γράφει : Πέτρος Λεωτσάκος
Στην προστασία της ρευστότητας των τραπεζών επικεντρώθηκε ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Eurobank κ Βύρων Μπαλλής , στην ομιλία του στο συνέδριο της Απογευματινής.
Το 2009 ήταν μία δύσκολη χρονιά, αποτέλεσμα μιας πρωτοφανούς παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Η κρίση αυτή ανέδειξε στον υπερθετικό βαθμό τις δημοσιονομικές ανισορροπίες της χώρας μας, το διευρυμένο έλλειμμα και το υψηλό δημόσιο χρέος που οφείλονται κυρίως στο έλλειμμα ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας. Το πρόβλημα δεν είναι τόσο το μεγάλο έλλειμμα και το συνακόλουθο υψηλό χρέος, είναι η πολύ χαμηλή ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας. Και αυτό φοβάμαι ότι δεν έχει γίνει κατανοητό από το σύνολο της κοινωνίας με πολλές ομάδες να θεωρούν ότι τα αναγκαία μέτρα αφορούν άλλους και όχι αυτές.
Το έτος 2010, έκανε την είσοδο του εξίσου δύσκολα για την χώρα μας, με τη διεθνή οικονομική κοινότητα να επιδεικνύει ένα σοβαρό έλλειμμα εμπιστοσύνης στην αξιοπιστία της Ελλάδας, το οποίο έχει μετρήσιμο και άμεσο αντίκτυπο στο κόστος δανεισμού της χώρας μας. Η πρόσβαση στις διεθνείς χρηματαγορές έγινε ακόμα δυσκολότερη και ιδιαίτερα δαπανηρή οδηγώντας σε περαιτέρω μείωση της ρευστότητας της οικονομίας μας, σε μια περίοδο που η ανάπτυξη της Ελλάδας δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί από εσωτερικές πηγές χρηματοδότησης. Επιπλέον, το κόστος εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους με την εκτίναξή του στα ύψη έναντι των αρχικών σχεδιασμών θα απορροφά τα επόμενα χρόνια σημαντικούς πόρους της οικονομίας. Πράγμα που σημαίνει ότι και η νέα αυτή απώλεια θα πρέπει να αναπληρωθεί με περαιτέρω αύξηση της φορολογίας. Ευελπιστούμε ότι η ελληνική πολιτεία και η ελληνική κοινωνία σαν σύνολο, στο πλευρό της οποίας στεκόμαστε, θα καταφέρει να δώσει σύντομα τις ζητούμενες λύσεις. Όμως προέχει και αυτό είναι το μήνυμα των αγορών, να υλοποιηθούν μέτρα και πολιτικές όχι αύριο αλλά χθες.
Στις παρούσες συνθήκες οικονομικής δυσπραγίας, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις επιδίδονται καθημερινά σε έναν δύσκολο αγώνα επιβίωσης, με δεδομένο ότι οι επιχειρήσεις αυτές διαθέτουν τους μικρότερους μηχανισμούς άμυνας για να ανταπεξέλθουν στις δυσκολίες των καιρών. Με ένα βαρύ κλίμα απαισιοδοξίας και ανασφάλειας να διακατέχει στο σύνολό της την Ελληνική κοινωνία, οι Έλληνες καταναλωτές περιορίζουν τις ανάγκες και τις αγορές τους, ενώ με την αναπόφευκτη μείωση εισοδήματος που θα προκύψει από την εφαρμογή του προγράμματος σταθερότητας, οι Μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα βιώσουν ακόμα δυσκολότερες μέρες και η εύθραυστη δυνατότητά τους να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους θα γίνει ακόμα πιο προβληματική.
Δυστυχώς η προσοχή της κυβέρνησης αυτήν την εποχή έχει συγκεντρωθεί αποκλειστικά στην ανάγκη αύξησης των φορολογικών εσόδων και στη μείωση των δαπανών του δημοσίου, χωρίς να γίνεται κανένας λόγος για τη στήριξη και την ανάπτυξη της οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα μας. Η σταθεροποίηση της Ελληνικής Οικονομίας δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς οικονομική ανάπτυξη και η έξοδος από την κρίση απαιτεί ενίσχυση της εμπιστοσύνης των επενδυτών (Ελλήνων και ξένων) στο μέλλον της Ελληνικής Οικονομίας, κίνητρα για νέες επενδύσεις, αποκρατικοποιήσεις, μείωση της γραφειοκρατίας, απελευθέρωση της αγοράς εργασίας και αύξηση των χρηματοδοτήσεων των επιχειρήσεων. Νέες επενδύσεις στη χώρα μας προϋποθέτουν είσοδο ιδιωτικών κεφαλαίων από το εξωτερικό, διότι η Ελληνική αποταμίευση δεν επαρκεί για να καλύψει τις ανάγκες ρευστότητας της Ελληνικής Οικονομίας, ενώ νέες δημόσιες επενδύσεις είναι πλέον ανέφικτες λόγω του ύψους του δημόσιου χρέους.
Η Ελληνική Κυβέρνηση, ευτυχώς, έχει δίπλα της ένα ισχυρό Ελληνικό Τραπεζικό Σύστημα που χαίρει εμπιστοσύνης στις διεθνείς αγορές. Πρέπει να το χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά. Οι Ελληνικές Τράπεζες οι οποίες σήμερα δαιμονοποιούνται και λοιδορούνται από μερικούς, θα πρέπει αντίθετα, να ενισχυθούν θεσμικά από την πολιτεία, ώστε να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν στο ρόλο τους να πείσουν τους ξένους επενδυτές και να προσελκύσουν ξένα κεφάλαια στη χώρα μας, βελτιώνοντας έτσι τη ρευστότητα της χώρας και χρηματοδοτώντας τις Ελληνικές Επιχειρήσεις.
Οι ελληνικές τράπεζες όλο αυτό τον καιρό δεν έμειναν αδρανείς, αλλά επέδειξαν γρήγορα αντανακλαστικά στήριξαν και στηρίζουν τους πελάτες τους προσφέροντας, μεταξύ άλλων, εξατομικευμένες λύσεις αναχρηματοδότησης και αναδιάρθρωσης χρεών στην προσπάθεια του τραπεζικού συστήματος να απορροφήσει τους κραδασμούς που προκλήθηκαν από μία κρίση πρωτόγνωρων διαστάσεων. Και αυτό δεν είναι λόγια. Είναι πράξεις που αποτυπώνονται στα οικονομικά αποτελέσματα των τραπεζών και αναδεικνύουν φυσικά τον υπεύθυνο ρόλο του πιστωτικού συστήματος.
Στην παρούσα συγκυρία, μια διευκόλυνση στην αποπληρωμή των δόσεων δανείων ή μία μικρή ένεση ρευστότητας θα κάνει την διαφορά μεταξύ επιβίωσης, η μη, μιας μικρομεσαίας επιχείρησης. Οι Τράπεζες, έχουν λοιπόν να διαδραματίσουν έναν πολύ ουσιαστικό ρόλο στην στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που αποτελούν και τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας.
Προϋπόθεση όμως, για την απρόσκοπτη χρηματοδότηση και την συνολικότερη αρωγή προς τις επιχειρήσεις της χώρας μας, είναι η ύπαρξη επαρκούς ρευστότητας των Τραπεζών, η οποία -για το τραπεζικό σύστημα της χώρας μας- προέρχεται κυρίως από καταθέσεις.
Ταυτόχρονα, η ομαλή αποπληρωμή παλαιών δανείων παρέχει την αναγκαία ρευστότητα για να χορηγηθούν νέα δάνεια και να καλυφθούν νέες ανάγκες τόσο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων όσο και των νοικοκυριών έτσι ώστε να μπορεί να κινηθεί, στο σύνολό της, η Ελληνική οικονομία.
Εν κατακλείδι, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα αναλαμβάνοντας λογικούς κινδύνους, είναι ταγμένο στην υποστήριξη των πελατών του, και ενισχύει τις επιχειρήσεις που παρουσιάζουν προοπτική έστω και παρά τις όποιες προσωρινές τους δυσκολίες.
Πρωταρχικός λοιπόν στόχος όλων μας, θα πρέπει να είναι να προστατεύσουμε την ρευστότητα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος ώστε να μπορέσουν οι Τράπεζες να συνεχίσουν να στηρίζουν επαρκώς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.
Η ελληνική πολιτεία θα πρέπει, από την πλευρά της, να μεριμνήσει ώστε τα αναγκαία μέτρα για την δημοσιονομική προσαρμογή να μην έχουν –κατά το δυνατόν- αρνητικό αντίκτυπο στις εγχώριες καταθέσεις ενώ θα πρέπει να εξεταστούν συγκεκριμένα κίνητρα για την προσέλκυση κεφαλαίων από το εξωτερικό (παράδειγμα Ιταλίας).
Στο εσωτερικό, θα πρέπει να διασφαλίσουμε ότι δεν αναπτύσσεται μία ‘κουλτούρα’ υπεκφυγής από τις ειλημμένες τραπεζικές υποχρεώσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Ταυτόχρονα, θα πρέπει ως χώρα να επιδοθούμε σε μία τιτάνια προσπάθεια για την αποκατάσταση ενός κλίματος εμπιστοσύνης των ξένων αγορών αλλά και ενός κλίματος αισιοδοξίας με αποδέκτη την ‘φοβισμένη’ ελληνική κοινωνία.
Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, παρά τις παθογένειες της Ελληνικής οικονομίας, είναι υγιές και διαθέτει ισχυρή κεφαλαιακή επάρκεια. Ο μέσος δείκτης Tier 1 των τεσσάρων μεγάλων ελληνικών τραπεζών φθάνει στο 11,5% όταν ο μέσος δείκτης των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών τραπεζών βρίσκεται στο 9,4%. Ο δείκτης δάνεια/καταθέσεις βρίσκεται στο 105%, από τους χαμηλότερους στην Ευρώπη, όπου ο μέσος όρος κυμαίνεται γύρω στο 127%.
Οι Ελληνικές Τράπεζες διαθέτουν ισχυρή καταθετική βάση που αποτελεί και την κύρια πηγή χρηματοδότησης των δανειακών τους εργασιών σε αντίθεση με αντίστοιχες τράπεζες του εξωτερικού.
Σε μία ελληνική τραπεζική αγορά που βρίσκεται σε στάδιο ωρίμανσης, οι Ελληνικές τράπεζες επένδυσαν έγκαιρα και δυναμικά σε χώρες της ΝΑ Ευρώπης εξασφαλίζοντας περαιτέρω σημαντικές προοπτικές ανάπτυξής τους και αποτελώντας πυλώνα εξωστρέφειας για την Ελληνική Οικονομία.
Με όλα τα παραπάνω θα μπορούσε κανείς να ισχυρισθεί ότι ενώ σε ισχυρές δυτικές χώρες τα προβλήματα στην οικονομία προκλήθηκαν από τις Τράπεζες, στην περίπτωση της χώρας μας κινδυνεύουμε η υπερβολή του Δημόσιου ελλείμματος να δημιουργήσει πρόβλημα σε ένα καθ΄ όλα υγιές και σταθερό Τραπεζικό σύστημα.
Η συμμετοχή του Τραπεζικού Συστήματος στην ενίσχυση της ρευστότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων εκδηλώνεται με πολλούς τρόπους, μεταξύ των οποίων:
Συνέχιση των ροών χρηματοδότησης μέσω πιστωτικών ορίων ή ειδικών χορηγήσεων, διαχείριση και χορήγηση επιταγών, leasing κλπ.
Στήριξη των ασθενέστερων πελατών μέσω προγραμμάτων αναδιάρθρωσης δανείων και ετεροχρονισμού πληρωμής δόσεων.
Προώθηση των προγραμμάτων ΤΕΜΠΜΕ – 55.000 εγκεκριμένα δάνεια ύψους δις.€ 5,1 (στοιχεία 31/12/09 - Α’ & Β’ φάση), παρά το μικρό επιτόκιο σε σύγκριση με το κόστος χρήματος των Τραπεζών.
Συμμετοχή στην ενημέρωση και προτροπή επενδυτών για συμμετοχή στο ΕΣΠΑ όπου υποβλήθηκαν 44.000 επενδυτικές προτάσεις συνολικού προϋπολογισμού περί τα δις.€ 5,3. Αξίζει να σημειωθεί ότι έως και 25% του συνολικού προϋπολογισμού μπορεί χρηματοδοτηθεί μέσω δανείων από το τραπεζικό σύστημα.
Διασφάλιση χρηματοδότησης χαμηλού κόστους σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.
Συνέχιση της χρηματοδότησης των νοικοκυριών με στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια , ενισχύοντας εμμέσως την καταναλωτική ζήτηση και κατά συνέπεια τη ρευστότητα των επιχειρήσεων.
Από την πλευρά τους, οι Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις & οι Ελεύθεροι Επαγγελματίες θα πρέπει να μάθουν να προστατεύουν & να αναπτύσσουν την σχέση τους με το τραπεζικό σύστημα της χώρας μας ώστε να έχουν εύκολη πρόσβαση σε αυτό και να μπορούν –πέρα από την χρηματοδότησή τους- να αξιοποιούν ευκαιρίες όταν αυτές παρουσιάζονται. Θα πρέπει να φροντίζουν την ταμειακή τους ροή, την διαχείριση της ρευστότητας τους, την οργάνωση των εργασιών τους και τις υποχρεώσεις τους. Σε όλα αυτά θα βρουν σύμμαχο τις ελληνικές τράπεζες. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι περισσότερες από τις τράπεζες, αν όχι όλες, έχουν υιοθετήσει πολιτικές και διαδικασίες, με διαφορετικό όνομα από τράπεζα σε τράπεζα, που στόχο έχουν να διαχειρίζονται εξατομικευμένες δυσκολίες ή ανάγκη πελατών τους για να υπερκεραστούν πρόσκαιρες αδυναμίες.
Κοινό συμφέρον όλων -της πολιτείας, των τραπεζών, των οικονομικών μονάδων- είναι η ομαλή λειτουργία της αγοράς & η επιστροφή στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Στα πλαίσια λοιπόν αυτού του κοινού στόχου, οι ελληνικές τράπεζες, στέκονται δίπλα στους πολίτες και στις επιχειρήσεις της χώρας μας, επαναπροσδιορίζοντας διαρκώς το μοντέλο λειτουργίας τους επιδεικνύοντας επίγνωση του κρίσιμου ρόλου τους στην παρούσα αρνητική για την χώρα συγκυρία. Και αυτό, παρά την ‘δαιμονοποίησή’ τους από μέρος του πολιτικού δυναμικού της χώρας και από το σύνολο σχεδόν των μέσων μαζικής ενημέρωσης.
Σε αυτή την κρίσιμη για τον τόπο μας συγκυρία, όπου οι κοινωνικές και εθνικές ευαισθησίες όλων μας έχουν αμβλυνθεί και που ο κοινός στόχος είναι να ξεπεραστεί η σοβαρή οικονομική κρίση της χώρα μας, η στενή – και χωρίς δυσπιστία- συνεργασία όλων των πλευρών και κυρίως η στενή συνεργασία κράτους και Τραπεζών θα συμβάλει ουσιαστικά στην διαδρομή της χώρας μας προς την έξοδο από την κρίση με τους λιγότερους δυνατούς κραδασμούς.
Το έτος 2010, έκανε την είσοδο του εξίσου δύσκολα για την χώρα μας, με τη διεθνή οικονομική κοινότητα να επιδεικνύει ένα σοβαρό έλλειμμα εμπιστοσύνης στην αξιοπιστία της Ελλάδας, το οποίο έχει μετρήσιμο και άμεσο αντίκτυπο στο κόστος δανεισμού της χώρας μας. Η πρόσβαση στις διεθνείς χρηματαγορές έγινε ακόμα δυσκολότερη και ιδιαίτερα δαπανηρή οδηγώντας σε περαιτέρω μείωση της ρευστότητας της οικονομίας μας, σε μια περίοδο που η ανάπτυξη της Ελλάδας δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί από εσωτερικές πηγές χρηματοδότησης. Επιπλέον, το κόστος εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους με την εκτίναξή του στα ύψη έναντι των αρχικών σχεδιασμών θα απορροφά τα επόμενα χρόνια σημαντικούς πόρους της οικονομίας. Πράγμα που σημαίνει ότι και η νέα αυτή απώλεια θα πρέπει να αναπληρωθεί με περαιτέρω αύξηση της φορολογίας. Ευελπιστούμε ότι η ελληνική πολιτεία και η ελληνική κοινωνία σαν σύνολο, στο πλευρό της οποίας στεκόμαστε, θα καταφέρει να δώσει σύντομα τις ζητούμενες λύσεις. Όμως προέχει και αυτό είναι το μήνυμα των αγορών, να υλοποιηθούν μέτρα και πολιτικές όχι αύριο αλλά χθες.
Στις παρούσες συνθήκες οικονομικής δυσπραγίας, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις επιδίδονται καθημερινά σε έναν δύσκολο αγώνα επιβίωσης, με δεδομένο ότι οι επιχειρήσεις αυτές διαθέτουν τους μικρότερους μηχανισμούς άμυνας για να ανταπεξέλθουν στις δυσκολίες των καιρών. Με ένα βαρύ κλίμα απαισιοδοξίας και ανασφάλειας να διακατέχει στο σύνολό της την Ελληνική κοινωνία, οι Έλληνες καταναλωτές περιορίζουν τις ανάγκες και τις αγορές τους, ενώ με την αναπόφευκτη μείωση εισοδήματος που θα προκύψει από την εφαρμογή του προγράμματος σταθερότητας, οι Μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα βιώσουν ακόμα δυσκολότερες μέρες και η εύθραυστη δυνατότητά τους να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους θα γίνει ακόμα πιο προβληματική.
Δυστυχώς η προσοχή της κυβέρνησης αυτήν την εποχή έχει συγκεντρωθεί αποκλειστικά στην ανάγκη αύξησης των φορολογικών εσόδων και στη μείωση των δαπανών του δημοσίου, χωρίς να γίνεται κανένας λόγος για τη στήριξη και την ανάπτυξη της οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα μας. Η σταθεροποίηση της Ελληνικής Οικονομίας δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς οικονομική ανάπτυξη και η έξοδος από την κρίση απαιτεί ενίσχυση της εμπιστοσύνης των επενδυτών (Ελλήνων και ξένων) στο μέλλον της Ελληνικής Οικονομίας, κίνητρα για νέες επενδύσεις, αποκρατικοποιήσεις, μείωση της γραφειοκρατίας, απελευθέρωση της αγοράς εργασίας και αύξηση των χρηματοδοτήσεων των επιχειρήσεων. Νέες επενδύσεις στη χώρα μας προϋποθέτουν είσοδο ιδιωτικών κεφαλαίων από το εξωτερικό, διότι η Ελληνική αποταμίευση δεν επαρκεί για να καλύψει τις ανάγκες ρευστότητας της Ελληνικής Οικονομίας, ενώ νέες δημόσιες επενδύσεις είναι πλέον ανέφικτες λόγω του ύψους του δημόσιου χρέους.
Η Ελληνική Κυβέρνηση, ευτυχώς, έχει δίπλα της ένα ισχυρό Ελληνικό Τραπεζικό Σύστημα που χαίρει εμπιστοσύνης στις διεθνείς αγορές. Πρέπει να το χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά. Οι Ελληνικές Τράπεζες οι οποίες σήμερα δαιμονοποιούνται και λοιδορούνται από μερικούς, θα πρέπει αντίθετα, να ενισχυθούν θεσμικά από την πολιτεία, ώστε να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν στο ρόλο τους να πείσουν τους ξένους επενδυτές και να προσελκύσουν ξένα κεφάλαια στη χώρα μας, βελτιώνοντας έτσι τη ρευστότητα της χώρας και χρηματοδοτώντας τις Ελληνικές Επιχειρήσεις.
Οι ελληνικές τράπεζες όλο αυτό τον καιρό δεν έμειναν αδρανείς, αλλά επέδειξαν γρήγορα αντανακλαστικά στήριξαν και στηρίζουν τους πελάτες τους προσφέροντας, μεταξύ άλλων, εξατομικευμένες λύσεις αναχρηματοδότησης και αναδιάρθρωσης χρεών στην προσπάθεια του τραπεζικού συστήματος να απορροφήσει τους κραδασμούς που προκλήθηκαν από μία κρίση πρωτόγνωρων διαστάσεων. Και αυτό δεν είναι λόγια. Είναι πράξεις που αποτυπώνονται στα οικονομικά αποτελέσματα των τραπεζών και αναδεικνύουν φυσικά τον υπεύθυνο ρόλο του πιστωτικού συστήματος.
Στην παρούσα συγκυρία, μια διευκόλυνση στην αποπληρωμή των δόσεων δανείων ή μία μικρή ένεση ρευστότητας θα κάνει την διαφορά μεταξύ επιβίωσης, η μη, μιας μικρομεσαίας επιχείρησης. Οι Τράπεζες, έχουν λοιπόν να διαδραματίσουν έναν πολύ ουσιαστικό ρόλο στην στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που αποτελούν και τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας.
Προϋπόθεση όμως, για την απρόσκοπτη χρηματοδότηση και την συνολικότερη αρωγή προς τις επιχειρήσεις της χώρας μας, είναι η ύπαρξη επαρκούς ρευστότητας των Τραπεζών, η οποία -για το τραπεζικό σύστημα της χώρας μας- προέρχεται κυρίως από καταθέσεις.
Ταυτόχρονα, η ομαλή αποπληρωμή παλαιών δανείων παρέχει την αναγκαία ρευστότητα για να χορηγηθούν νέα δάνεια και να καλυφθούν νέες ανάγκες τόσο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων όσο και των νοικοκυριών έτσι ώστε να μπορεί να κινηθεί, στο σύνολό της, η Ελληνική οικονομία.
Εν κατακλείδι, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα αναλαμβάνοντας λογικούς κινδύνους, είναι ταγμένο στην υποστήριξη των πελατών του, και ενισχύει τις επιχειρήσεις που παρουσιάζουν προοπτική έστω και παρά τις όποιες προσωρινές τους δυσκολίες.
Πρωταρχικός λοιπόν στόχος όλων μας, θα πρέπει να είναι να προστατεύσουμε την ρευστότητα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος ώστε να μπορέσουν οι Τράπεζες να συνεχίσουν να στηρίζουν επαρκώς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.
Η ελληνική πολιτεία θα πρέπει, από την πλευρά της, να μεριμνήσει ώστε τα αναγκαία μέτρα για την δημοσιονομική προσαρμογή να μην έχουν –κατά το δυνατόν- αρνητικό αντίκτυπο στις εγχώριες καταθέσεις ενώ θα πρέπει να εξεταστούν συγκεκριμένα κίνητρα για την προσέλκυση κεφαλαίων από το εξωτερικό (παράδειγμα Ιταλίας).
Στο εσωτερικό, θα πρέπει να διασφαλίσουμε ότι δεν αναπτύσσεται μία ‘κουλτούρα’ υπεκφυγής από τις ειλημμένες τραπεζικές υποχρεώσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Ταυτόχρονα, θα πρέπει ως χώρα να επιδοθούμε σε μία τιτάνια προσπάθεια για την αποκατάσταση ενός κλίματος εμπιστοσύνης των ξένων αγορών αλλά και ενός κλίματος αισιοδοξίας με αποδέκτη την ‘φοβισμένη’ ελληνική κοινωνία.
Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, παρά τις παθογένειες της Ελληνικής οικονομίας, είναι υγιές και διαθέτει ισχυρή κεφαλαιακή επάρκεια. Ο μέσος δείκτης Tier 1 των τεσσάρων μεγάλων ελληνικών τραπεζών φθάνει στο 11,5% όταν ο μέσος δείκτης των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών τραπεζών βρίσκεται στο 9,4%. Ο δείκτης δάνεια/καταθέσεις βρίσκεται στο 105%, από τους χαμηλότερους στην Ευρώπη, όπου ο μέσος όρος κυμαίνεται γύρω στο 127%.
Οι Ελληνικές Τράπεζες διαθέτουν ισχυρή καταθετική βάση που αποτελεί και την κύρια πηγή χρηματοδότησης των δανειακών τους εργασιών σε αντίθεση με αντίστοιχες τράπεζες του εξωτερικού.
Σε μία ελληνική τραπεζική αγορά που βρίσκεται σε στάδιο ωρίμανσης, οι Ελληνικές τράπεζες επένδυσαν έγκαιρα και δυναμικά σε χώρες της ΝΑ Ευρώπης εξασφαλίζοντας περαιτέρω σημαντικές προοπτικές ανάπτυξής τους και αποτελώντας πυλώνα εξωστρέφειας για την Ελληνική Οικονομία.
Με όλα τα παραπάνω θα μπορούσε κανείς να ισχυρισθεί ότι ενώ σε ισχυρές δυτικές χώρες τα προβλήματα στην οικονομία προκλήθηκαν από τις Τράπεζες, στην περίπτωση της χώρας μας κινδυνεύουμε η υπερβολή του Δημόσιου ελλείμματος να δημιουργήσει πρόβλημα σε ένα καθ΄ όλα υγιές και σταθερό Τραπεζικό σύστημα.
Η συμμετοχή του Τραπεζικού Συστήματος στην ενίσχυση της ρευστότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων εκδηλώνεται με πολλούς τρόπους, μεταξύ των οποίων:
Συνέχιση των ροών χρηματοδότησης μέσω πιστωτικών ορίων ή ειδικών χορηγήσεων, διαχείριση και χορήγηση επιταγών, leasing κλπ.
Στήριξη των ασθενέστερων πελατών μέσω προγραμμάτων αναδιάρθρωσης δανείων και ετεροχρονισμού πληρωμής δόσεων.
Προώθηση των προγραμμάτων ΤΕΜΠΜΕ – 55.000 εγκεκριμένα δάνεια ύψους δις.€ 5,1 (στοιχεία 31/12/09 - Α’ & Β’ φάση), παρά το μικρό επιτόκιο σε σύγκριση με το κόστος χρήματος των Τραπεζών.
Συμμετοχή στην ενημέρωση και προτροπή επενδυτών για συμμετοχή στο ΕΣΠΑ όπου υποβλήθηκαν 44.000 επενδυτικές προτάσεις συνολικού προϋπολογισμού περί τα δις.€ 5,3. Αξίζει να σημειωθεί ότι έως και 25% του συνολικού προϋπολογισμού μπορεί χρηματοδοτηθεί μέσω δανείων από το τραπεζικό σύστημα.
Διασφάλιση χρηματοδότησης χαμηλού κόστους σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.
Συνέχιση της χρηματοδότησης των νοικοκυριών με στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια , ενισχύοντας εμμέσως την καταναλωτική ζήτηση και κατά συνέπεια τη ρευστότητα των επιχειρήσεων.
Από την πλευρά τους, οι Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις & οι Ελεύθεροι Επαγγελματίες θα πρέπει να μάθουν να προστατεύουν & να αναπτύσσουν την σχέση τους με το τραπεζικό σύστημα της χώρας μας ώστε να έχουν εύκολη πρόσβαση σε αυτό και να μπορούν –πέρα από την χρηματοδότησή τους- να αξιοποιούν ευκαιρίες όταν αυτές παρουσιάζονται. Θα πρέπει να φροντίζουν την ταμειακή τους ροή, την διαχείριση της ρευστότητας τους, την οργάνωση των εργασιών τους και τις υποχρεώσεις τους. Σε όλα αυτά θα βρουν σύμμαχο τις ελληνικές τράπεζες. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι περισσότερες από τις τράπεζες, αν όχι όλες, έχουν υιοθετήσει πολιτικές και διαδικασίες, με διαφορετικό όνομα από τράπεζα σε τράπεζα, που στόχο έχουν να διαχειρίζονται εξατομικευμένες δυσκολίες ή ανάγκη πελατών τους για να υπερκεραστούν πρόσκαιρες αδυναμίες.
Κοινό συμφέρον όλων -της πολιτείας, των τραπεζών, των οικονομικών μονάδων- είναι η ομαλή λειτουργία της αγοράς & η επιστροφή στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Στα πλαίσια λοιπόν αυτού του κοινού στόχου, οι ελληνικές τράπεζες, στέκονται δίπλα στους πολίτες και στις επιχειρήσεις της χώρας μας, επαναπροσδιορίζοντας διαρκώς το μοντέλο λειτουργίας τους επιδεικνύοντας επίγνωση του κρίσιμου ρόλου τους στην παρούσα αρνητική για την χώρα συγκυρία. Και αυτό, παρά την ‘δαιμονοποίησή’ τους από μέρος του πολιτικού δυναμικού της χώρας και από το σύνολο σχεδόν των μέσων μαζικής ενημέρωσης.
Σε αυτή την κρίσιμη για τον τόπο μας συγκυρία, όπου οι κοινωνικές και εθνικές ευαισθησίες όλων μας έχουν αμβλυνθεί και που ο κοινός στόχος είναι να ξεπεραστεί η σοβαρή οικονομική κρίση της χώρα μας, η στενή – και χωρίς δυσπιστία- συνεργασία όλων των πλευρών και κυρίως η στενή συνεργασία κράτους και Τραπεζών θα συμβάλει ουσιαστικά στην διαδρομή της χώρας μας προς την έξοδο από την κρίση με τους λιγότερους δυνατούς κραδασμούς.
Σχόλια αναγνωστών