Γράφει ο Αργύρης Κωστούρος
Μέχρι τότε, οι ελληνικές ομάδες φιλοξένησαν στο δυναμικό τους, όσο τους επέτρεπαν οι περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες τους, αρκετούς ξένους ποδοσφαιριστές που είχαν διαγράψει μία αξιόλογη πορεία, τόσο στα πρωταθλήματα των χωρών τους, όσο και με τις εθνικές τους ομάδες.
Η τελευταία ημέρα των μεταγραφών, επιφύλασσε και τη μεγαλύτερη έκπληξη που την έκανε πιο ηχηρή, διότι δεν προερχόταν από τα ισχυρά και κατεστημένα «τζάκια» του ποδοσφαίρου μας, αλλά από έναν μικρομεσαίο πληβείο που έδινε την μάχη της επιβίωσης στον σκληρό κόσμο του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ο Απόλλων Αθηνών, οπως ελεγαν τότε τον Απόλλωνα Σμύρνης, με προσωπικές ενέργειες του (εμβληματικού και ισόβιου) προέδρου της ΠΑΕ Κώστα Αλαμάνου, φέρνει αιφνιδιαστικά στην Ελλάδα τον 30χρονο Ολλανδό εξτρέμ της PSV Αϊντχόβεν και της Εθνικής Ολλανδίας, φιναλίστ του Μουντιάλ του 1974 και 1978 Ρένε Φαν Ντε Κέρκοφ!
Ήταν μετακινηση με συμβόλαιο διάρκειας 1+2 χρόνια. Μια μεταγραφή που δημιούργησε αίσθηση, στον ποδοσφαιρικό μικρόκοσμο μας, από μία ομάδα που η ρότα του σκάφους του ήταν να παλεύει κάθε χρόνο με τους υφάλους του υποβιβασμού.
Η αλλαγή φιλοσοφίας και τα μεγάλα σχέδια!
Τι είχε συμβεί στην «Ελαφρά Ταξιαρχία» εκείνο το καλοκαίρι; Ο Αλαμάνος άλλαξε φιλοσοφία, αποφασίζοντας να κρατήσει όλους τους παίκτες στο δυναμικό της ομάδας, εκτός από τον Κώστα Αντωνίου που επέστρεφε από τον δανεισμό του στον Παναθηναϊκό οπου έκανε μεγαλη καριέρα! Παράλληλα, προσλαμβάνει τον Ολλανδό τεχνικό Μπερτ Τοϊνισεν, που είχε μάθει τα μυστικά της προπονητικής από τον μεγάλο Φράντισεκ Φάντρονκ δημιουργό της μεγαλης ΑΕΚ του Λουκά Μπάρλου. Ταυτόχρονα ο Αλαμάνος απέρριπτε την περίπτωση του Λάκη Πετρόπουλου, ο οποίος όμως ανέλαβε την ομάδα μετά την απόλυση του Τοϊνιζεν .
Η επιρροή του νέου τεχνικού του Απόλλωνα, καθώς και οι κακές σχέσεις του με τον Τάϊς Λίμπρεχτς, προπονητή του στην Αϊντχόβεν, επηρέασαν καταλυτικά στην απόφαση του Ρενέ Φαν Ντε Κέρκοφ να παίξει στην Ελλάδα, απορρίπτοντας δελεαστικές, οικονομικά, προτάσεις αρκετών συλλόγων των προηγμένων ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων, αλλά και μιας ομάδας από το Χονγκ Κονγκ με σπόνσορα πολυεθνική εταιρεία ρολογιών.
Ο Ρενέ ήταν ο διδυμος αδελφός του Βίλυ. Από το 1970 έως το 1983, εκτός από την κοινή παρουσία τους στους «Οράνιε», αγωνίστηκαν στην Τβέντε μέχρι το 1973 και για μία δεκαετία (1974-1983) στην Αϊντχόβεν, όπου εκτός από την κατάκτηση της Eredivisie, σήκωσαν το 1978 το Κύπελλο UEFA με αντίπαλο την Μπαστιά. Συμμετείχαν σε δύο Παγκόσμια Κύπελλα (1974,1978) ενώ ο Ρενέ μέχρι το 1983 είχε φορέσει 48 φορές την πορτοκαλί φανέλα .
Στην παρουσίαση του παίκτη, που έγινε σε ξενοδοχείο του Λυκαβηττού, οι ιθύνοντες του Απόλλωνα, με επικεφαλής τον Κώστα Αλαμάνο, δεν αναφέρθηκαν στο κόστος της μεταγραφής, αλλά σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες από την Ολλανδία, η Αϊντχόβεν εισέπραξε 20.000 δολάρια, που αντιστοιχούσαν τότε σε 1.600.000 δρχ, ενώ ο Κέρκοφ έβαλε στην τσέπη 15 εκ. δρχ, κάτι που δεν θα γινόταν εάν έπαιρνε μεταγραφή στο Campionato ή την Bundesliga, καθώς σε μία τέτοια περίπτωση, η ολλανδική ομάδα θα έβαζε στα ταμεία της περισσότερα χρήματα και λιγότερα ο παίκτης.
Ο Φαν Ντε Κέρκοφ, που συνοδευόταν από τη σύζυγο του Άννυ, δέχθηκε να απαντήσει με ευγένεια στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων. Αρχικά, είπε πως τον κύριο ρόλο στη μεταγραφή του έπαιξε ο Ολλανδός προπονητής Τοϊνισεν, το υψηλό κίνητρο να αγωνιστεί σε ένα πρωτάθλημα όπου βρισκόταν σε σταδιακή άνοδο, αλλά και το ότι θα αγωνιζόταν σε μία ομάδα με τεχνικά χαρίσματα και ένδοξη ιστορία που ξεκινούσε από τα τέλη του 19ου αιώνα. Επίσης, αναφέρθηκε και στην παρουσία του Άρνε Ντόκεν, τον οποίο γνώριζε καλά, πιστεύοντας στην αγαστή και ομαλή συνεργασία τους στην επίθεση της ομάδας, στην προσπάθεια που θα έκανε για την εξασφάλιση μιας θέσης στα Κύπελλα Ευρώπης, άσχετα εάν ο στόχος ήταν απίθανό να πραγματοποιηθεί, καθώς εκείνη τη σεζόν, η Ελλάδα θα έστελνε μόνο τον 2ο της βαθμολογίας στο Κύπελλο UEFA.
Αξίζει να αναφέρουμε πως ο Κώστας Αλαμάνος φρόντισε να εξασφαλίσει και την φοίτηση των δύο παιδιών του Ρενέ, πληρώνοντας τα δίδακτρα ενός έτους σε ένα Ολλανδικό σχολείο των Αθηνών, μία κίνηση που έπαιξε σημαντικό ρόλο στις αποφάσεις της οικογένειας!
Άνθρακες ο θησαυρός!
Δυστυχώς όμως, ο θόρυβος που προκάλεσε η μεταγραφή του Ολλανδού, δεν μετουσιώθηκε σε θέαμα και πολλά γκολ στο τεραίν, παραβιάζοντας μόλις τρεις φορές σε 23 αγώνες τα αντίπαλα δίχτυα, σε αντίθεση με την επιτυχημένη προηγούμενη σεζόν του στην Αϊντχόβεν όπου σημείωσε 12 γκολ σε 27 ματς. Βέβαια, η χαμηλή σοδειά των γκολ του Βαν Ντε Κέρκοφ, που εκτός από το μέτριο ξεκίνημα του, ταλαιπωρήθηκε και από έναν τραυματισμό, οφείλεται στην αδυναμία της μεσαίας γραμμής του Απόλλωνα, στην λειψυδρία της παραγωγικότητας (μέχρι τον Μάρτιο, η ομάδα είχε πετύχει μόλις 15 γκολ), ίσως και στην αλλαγή προπονητή, καθώς ο Τοϊνίσεν δεν κατάφερε να εγκλιματιστεί στις ειδικές συνθήκες και παθογένειες που διέπουν το ελληνικό ποδόσφαιρο, αποχωρώντας νωρίς από τον πάγκο των «μπλε».
Στο τέλος της περιόδου, το συμβόλαιο του Κέρκοφ δεν επεκτάθηκε στα δύο χρόνια, όπως αρχικά είχε συμφωνηθεί, και το καλοκαίρι του ΄84 ετοίμασε τις βαλίτσες του για το... Χονγκ Κονγκ, υπογράφοντας μονοετές συμβόλαιο με την ομάδα που είχε απορρίψει ένα χρόνο πριν.
Γεωργαράς: Μας φαινόταν ψέμα ενας τέτοιος παίκτης!
Ο Φαν Ντε Κέρκοφ αποτέλεσε μια ασύλληπτη -για τα δεδομένα- μεταγραφή στο Ελληνικό ποδόσφαιρο. Ποιες ήταν οι πρώτες αντιδράσεις των παικτών; Το «BN Sports» με τον Κυριάκο Δημητρόπουλο, επικοινώνησε με τον εξαιρετικό χαφ της εποχής εκείνης στον Απόλλωνα Σμύρνης τον Γιαννη Γεωργαρά.
«Η είδηση μας φαινόταν σαν... ψέμα στην αρχή. Κανείς δεν πίστευε πως ένας τέτοιος ποδοσφαιριστής Παγκόσμια κλάσης μπορούσε να έρθει να αγωνιστεί στην Ελλάδα, πόσω μάλλον στον Απόλλωνα Αθηνών», ανέφερε ο αρχικά ο Γιάννης Γεωργαράς, αποκαλύπτοντας στη συνέχεια και μια ιδιαίτερη ιστορία, για το πως έφτασε μια «ανάσα» από την Αούστρια Βιέννης:
«Ωστόσο, προσωπικά στην αρχή εκείνης της σεζόν είχα ζητήσει να αποχωρήσω από την ομάδα και είχα απευθείας συζήτηση με τον πρόεδρο, τον κ. Αλαμάνο. Και θυμάμαι πως για να με αφήσει να φύγω του είχα πει χαρακτηριστικά πως "πρόεδρε, πήρες έναν τεράστιο παίκτη, εμένα τι με θέλεις, άσε με να φύγω". Εκείνος τότε μου απάντησε πως υπήρξε μια πρόταση για εμένα -που την έφερε ο μάνατζερ του Κέρκοφ- από την Αούστρια Βιέννης.
Απάντησα θετικά, παρά το γεγονός πως είχα ελάχιστες ώρες να αποφασίσω και μέχρι και οι εφημερίδες ανέφεραν πως βρίσκομαι στην Αυστρία. Ωστόσο, η μεταγραφή δεν ολοκληρώθηκε».
-Ο Απόλλωνας είχε τερματίσει στη 10η θέση με 24 βαθμούς... Εσείς πως ζήσατε αυτή τη σεζόν και τι έχετε να θυμάστε περισσότερο;
«Εκείνη τη χρονιά είχαμε ξεκινήσει με προπονητή τον Τοϊνισεν, ένας αρκετά καλός τεχνικός, ωστόσο μετέπειτα αντικαταστάθηκε από τον Λάκη Πετρόπουλο. Είχαμε μια πολύ καλή ομάδα, η οποία, όμως, είχε διακυμάνσεις. Θεωρώ πως μετά την έλευση του κόουτς Πετρόπουλου, αποκτήσαμε περισσότερο το στοιχείο της πειθαρχίας. Η 10η θέση για εκείνη την περίοδο πιστεύω πως ήταν καλή, δεν μπορούσαμε φυσικά να πάμε στην Ευρώπη, αλλά δεν κινδυνέψαμε κιόλας.
Αυτό που θυμάμαι έντονα για τον Απόλλωνα είναι ότι έβγαζε συνεχώς καλούς ποδοσφαιριστές, οι οποίοι μετέπειτα αγωνίστηκαν στους μεγαλύτερους συλλόγους της χώρας, ενώ και διοικητικά και αγωνιστικά έβγαζε υγεία».
-Ποιος είναι ο λόγος που εκτιμάτε ότι ο Φαν Κέρκοφ δεν μπόρεσε να αποδώσει -με βάση την πραγματική του αξία- στον Απόλλωνα;
«Ο Ρενέ αποτελούσε κυρίαρχο "γρανάζι" στην ομάδα μας, ωστόσο αρνητικό στην παρουσία του έπαιξε σίγουρα ο τραυματισμός που είχε.
Επίσης, θεωρώ, πως ένας τέτοιος σταρ ήταν για να παίξει σε μεγαλύτερη ομάδα από τον Απόλλωνα. Ούτε και οι αγωνιστικοί χώροι βοηθούσαν και γενικότερα οι συνθήκες δεν τον ευνόησαν, ώστε να φανερώσει τα τεράστια προσόντα που διέθετε. Αυτό, άρχισε να το κάνει στα τελευταία ματς, αλλά μετά αποχώρησε.
Στα μέσα της σεζόν είχε έρθει και ο Λάκης Πετρόπουλος, ο οποίος προπονητικά ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του και ήξερε να διαχειριστεί τις μεγάλες προσωπικότητες. Μάλιστα, εγώ εκείνη την περίοδο έκανα τον διερμηνέα για τον Ρενέ. Ο Πετρόπουλος αντιλήφθηκα ότι τον σεβάστηκε σαν παίκτη και του έδωσε κι έναν διαφορετικό ρόλο στην ομάδα, δηλαδή αντί για εξτρέμ, τον έφερε πιο μέσα, ώστε να οργανώνει το παιχνίδι».
-Ο Ρενέ δεν κατάφερε να βγάλει τον Απόλλωνα στην Ευρώπη, παρά το γεγονός πως το είχε δηλώσει ο ίδιος...
«Από τα χρόνια που παρέμεινα στον Απόλλωνα, θεωρώ ότι η η σεζόν που φτάσαμε πιο κοντά για να το καταφέρουμε αυτό, ήταν εκείνη ήταν υπό τις οδηγίες του Τόζα Βεσελίνοβτς φο 1980-81.Ένας μεγάλος προπονητής που ανέδειξε πολλά παιδιά και τον θεωρώ μέντορα μου, καθώς μου έμαθε αρκετά. Εκείνη τη σεζόν μαζί του θα μπορούσαμε να είχαμε βγει στην Ευρώπη, αν δεν είχαμε απουσίες».
-Στις προπονήσεις και στα αποδυτήρια πως ήταν; Σαν χαρακτήρας γενικότερα...
«Όλοι περιμέναμε να συναντήσουμε έναν σούπερ σταρ, ωστόσο αντικρίσαμε έναν άνθρωπο ταπεινό, συνεσταλμένο και με χιούμορ, θα μπορούσα να πω ότι ήταν... αντι-βετέτας. Μιλάμε για έναν τεράστιο παίκτη, που έφερε μαζί του το νέο ποδόσφαιρο που είχε αρχίσει να παίζει η Ολλανδία, στυλ το οποίο -όσο απίστευτο κι αν ακούγεται- θέλησε να περάσει και σε εμάς στις προπονήσεις, αυτό το φοβερό passing game. Η όλη του συμπεριφορά ήταν ένα μάθημα για εμάς».
-Προφανώς ως συμπαίκτες θα είχατε μιλήσει αρκετέςφορές. Σας έχει μείνει κάποια ιδιαίτερη ιστορία στο μυαλό;
«Ήταν ένα πολύ απλό παιδί, με το οποίο κάναμε συχνά παρέα και εκτός γηπέδου και χαίρομαι πολύ που είχα την τύχη να τον ζήσω και έτσι. Δεν αργούσε στην προπόνηση ούτε δευτερόλεπτο και γενικότερα ήταν ένα παράδειγμα προς μίμηση σε κάθε τομέα και είναι πολύ κρίμα που δεν μπόρεσε να μείνει μαζί μας παραπάνω.
Ο Ρενέ λάτρευε την Ελλάδα, πέρασε πανέμορφα, ωστόσο οι λόγοι που έφυγε ήταν καθαρά προσωπικοί. Από την ομάδα ήταν απόλυτα ευχαριστημένος, ήταν αγαπητός σε όλους και ήθελε να παραμείνει.
Μάλιστα, ποτέ δεν θα ξεχάσω αυτό που είχε γίνει στο σπίτι μου. Ο Ρενέ γενικά είχε θέμα με... την ώρα, είχε μάθει να υπολογίζει και το δευτερόλεπτο. Το 1987 είχαμε τον τελικό Άγιαξ-Λοκομοτίβ Λειψίας για το Κύπελλο Κυπελλούχων και εγώ τότε έμενα στην Αγία Παρασκευή. Επιστρέφοντας από ένα ταξίδι, άνοιξα το σπίτι και είδα ξαφνικά τον Κέρκοφ να με περιμένει, χωρίς να ξέρω τίποτα. "Έλα φίλε πάμε για τον τελικό, άργησες!", μου είπε, χωρίς να με ρωτήσει τι κάνω ή οτιδήποτε».
www.bnsports.gr
Σχόλια αναγνωστών