλοι μας, εκμεταλλευόμενοι την κακή αγωνιστική ημέρα του αρχηγού μας Παναγιώτη Γιαννάκη και το άγχος της πρεμιέρας, πέτυχαν να φέρουν το ματς στα ίσια (21-21) στο πρώτο ημίχρονο.
Η κυριαρχία του Παναγιώτη Φασούλα κάτω από τα καλάθια,η καλή απόδοση του Φάνη Χριστοδούλου στην άμυνα και ένα επιθετικό κρεσέντο του Γκάλη στα τελευταία λεπτά, έφεραν τη διαφορά στους έντεκα πόντους (60-49), αποκαθιστώντας έτσι τις ισορροπίες, σε ένα κατά τα άλλα, μέτριο πρώτο εικοσάλεπτο.
Με την έναρξη του δευτέρου ημιχρόνου η ομάδα μας βγήκε με την απαραίτητη σοβαρότητα και με ανεβασμένη απόδοση κατάφερε να περιορίσει τους Ρουμάνους (που είχαν εξαντλήσει τα όποια αποθέματα δυνάμεων τους), σε ρόλο κομπάρσου. Οι τρεις αλλαγές που είχε κάνει νωρίτερα ο Κώστας Πολίτης (Καμπούρης, Σταυρόπουλος και Ιωάννου), είχαν δώσει πνοή και έδιωξαν το όποιο άγχος.
Το υπόλοιπο του αγώνα είχε διαδικαστικό χαρακτήρα, με τη διαφορά να εκτοξεύεται στο τέλος, στους 32 πόντους (109-77). Πρωταγωνιστές της επικράτησης ο Γκάλης με 44 πόντους (90% στις ελεύθερες βολές και 67% στα σουτ δυο πόντων) και ο Φασούλας με 20 πόντους και 15 ριμπάουντ. Αν δεν υπήρχε και ο ελαφρύς τραυματισμός του Μέμου Ιωάννου (διάστρεμμα), θα μιλούσαμε για το ιδανικό ξεκίνημα.
Πλέον όλοι είχαν στραμμένο το βλέμμα τους στον επόμενο αγώνα εναντίον της Γιουγκοσλαβίας. Το τεχνικό επιτελείο της Εθνικής δήλωνε ευχαριστημένο μόνο από την απόδοση του Β’ ημιχρόνου σε άμυνα και επίθεση, κρατώντας χαμηλούς τόνους.
Πιο προφητικός για την πορεία της Ελλάδας όμως αποδείχθηκε ο Σοβιετικός, Βαλερί Τιχονένκο. Μετά τη νίκη της ομάδας του στο ντέρμπι της πρώτης ημέρας, απέναντι στη Γιουγκοσλαβία δήλωνε: «Με ρωτάτε όλοι εάν θα κερδίσουμε τους Γιουγκοσλάβους στον τελικό. Όμως, εγώ πιστεύω ότι θα παίξουμε με τους Έλληνες…». Αυτός πραγματικά έβλεπε μπροστά!
Πάνος Δημητρίου
Σχόλια αναγνωστών