γράφει : Πέτρος Λεωτσάκος
Οποιαδήποτε ανάληψη κινδύνου σε αυτή την φάση…θα αυξήσει το ρίσκο στους ισολογισμούς και θα δημιουργήσει ακόμη μεγαλύτερη ανασφάλεια.
Τα οικονομικά στοιχεία των τραπεζών, κεφάλαια είδος και δομή κεφαλαίων και ρευστότητας συνεχίζουν να παραμένουν αδύναμα και ορθά δεν ρισκάρουν να χρηματοδοτήσουν την οικονομία.
Τα τελευταία 4 χρόνια 2010 με 2014 οι καταθέσεις μειώθηκαν στις ελληνικές τράπεζες από τα 237,5 δισεκ. στα 164 δισεκ. και τα δάνεια από τα 257 δισεκ. στα 212 δισεκ.
Οι καταθέσεις μειώθηκαν σωρευτικά κατά 73 δισεκ. και τα δάνεια κατά 45 δισεκ.
Ταυτόχρονα τα NPLs έφθασαν στα 77-78 δισεκ. ή 83 δισεκ. σε επίπεδο ομίλων.
Άρα τα καθαρά δάνεια στο ελληνικό banking είναι 212 – 78 δισεκ. δηλαδή 134 δισεκ. ευρώ.
Ως προς τα κεφάλαια, οι τράπεζες διαθέτουν 32-33 δισεκ. εκ των οποίων 24-25 δισεκ. του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Δηλαδή το ελληνικό banking πρέπει να επιστρέψει 24-25 δισεκ. και τα κεφάλαια αυτά δεν μπορούν να επενδυθούν σε δραστηριότητες ρίσκου.
Ταυτόχρονα η κεφαλαιακή διάρθρωση των τραπεζών είναι τέτοια που παραμένει ακόμη αδύναμη όπως αναφέρει η Standard and Poor’s άπαξ και π.χ. ο αναβαλλόμενος φόρος έφθασε στα 13,4 δισεκ. ευρώ.
Συν τοις άλλοις 2,5 δισεκ. ευρώ των προνομιούχων μετοχών επίσης πρέπει να επιστραφούν από την Εθνική και την Eurobank.
Η κεφαλαιακή διάρθρωση των ελληνικών τραπεζών είναι τέτοια που δεν επιτρέπει στις διοικήσεις των τραπεζών την ανάπτυξη και το ρίσκο σε νέες επενδύσεις ή δάνεια.
Καμία διοίκηση δεν έχει την πολυτέλεια της απεριόριστης κεφαλαιακής επάρκειας ενόψει μάλιστα και της πλήρους εφαρμογής της Βασιλείας ΙΙΙ.
Στο σκέλος των κεφαλαίων οι ελληνικές τράπεζες, δεν είναι τόσο ισχυρές όσο φαίνονται.
Όμως πρόβλημα υπάρχει και στο σκέλος της ρευστότητας.
Με 164 δισεκ. καταθέσεις και 212 δισεκ. δάνεια υπάρχει χάσμα ρευστότητας 48 δισεκ. που καλύπτεται σχεδόν εξολοκλήρου από το ευρωσύστημα περίπου 43 δισεκ. ευρώ.
Η απεξάρτηση των τραπεζών από την ΕΚΤ θα είναι μια αργή διαδικασία και θα εξαρτηθεί σε μεσοχρόνια βάση από τις πολιτικές εξελίξεις.
Αν π.χ. υπάρξει αλλαγή πολιτικού σκηνικού στην Ελλάδα η απεξάρτηση των τραπεζών από την ρευστότητα της ΕΚΤ θα είναι πιο αργή και σίγουρα θα χρειαστεί πολύς καιρός ώστε να αναπληρωθεί το χάσμα των 48 δισεκ. από ρευστότητα που θα αντλήσουν οι τράπεζες από τις διεθνείς αγορές.
Άρα τα κεφάλαια των τραπεζών είναι τέτοιας δομής που δεν επιτρέπουν την ανάληψη ρίσκου, ενώ η ρευστότητα των αγορών είναι σχεδόν ανύπαρκτη, οι τράπεζες είναι εξαρτημένες από την ΕΚΤ.
Λόγω αυτών των παραμέτρων και με δεδομένο ότι τα NPLs παραμένουν σε ιστορικά υψηλά 83-84 δισεκ. σε επίπεδο ομίλων είναι κατανοητό γιατί σε 4 χρόνια οι τράπεζες διέθεσαν στην πραγματική οικονομία μόνο 2 δισεκ.
Τα υπόλοιπα δανείων μειώνονται γιατί οι αποπληρωμές είναι περισσότερες από τις νέες χορηγήσεις.
Όμως είναι γεγονός ότι η ζήτηση για δάνεια έχει μειωθεί δραστικά και βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.
Δεν είναι μόνο η δομή των κεφαλαίων και της ρευστότητας των τραπεζών, η χαμηλή ζήτηση δεν επιτρέπει πιστωτική επέκταση.
Το ελληνικό banking σε ένα περιβάλλον κεφαλαιακού ρίσκου, οικονομικού και πολιτικού….δεν θα πρέπει να σκέφτεται ή να εξετάζει την χρηματοδότηση της οικονομίας.
Ούτως ή άλλως η οικονομία είναι αυτοτροφοδοτούμενη.
Επί 4 χρόνια οι επιχειρήσεις συντηρούνταν με ίδια κεφάλαια άρα ο τραπεζικός δανεισμός δεν θα αλλάξει τα οικονομικά δεδομένα.
Οι τράπεζες, δεν μπορούν και δεν πρέπει ακόμη να χρηματοδοτήσουν την οικονομία.
Οποιαδήποτε ανάληψη κινδύνου σε αυτή την φάση…θα αυξήσει το ρίσκο στους ισολογισμούς και θα δημιουργήσει ακόμη μεγαλύτερη ανασφάλεια.
www.bankingnews.gr
Τα τελευταία 4 χρόνια 2010 με 2014 οι καταθέσεις μειώθηκαν στις ελληνικές τράπεζες από τα 237,5 δισεκ. στα 164 δισεκ. και τα δάνεια από τα 257 δισεκ. στα 212 δισεκ.
Οι καταθέσεις μειώθηκαν σωρευτικά κατά 73 δισεκ. και τα δάνεια κατά 45 δισεκ.
Ταυτόχρονα τα NPLs έφθασαν στα 77-78 δισεκ. ή 83 δισεκ. σε επίπεδο ομίλων.
Άρα τα καθαρά δάνεια στο ελληνικό banking είναι 212 – 78 δισεκ. δηλαδή 134 δισεκ. ευρώ.
Ως προς τα κεφάλαια, οι τράπεζες διαθέτουν 32-33 δισεκ. εκ των οποίων 24-25 δισεκ. του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Δηλαδή το ελληνικό banking πρέπει να επιστρέψει 24-25 δισεκ. και τα κεφάλαια αυτά δεν μπορούν να επενδυθούν σε δραστηριότητες ρίσκου.
Ταυτόχρονα η κεφαλαιακή διάρθρωση των τραπεζών είναι τέτοια που παραμένει ακόμη αδύναμη όπως αναφέρει η Standard and Poor’s άπαξ και π.χ. ο αναβαλλόμενος φόρος έφθασε στα 13,4 δισεκ. ευρώ.
Συν τοις άλλοις 2,5 δισεκ. ευρώ των προνομιούχων μετοχών επίσης πρέπει να επιστραφούν από την Εθνική και την Eurobank.
Η κεφαλαιακή διάρθρωση των ελληνικών τραπεζών είναι τέτοια που δεν επιτρέπει στις διοικήσεις των τραπεζών την ανάπτυξη και το ρίσκο σε νέες επενδύσεις ή δάνεια.
Καμία διοίκηση δεν έχει την πολυτέλεια της απεριόριστης κεφαλαιακής επάρκειας ενόψει μάλιστα και της πλήρους εφαρμογής της Βασιλείας ΙΙΙ.
Στο σκέλος των κεφαλαίων οι ελληνικές τράπεζες, δεν είναι τόσο ισχυρές όσο φαίνονται.
Όμως πρόβλημα υπάρχει και στο σκέλος της ρευστότητας.
Με 164 δισεκ. καταθέσεις και 212 δισεκ. δάνεια υπάρχει χάσμα ρευστότητας 48 δισεκ. που καλύπτεται σχεδόν εξολοκλήρου από το ευρωσύστημα περίπου 43 δισεκ. ευρώ.
Η απεξάρτηση των τραπεζών από την ΕΚΤ θα είναι μια αργή διαδικασία και θα εξαρτηθεί σε μεσοχρόνια βάση από τις πολιτικές εξελίξεις.
Αν π.χ. υπάρξει αλλαγή πολιτικού σκηνικού στην Ελλάδα η απεξάρτηση των τραπεζών από την ρευστότητα της ΕΚΤ θα είναι πιο αργή και σίγουρα θα χρειαστεί πολύς καιρός ώστε να αναπληρωθεί το χάσμα των 48 δισεκ. από ρευστότητα που θα αντλήσουν οι τράπεζες από τις διεθνείς αγορές.
Άρα τα κεφάλαια των τραπεζών είναι τέτοιας δομής που δεν επιτρέπουν την ανάληψη ρίσκου, ενώ η ρευστότητα των αγορών είναι σχεδόν ανύπαρκτη, οι τράπεζες είναι εξαρτημένες από την ΕΚΤ.
Λόγω αυτών των παραμέτρων και με δεδομένο ότι τα NPLs παραμένουν σε ιστορικά υψηλά 83-84 δισεκ. σε επίπεδο ομίλων είναι κατανοητό γιατί σε 4 χρόνια οι τράπεζες διέθεσαν στην πραγματική οικονομία μόνο 2 δισεκ.
Τα υπόλοιπα δανείων μειώνονται γιατί οι αποπληρωμές είναι περισσότερες από τις νέες χορηγήσεις.
Όμως είναι γεγονός ότι η ζήτηση για δάνεια έχει μειωθεί δραστικά και βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.
Δεν είναι μόνο η δομή των κεφαλαίων και της ρευστότητας των τραπεζών, η χαμηλή ζήτηση δεν επιτρέπει πιστωτική επέκταση.
Το ελληνικό banking σε ένα περιβάλλον κεφαλαιακού ρίσκου, οικονομικού και πολιτικού….δεν θα πρέπει να σκέφτεται ή να εξετάζει την χρηματοδότηση της οικονομίας.
Ούτως ή άλλως η οικονομία είναι αυτοτροφοδοτούμενη.
Επί 4 χρόνια οι επιχειρήσεις συντηρούνταν με ίδια κεφάλαια άρα ο τραπεζικός δανεισμός δεν θα αλλάξει τα οικονομικά δεδομένα.
Οι τράπεζες, δεν μπορούν και δεν πρέπει ακόμη να χρηματοδοτήσουν την οικονομία.
Οποιαδήποτε ανάληψη κινδύνου σε αυτή την φάση…θα αυξήσει το ρίσκο στους ισολογισμούς και θα δημιουργήσει ακόμη μεγαλύτερη ανασφάλεια.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών