της Εύας Οικονομάκη
Την ταχεία ανάπτυξη που καταγράφει τα τελευταία χρόνια η αγορά των βραχυχρόνιων μισθώσεων στην Αθήνα, αλλά και τη στασιμότητα που διαπιστώνεται σε ό,τι αφορά την προσθήκη νέων ξενοδοχειακών κλινών αποτυπώνει η μελέτη «Η φέρουσα ικανότητα τουριστικής ανάπτυξης στην περιοχή της Αθήνας» που εκπόνησε το Ινστιτούτο Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ).
Τι δείχνουν οι αριθμοί
Με βάση με τα ευρήματα της μελέτης, σχεδόν οι μισές κλίνες, δηλαδή περίπου το 43%, που λειτουργούν στην Αθήνα ανήκουν σε μη ξενοδοχειακά καταλύματα (καταλύματα τύπου Airbnb και ενοικιαζόμενα δωμάτια), με τη συντριπτική πλειονότητα, περίπου το 94%, να αφορά καταλύματα τύπου Airbnb, τη στιγμή που το 57% αφορά αμιγώς ξενοδοχειακές κλίνες.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τα τελευταία χρόνια τα προσφερόμενα δωμάτια και οι κλίνες βραχυχρόνιας μίσθωσης έχουν σχεδόν πενταπλαστιαστεί. Συγκεκριμένα, τα δωμάτια και οι κλίνες έχουν αυξηθεί κατά 374% και 377% αντίστοιχα, τη στιγμή που τα ξενοδοχειακά δωμάτια και οι κλίνες έχουν αυξηθεί κατά μόλις 11% και 12%.
Ως εκ τούτου, όπως προκύπτει από τη μελέτη, η αύξηση των καταλυμάτων στην περιοχή της Αθήνας να αποδίδεται κατά συντριπτικό ποσοστό στην αύξηση των καταλυμάτων τύπου Airbnb και την τουριστική πίεση που δέχεται η περιοχή της Αθήνας να είναι τελικά πολλαπλάσια αυτής που δέχονται κατεξοχήν τουριστικοί προορισμοί της χώρας.
Με βάση την έρευνα, τον Σεπτέμβριο του 2022 λειτουργούσαν 12.165 καταλύματα τύπου Airbnb στην περιοχή της Αθήνας, αριθμός που αποτελεί ρεκόρ, ενώ τον Ιούλιο του 2015 λειτουργούσαν μόλις 2.116 τέτοιου τύπου καταλύματα, με την αύξηση των καταλυμάτων που διατίθενται στο πλαίσιο της οικονομίας του διαμοιρασμού να διαμορφώνεται στο 475% από τον Ιούλιο του 2015 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2022.
Αντίθετα, τα ξενοδοχεία που λειτουργούν στην Αθήνα κατά την περίοδο 2015-2021 έχουν αυξηθεί κατά περίπου 25%. Και μπορεί η ζήτηση για υπηρεσίες καταλύματος στην Αθήνα να έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, τα ξενοδοχεία κάλυψαν την αυξημένη ζήτηση με αξιοποίηση του πλεονάζοντος δυναμικού και όχι με ανέγερση νέων μονάδων.
Υπέρβαση των ορίων τουριστικής ανάπτυξης
«Η προσφορά κλινών έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια στην Αθήνα. Οι ξενοδοχειακές κλίνες, με εξαίρεση μία μικρή αύξηση το 2019, παραμένει στάσιμη. Ωστόσο, έχει συντελεστεί ραγδαία αύξηση των προσφερόμενων κλινών βραχυχρόνιας μίσθωσης από το 2015 έως 2019. Διαπιστώνουμε μία τάση να φτάσουν οι κλίνες βραχυχρόνιας μίσθωσης τις ξενοδοχειακές και πολύ πιθανόν τώρα να τις έχουν ξεπεράσει», ανέφερε ο Γιώργος Σώκλης, Επίκουρος Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου.
«Στην περιοχή της Αθήνας τα τελευταία χρόνια έχει γίνει υπέρβαση των βέλτιστων ορίων τουριστικής ανάπτυξης, λόγω του ότι συγκεντρώνεται ένας μεγάλος αριθμός διανυκτερεύσεων σε λίγα τετραγωνικά χιλιόμετρα. Αυτή η εξέλιξη οφείλεται στη μεγάλη αύξηση της ζήτησης για υπηρεσίες καταλύματος τα τελευταία χρόνια, η οποία καλύφθηκε σε συντριπτικό ποσοστό μέσω της ραγδαίας εξάπλωσης καταλυμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης. Αντιθέτως, η κάλυψη της αυξημένης ζήτησης από πλευράς των ξενοδοχείων έγινε μέσω της αξιοποίησης του πλεονάζοντος δυναμικού και όχι με τη δημιουργία νέων μονάδων. Εκτιμούμε ότι οι συνθήκες είναι ώριμες για μία συζήτηση για ένα νέο μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης το οποίο θα ανανεώσει το τουριστικό προϊόν της χώρας πριν αυτό παρακμάσει», συμπλήρωσε.
Η αναβάθμιση και η εποχικότητα
Σύμφωνα με τη μελέτη, το ξενοδοχειακό δυναμικό της Αθήνας έχει αναβαθμιστεί ποιοτικά τα τελευταία χρόνια, ενώ χαρακτηρίζεται και από χαμηλότερη εποχικότητα σε σχέση με το υπόλοιπο της επικράτειας.
Πάντως, στην περιοχή της Αθήνας τα δωμάτια που ανήκουν στις υψηλότερες κατηγορίες έχουν ένα υψηλότερο μερίδιο στο ξενοδοχειακό δυναμικό σε σχέση με το αντίστοιχο μερίδιο στην Αττική και στο σύνολο της επικράτειας. Ειδικότερα, τα δωμάτια που ανήκουν στις δύο υψηλότερες κατηγορίες, εκείνες των 4 και 5 αστέρων, καταλαμβάνουν ένα μερίδιο που υπερβαίνει το 60% στο ξενοδοχειακό της Αθήνας, ενώ το αντίστοιχο μερίδιο στο σύνολο της επικράτειας είναι της τάξης του 50%.
Η εποχικότητα της τουριστικής δραστηριότητας στα ξενοδοχειακά καταλύματα στην Αθήνα είναι ήδη σημαντικά χαμηλότερη σε σχέση με την υπόλοιπη επικράτεια. Συγκεκριμένα, όσον αφορά την εποχικότητα του προορισμού, το τετράμηνο Ιουνίου – Σεπτεμβρίου συγκεντρώνεται το 49,4% των αφίξεων και το 48,2% των διανυκτερεύσεων των ξένων επισκεπτών. Τα αντίστοιχα μεγέθη για τους Ελληνες ταξιδιώτες είναι 35,0% και 36,1%, αντιστοίχως.
Πηγή: www.tourismtoday.gr
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών