Δεν έχουμε αποφύγει τον κίνδυνο ραγδαίων πολιτικών εξελίξεων, εκτιμά σε συνέντευξή του στο bankingnews.gr, ο οικονομολόγος και καθηγητής Ιωάννης Τσαμουργκέλης.
«Η ελληνική οικονομία βρίσκεται στο βαθύτερο σημείο της κρίσης», διαπιστώνει ο οικονομολόγος και καθηγητής Διεθνών Οικονομικών και Χρηματοοικονομικών στο Τμήμα Ναυτιλίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου, αποδίδοντας ευθύνες για την υπάρχουσα κατάσταση στην κυβέρνηση, η οποία, όπως λέει, «υπό την ιδεολογία του “περίκλειστου και ανάδελφου” έθνους θα ανέτρεπε τις αγορές και την παγκόσμια τάξη πραγμάτων, και εγκατέλειψε κάθε ορθολογισμό δημοσιονομικής και νομισματικής διαχείρισης».
Ο κ. Τσαμουργκέλης, σε συνέντευξή του στο bankingnews.gr, υπογραμμίζει, μεταξύ άλλων, και την «επτάμηνη εκτροπή του 2015», τις συνέπειες της οποίας εισπράττουμε σήμερα, την ώρα που «η χώρα έχει εισέλθει σε ένα φαύλο κύκλο δημοσιονομικών κενών με ευέλπιδα προοπτική να μετατραπεί σε ενάρετο».
Ο καθηγητής, αναζητώντας ένα επιτυχημένο πρότυπο που θα μπορούσε να ακολουθήσει η Ελλάδα, προτείνει είτε «έναν καπιταλισμό αγορών όπως στις ΗΠΑ με ισχυρό και ανεμπόδιστο ανταγωνισμό αλλά και ισχυρότερη εποπτεία εκ μέρους των ρυθμιστικών αρχών», είτε «έναν καπιταλισμό ευρωπαϊκού τύπου με σημαντικούς θεσμούς και παραδόσεις συνεννόησης μεταξύ των παραγωγικών φορέων, του κράτους και των νομισματικών αρχών».
«Το εύρος των συντελεστών της πολιτικής αστάθειας διεθνώς όσο και στη χώρα δεν επιτρέπουν αισιόδοξες προβλέψεις για επιστροφή καταθέσεων και άρση των capital controls», επισημαίνει επίσης.
Σε ό,τι αφορά την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, ο κ. Τσαμουργκέλης εκτιμά πως στην περίπτωση μας, η ανακεφαλαιοποίηση «σαφώς και αναδεικνύεται σε συνιστώσα διαμόρφωσης του φαύλου κύκλου».
Προβλέπει, τέλος, πως είναι υπαρκτός ο κίνδυνος ραγδαίων πολιτικών εξελίξεων.
Διαβάστε αναλυτικά τη συνέντευξη του Ιωάννη Τσαμουργκέλη στο bankingnews.gr:
- Έχοντας πάντα υπόψη τις παθογένειες της Ελλάδας, υπάρχει στον παγκόσμιο χάρτη κάποιο οικονομικό μοντέλο, ένα επιτυχημένο πρότυπο που θα μπορούσαμε να ακολουθήσουμε και να δημιουργήσουμε μία ισχυρή και βιώσιμη οικονομία;
Απάντηση Ι. Τσαμουργκέλη: Ο ιδιότυπος ελληνικός πελατειακός καπιταλισμός εύκολα κατατάσσεται στη συγκριτική των οικονομικών στην κατηγορία των καπιταλισμών ιεραρχικών επιχειρηματικών συμφερόντων που στην περίπτωση μας, συμπεριλαμβάνουν και ιεραρχήσεις συμφερόντων γύρω από ειδικές κοινωνικές ομάδες (πχ υπάλληλοι συγκεκριμένων υπουργείων, ΔΕΚΟ κλπ).
Σε αυτή την «κατηγορία» καπιταλισμού, βασικό χαρακτηριστικό των αγορών είναι οι ολιγοπωλιακές διατάξεις όπου λίγες τον αριθμό επιχειρήσεις ελέγχουν την αγορά μέσω της διαμόρφωσης δικτύων με προνομιούχους ή λιγότερο προνομιούχους συνδεόμενους προμηθευτές ή πωλητές.
Η κατάσταση της ιεραρχικής εξάρτησης επιδεινώνεται σε περιπτώσεις όπου οι ολιγοπωλιακές επιχειρήσεις είναι κρατικοδίαιτες και συνδέουν τον κύκλο εργασιών με τον δημόσιο ή ευρύτερο δημόσιο τομέα. Η υπέρβαση αυτού του μοντέλου μπορεί να μας οδηγήσει είτε σε ένα καπιταλισμό αγορών όπως στις ΗΠΑ με ισχυρό και ανεμπόδιστο ανταγωνισμό αλλά και ισχυρότερη εποπτεία εκ μέρους των ρυθμιστικών αρχών, είτε σε καπιταλισμό ευρωπαϊκού τύπου με σημαντικούς θεσμούς και παραδόσεις συνεννόησης μεταξύ των παραγωγικών φορέων, του κράτους και των νομισματικών αρχών.
Η επιλογή είναι στα χέρια του πολιτικού συστήματος ώστε να κατευθύνει τον ελληνικό σχηματισμό προς την μία ή την άλλη κατεύθυνση.
Όμως πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι η κατεύθυνση αυτή δίδεται μέσω θεσμικών αλλαγών και μεταρρυθμίσεων ώστε οι ίδιες οι αγορές και η ελεύθερη δράση των επιχειρήσεων και των πολιτών να καταλήξει τελικά στη διαμόρφωση του νέου παραγωγικού μοντέλου.
Το παραγωγικό μοντέλο μιας οικονομίας δεν προσδιορίζεται με άμεσες κρατικές παρεμβάσεις όπως σχεδόν όλα τα κόμματα του ελληνικό πολιτικού φάσματος πιστεύουν. Είναι μια παρωχημένη πίστη και αντίληψη κρατισμού –εντέλει-για τον τρόπο που τα κόμματα και το πολιτικό σύστημα επεμβαίνουν στην πραγματική οικονομία, ενώ υποκρύπτει τη μύχια και ανομολόγητη επιθυμία αναπαραγωγής του πελατειακού κράτους και περαιτέρω του συστήματος ιεραρχημένων συμφερόντων προς κομματική συνεκμετάλλευση.
- Το κλίμα για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα άλλαξε άρδην μετά το 2008.
Ακολούθησαν συγχωνεύσεις, εξαγορές, ανακεφαλαιοποιήσεις. Αντέχουν άλλες πιέσεις οι ελληνικές τράπεζες;
Οι ανακεφαλαιοποιήσεις και η συγκεντροποίηση είναι η καρδιά της λειτουργίας του συστήματος που έχει επιλεγεί για την υπέρβαση της κρίσης. Είναι προτεραιότητα που συνυφαίνεται με την αντίληψη ότι η εξυγίανση και τελική κερδοφορία των τραπεζών όσο και η δημοσιονομική εξυγίανση θα φέρει την ανάκαμψη της πραγματικής οικονομίας. Έτσι -και στο πλαίσιο της μη κοινωνικής και πολιτικής διακριτότητας της ασκούμενης εμπράγματης νομισματικής πολιτικής από τις τράπεζες- έχουμε οδηγηθεί σε μια κατάσταση όπου οι τράπεζες χρεώνουν υψηλά επιτόκια χρηματοδοτήσεων και αυξάνουν τα μικτά τους κέρδη χρηματοδοτώντας τα κόκκινα δάνεια και τις άμεσες χρηματοδοτικές ανάγκες του κράτους (έντοκα γραμμάτια και ομόλογα), την ίδια στιγμή που τα υψηλά επιτόκια αυξάνουν τα κόκκινα δάνεια και απαξιώνουν τα περιουσιακά στοιχεία των Ελλήνων δυναμιτίζοντας τη φοροδοτική τους ικανότητα.
Τελικά, μια τέτοια μονοδιάστατη πολιτική εμπλέκει τις οικονομίες σε φαύλο κύκλο που καταλήγει στη αναπαραγωγή δημοσιονομικών κενών όσο και στην χρεωκοπία των ίδιων των τραπεζών. Κάτι που ουσιαστικά έχει επισυμβεί ήδη δύο φορές (το Φεβρουάριο του 2012 και το με το κλείσιμο των τραπεζών και τα capital control το 2015), ενώ η ονομαστική πτώχευση έχει αποφευχθεί με υποχρεωτικές συγχωνεύσεις και τις ανακεφαλαιοποιήσεις (που ειρήσθω εν παρόδω χρηματοδοτούνται από τη διόγκωση του εθνικού χρέους).
Άρα το ερώτημα μετατίθεται στο αν αντέχει άλλο η πραγματική οικονομία να χρηματοδοτεί την αενάως αναβαλλόμενη εξυγίανση των τραπεζών και του δημοσίου.
Μετά από 8 χρόνια σε ύφεση και κρίση πρέπει επιτέλους να αναρωτηθούμε για την αναποτελεσματικότητα σχεδιασμού και εφαρμογής της ασκούμενης πολιτικής και να προσδιορισθούμε από παραδείγματα κρατών που υπερέβησαν την κρίση όπως οι ΗΠΑ ή η Ιρλανδία που έθεσαν ω προτεραιότητα την ανάκαμψη της πραγματικής οικονομίας ως βασικό προαπαιτούμενο για την ουσιαστική και βιώσιμη εξυγίανση του δημόσιου όσο και των τραπεζών.
- Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών προσφέρει λύση ή είναι φαύλος κύκλος;
Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών είναι ένα όχημα που μετατρέπεται σε φαύλο κύκλο εάν δεν ακολουθείται από πολιτικές αύξησης της τραπεζικής χρηματοδότησης και μείωσης των επιτοκίων, σε ένα ολοένα βελτιούμενο δημοσιονομικό περιβάλλον.
Στην περίπτωση μας όπου μετά από κάθε ανακεφαλαιοποίηση συνεχίζεται η μείωση των χρηματοδοτήσεων, η αύξηση των επιτοκίων χρηματοδότησης και η δημοσιονομική αστάθεια, η ανακεφαλαιοποίηση σαφώς και αναδεικνύεται σε συνιστώσα διαμόρφωσης του φαύλου κύκλου.
- Μία από τις προϋποθέσεις για την άρση των capital controls είναι η διαμόρφωση πολιτικής σταθερότητας.
Δεδομένου ότι, όπως όλα δείχνουν, δεν οδεύουμε προς ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις, τι είναι αυτό που εμποδίζει τη χαλάρωση των κεφαλαιακών περιορισμών; Ποιοι κίνδυνοι παραμένουν;
Δεν πιστεύω ότι η χώρα έχει αποφύγει την προοπτική ραγδαίων πολιτικών εξελίξεων. Πολύ περισσότερο η αστάθεια επιδεινώνεται από την έξαρση και μη επίλυση του προσφυγικού, την ασταθή στασιμότητα της παγκόσμια οικονομίας, τις υπαρκτές και αναπτυσσόμενες στρατιωτικές συγκρούσεις την μέση ανατολή και ευρύτερα, την εμπλοκή της ΕΕ σε αποπληθωρισμό και μείωσης της ζήτησης.
Το εύρος των συντελεστών της πολιτικής αστάθειας διεθνώς όσο και στη χώρα δεν επιτρέπουν αισιόδοξες προβλέψεις για επιστροφή καταθέσεων και άρση των capital controls.
Εξάλλου στην άρση της αστάθειας δεν συντείνει ούτε η ασκούμενη νομισματική πολιτική των τραπεζών, όπως η μείωση της χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα και η αύξηση της χρηματοδότησης του δημοσίου (δηλαδή επένδυση στο κατεξοχήν junk bond των διεθνών αγορών), η αυξητική πορεία των επιτοκίων χρηματοδότησης που τροφοδοτεί το πρόβλημα των κόκκινων δανείων, η άρνηση πώλησης προβληματικών δανείων σε ειδικά funds και η επιμονή τους να τα διαχειριστούν οι ίδιες -και οι δορυφορικές εταιρείες συμβούλων- ενόψει μελλοντικών αποδόσεων, την ώρα που κυριολεκτικά βουλιάζει η πραγματική οικονομία.
- Ποιες είναι οι προβλέψεις σας για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους; Αν υπάρξει, πώς πιστεύετε ότι θα γίνει;
Η αναδιάρθρωση δεν εκτιμώ ότι θα περιλαμβάνει κούρεμα.
Μάλλον θα περιοριστεί σε μείωση των επιτοκίων, την επέκταση της διάρκειας του και τη μερική αναδιάρθρωση-αναβολή στην πληρωμή χρεολυσίων τουλάχιστον για κάποιες εκδόσεις.
- Τι δεν πέτυχε η ελληνική κυβέρνηση στον ένα χρόνο διακυβέρνησης;
Τίποτα περισσότερο από την επίταση της αστάθειας, το δημοσιονομικό εκτροχιασμό, τη νομισματική κατάρρευση και την επιστροφή στις ακραίες μορφές πελατειακής διαχείρισης της κυβερνητικής εξουσίας, αναξιοκρατίας και καταπάτησης κάθε έννοιας ίσων ευκαιριών.
- Τα δύο μεγάλα αγκάθια του ασφαλιστικού είναι οι εργοδοτικές εισφορές και οι εισφορές των ελεύθερων επαγγελματιών.
Υπάρχει εναλλακτική πρόταση που θα φέρει και οικονομικά οφέλη αλλά συγχρόνως θα προσφέρει και λύση στις στρεβλώσεις και δυσλειτουργίες που αντιμετωπίζει το σύστημα εδώ και δεκαετίες;
Το ασφαλιστικό σύστημα έχει πτωχεύσει. Κατέρρευσε.
Όμως, όπως κάθε κατάρρευση έτσι και αυτή συνιστά εξορισμού μια νέα αρχή.
Απαιτείται ένα νέος συνολικός σχεδιασμός που να μην περιορίζεται στη λογιστική διαχείριση των χρεωκοπημένων μεγεθών αλλά να επιδιώξει την πλήρη αναδιάρθρωση του συστήματος.
Σαφέστατα και τα δεδομένα επιβάλλουν μείωση των συντάξεων, κυρίως λόγων των γνωστών κοινωνικών αδικιών και την απόδοση υψηλών συντάξεων σε πολίτες που έχουν επαρκή εισοδήματα από εκμεταλλεύσιμα περιουσιακά στοιχεία –όπως επιβεβαιώνουν οι ίδιες οι φορολογικές δηλώσεις.
Σε καμιά περίπτωση δεν συμφωνώ με την αύξηση των εισφορών.
Η παγκόσμια εμπειρία έχει δείξει ότι πριν από κάθε διαχείριση ασφαλιστικών ή φορολογικών συντελεστών προηγείται η δημιουργία ικανών μηχανισμών παρακολούθησης της φοροδοτικής και εισφοροδοτικής ικανότητας.
Αν προηγείται η διαμόρφωση αυτού του εποπτικού-ελεγκτικού μηχανισμού ή καλύτερη εγγύηση για την αύξηση των εισφορών (ή των φορολογικών εσόδων), είναι η μείωση και όχι ή αύξηση των ασφαλιστικών ή φορολογικών συντελεστών.
Συνεπώς, σαφέστατα και υπάρχει εναλλακτική. Αρκεί να ξεφύγουμε από τη λογιστική διαχείριση των αναγκαίων θεσμικών αλλαγών και μεταρρυθμίσεων με τεχνοκρατική επάρκεια και πραγματική αίσθηση κοινωνικής δικαιοσύνης.
- Πώς αποτιμάτε την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας;
Η ελληνική οικονομία βρίσκεται στο βαθύτερο σημείο της κρίσης.
Η χώρα από την ένταξη της στην ΕΟΚ ακολούθησε τη στρατηγική του προσαρμοστικού εκσυγχρονισμού. Συναντούσε τις κανονιστικές απαιτήσεις ή τις εξελίξεις των παγκόσμιων αγορών και έπαιρνε τότε τα άκρως απαραίτητα μέτρα προσαρμογής.
Οι αναβολές των απαραίτητων αλλαγών, οι αλλοιώσεις του περιεχομένου και οι ειδικές ρυθμίσεις που διεκπεραίωναν τα συμφέροντα προνομιούχων κοινωνικών ομάδων και επιχειρηματιών που συνδέονταν με το κράτος ήταν πάντα στην ημερήσια διάταξη.
Σήμερα συγκομίζουμε τα αποτελέσματα των υστερήσεων που σώρευσε ο προσαρμοστικός εκσυγχρονισμός. Κυρίως όμως εισπράττουμε τις συνέπειες της επτάμηνης εκτροπής του 2015 όπου η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ υπό την ιδεολογία του «περίκλειστου και ανάδελφου» έθνους θα ανέτρεπε τις αγορές και την παγκόσμια τάξη πραγμάτων (τι παράνοια), και εγκατέλειψε κάθε ορθολογισμό δημοσιονομικής και νομισματικής διαχείρισης.
Στο μέτρο που τα πράγματα μείνουν ως έχουν κι υπό την τρέχουσα διαχείριση του τρίτου μνημονίου η χώρα έχει εισέλθει σε ένα φαύλο κύκλο δημοσιονομικών κενών με ευέλπιδα προοπτική να μετατραπεί σε ενάρετο, παράγοντας για αρκετά έτη ακόμα ισχυρές -αλλά μειούμενες- απαιτήσεις χρηματοδότησης από τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.
Δεν ξέρω πόσο αισιόδοξο είναι ένα τέτοιο μήνυμα για μια κοινωνία που διανύει τον 8ο χρόνο της κρίσης.
Αθηνά Δημητρακοπούλου
www.bankingnews.gr
Ο κ. Τσαμουργκέλης, σε συνέντευξή του στο bankingnews.gr, υπογραμμίζει, μεταξύ άλλων, και την «επτάμηνη εκτροπή του 2015», τις συνέπειες της οποίας εισπράττουμε σήμερα, την ώρα που «η χώρα έχει εισέλθει σε ένα φαύλο κύκλο δημοσιονομικών κενών με ευέλπιδα προοπτική να μετατραπεί σε ενάρετο».
Ο καθηγητής, αναζητώντας ένα επιτυχημένο πρότυπο που θα μπορούσε να ακολουθήσει η Ελλάδα, προτείνει είτε «έναν καπιταλισμό αγορών όπως στις ΗΠΑ με ισχυρό και ανεμπόδιστο ανταγωνισμό αλλά και ισχυρότερη εποπτεία εκ μέρους των ρυθμιστικών αρχών», είτε «έναν καπιταλισμό ευρωπαϊκού τύπου με σημαντικούς θεσμούς και παραδόσεις συνεννόησης μεταξύ των παραγωγικών φορέων, του κράτους και των νομισματικών αρχών».
«Το εύρος των συντελεστών της πολιτικής αστάθειας διεθνώς όσο και στη χώρα δεν επιτρέπουν αισιόδοξες προβλέψεις για επιστροφή καταθέσεων και άρση των capital controls», επισημαίνει επίσης.
Σε ό,τι αφορά την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, ο κ. Τσαμουργκέλης εκτιμά πως στην περίπτωση μας, η ανακεφαλαιοποίηση «σαφώς και αναδεικνύεται σε συνιστώσα διαμόρφωσης του φαύλου κύκλου».
Προβλέπει, τέλος, πως είναι υπαρκτός ο κίνδυνος ραγδαίων πολιτικών εξελίξεων.
Διαβάστε αναλυτικά τη συνέντευξη του Ιωάννη Τσαμουργκέλη στο bankingnews.gr:
- Έχοντας πάντα υπόψη τις παθογένειες της Ελλάδας, υπάρχει στον παγκόσμιο χάρτη κάποιο οικονομικό μοντέλο, ένα επιτυχημένο πρότυπο που θα μπορούσαμε να ακολουθήσουμε και να δημιουργήσουμε μία ισχυρή και βιώσιμη οικονομία;
Απάντηση Ι. Τσαμουργκέλη: Ο ιδιότυπος ελληνικός πελατειακός καπιταλισμός εύκολα κατατάσσεται στη συγκριτική των οικονομικών στην κατηγορία των καπιταλισμών ιεραρχικών επιχειρηματικών συμφερόντων που στην περίπτωση μας, συμπεριλαμβάνουν και ιεραρχήσεις συμφερόντων γύρω από ειδικές κοινωνικές ομάδες (πχ υπάλληλοι συγκεκριμένων υπουργείων, ΔΕΚΟ κλπ).
Σε αυτή την «κατηγορία» καπιταλισμού, βασικό χαρακτηριστικό των αγορών είναι οι ολιγοπωλιακές διατάξεις όπου λίγες τον αριθμό επιχειρήσεις ελέγχουν την αγορά μέσω της διαμόρφωσης δικτύων με προνομιούχους ή λιγότερο προνομιούχους συνδεόμενους προμηθευτές ή πωλητές.
Η κατάσταση της ιεραρχικής εξάρτησης επιδεινώνεται σε περιπτώσεις όπου οι ολιγοπωλιακές επιχειρήσεις είναι κρατικοδίαιτες και συνδέουν τον κύκλο εργασιών με τον δημόσιο ή ευρύτερο δημόσιο τομέα. Η υπέρβαση αυτού του μοντέλου μπορεί να μας οδηγήσει είτε σε ένα καπιταλισμό αγορών όπως στις ΗΠΑ με ισχυρό και ανεμπόδιστο ανταγωνισμό αλλά και ισχυρότερη εποπτεία εκ μέρους των ρυθμιστικών αρχών, είτε σε καπιταλισμό ευρωπαϊκού τύπου με σημαντικούς θεσμούς και παραδόσεις συνεννόησης μεταξύ των παραγωγικών φορέων, του κράτους και των νομισματικών αρχών.
Η επιλογή είναι στα χέρια του πολιτικού συστήματος ώστε να κατευθύνει τον ελληνικό σχηματισμό προς την μία ή την άλλη κατεύθυνση.
Όμως πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι η κατεύθυνση αυτή δίδεται μέσω θεσμικών αλλαγών και μεταρρυθμίσεων ώστε οι ίδιες οι αγορές και η ελεύθερη δράση των επιχειρήσεων και των πολιτών να καταλήξει τελικά στη διαμόρφωση του νέου παραγωγικού μοντέλου.
Το παραγωγικό μοντέλο μιας οικονομίας δεν προσδιορίζεται με άμεσες κρατικές παρεμβάσεις όπως σχεδόν όλα τα κόμματα του ελληνικό πολιτικού φάσματος πιστεύουν. Είναι μια παρωχημένη πίστη και αντίληψη κρατισμού –εντέλει-για τον τρόπο που τα κόμματα και το πολιτικό σύστημα επεμβαίνουν στην πραγματική οικονομία, ενώ υποκρύπτει τη μύχια και ανομολόγητη επιθυμία αναπαραγωγής του πελατειακού κράτους και περαιτέρω του συστήματος ιεραρχημένων συμφερόντων προς κομματική συνεκμετάλλευση.
- Το κλίμα για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα άλλαξε άρδην μετά το 2008.
Ακολούθησαν συγχωνεύσεις, εξαγορές, ανακεφαλαιοποιήσεις. Αντέχουν άλλες πιέσεις οι ελληνικές τράπεζες;
Οι ανακεφαλαιοποιήσεις και η συγκεντροποίηση είναι η καρδιά της λειτουργίας του συστήματος που έχει επιλεγεί για την υπέρβαση της κρίσης. Είναι προτεραιότητα που συνυφαίνεται με την αντίληψη ότι η εξυγίανση και τελική κερδοφορία των τραπεζών όσο και η δημοσιονομική εξυγίανση θα φέρει την ανάκαμψη της πραγματικής οικονομίας. Έτσι -και στο πλαίσιο της μη κοινωνικής και πολιτικής διακριτότητας της ασκούμενης εμπράγματης νομισματικής πολιτικής από τις τράπεζες- έχουμε οδηγηθεί σε μια κατάσταση όπου οι τράπεζες χρεώνουν υψηλά επιτόκια χρηματοδοτήσεων και αυξάνουν τα μικτά τους κέρδη χρηματοδοτώντας τα κόκκινα δάνεια και τις άμεσες χρηματοδοτικές ανάγκες του κράτους (έντοκα γραμμάτια και ομόλογα), την ίδια στιγμή που τα υψηλά επιτόκια αυξάνουν τα κόκκινα δάνεια και απαξιώνουν τα περιουσιακά στοιχεία των Ελλήνων δυναμιτίζοντας τη φοροδοτική τους ικανότητα.
Τελικά, μια τέτοια μονοδιάστατη πολιτική εμπλέκει τις οικονομίες σε φαύλο κύκλο που καταλήγει στη αναπαραγωγή δημοσιονομικών κενών όσο και στην χρεωκοπία των ίδιων των τραπεζών. Κάτι που ουσιαστικά έχει επισυμβεί ήδη δύο φορές (το Φεβρουάριο του 2012 και το με το κλείσιμο των τραπεζών και τα capital control το 2015), ενώ η ονομαστική πτώχευση έχει αποφευχθεί με υποχρεωτικές συγχωνεύσεις και τις ανακεφαλαιοποιήσεις (που ειρήσθω εν παρόδω χρηματοδοτούνται από τη διόγκωση του εθνικού χρέους).
Άρα το ερώτημα μετατίθεται στο αν αντέχει άλλο η πραγματική οικονομία να χρηματοδοτεί την αενάως αναβαλλόμενη εξυγίανση των τραπεζών και του δημοσίου.
Μετά από 8 χρόνια σε ύφεση και κρίση πρέπει επιτέλους να αναρωτηθούμε για την αναποτελεσματικότητα σχεδιασμού και εφαρμογής της ασκούμενης πολιτικής και να προσδιορισθούμε από παραδείγματα κρατών που υπερέβησαν την κρίση όπως οι ΗΠΑ ή η Ιρλανδία που έθεσαν ω προτεραιότητα την ανάκαμψη της πραγματικής οικονομίας ως βασικό προαπαιτούμενο για την ουσιαστική και βιώσιμη εξυγίανση του δημόσιου όσο και των τραπεζών.
- Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών προσφέρει λύση ή είναι φαύλος κύκλος;
Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών είναι ένα όχημα που μετατρέπεται σε φαύλο κύκλο εάν δεν ακολουθείται από πολιτικές αύξησης της τραπεζικής χρηματοδότησης και μείωσης των επιτοκίων, σε ένα ολοένα βελτιούμενο δημοσιονομικό περιβάλλον.
Στην περίπτωση μας όπου μετά από κάθε ανακεφαλαιοποίηση συνεχίζεται η μείωση των χρηματοδοτήσεων, η αύξηση των επιτοκίων χρηματοδότησης και η δημοσιονομική αστάθεια, η ανακεφαλαιοποίηση σαφώς και αναδεικνύεται σε συνιστώσα διαμόρφωσης του φαύλου κύκλου.
- Μία από τις προϋποθέσεις για την άρση των capital controls είναι η διαμόρφωση πολιτικής σταθερότητας.
Δεδομένου ότι, όπως όλα δείχνουν, δεν οδεύουμε προς ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις, τι είναι αυτό που εμποδίζει τη χαλάρωση των κεφαλαιακών περιορισμών; Ποιοι κίνδυνοι παραμένουν;
Δεν πιστεύω ότι η χώρα έχει αποφύγει την προοπτική ραγδαίων πολιτικών εξελίξεων. Πολύ περισσότερο η αστάθεια επιδεινώνεται από την έξαρση και μη επίλυση του προσφυγικού, την ασταθή στασιμότητα της παγκόσμια οικονομίας, τις υπαρκτές και αναπτυσσόμενες στρατιωτικές συγκρούσεις την μέση ανατολή και ευρύτερα, την εμπλοκή της ΕΕ σε αποπληθωρισμό και μείωσης της ζήτησης.
Το εύρος των συντελεστών της πολιτικής αστάθειας διεθνώς όσο και στη χώρα δεν επιτρέπουν αισιόδοξες προβλέψεις για επιστροφή καταθέσεων και άρση των capital controls.
Εξάλλου στην άρση της αστάθειας δεν συντείνει ούτε η ασκούμενη νομισματική πολιτική των τραπεζών, όπως η μείωση της χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα και η αύξηση της χρηματοδότησης του δημοσίου (δηλαδή επένδυση στο κατεξοχήν junk bond των διεθνών αγορών), η αυξητική πορεία των επιτοκίων χρηματοδότησης που τροφοδοτεί το πρόβλημα των κόκκινων δανείων, η άρνηση πώλησης προβληματικών δανείων σε ειδικά funds και η επιμονή τους να τα διαχειριστούν οι ίδιες -και οι δορυφορικές εταιρείες συμβούλων- ενόψει μελλοντικών αποδόσεων, την ώρα που κυριολεκτικά βουλιάζει η πραγματική οικονομία.
- Ποιες είναι οι προβλέψεις σας για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους; Αν υπάρξει, πώς πιστεύετε ότι θα γίνει;
Η αναδιάρθρωση δεν εκτιμώ ότι θα περιλαμβάνει κούρεμα.
Μάλλον θα περιοριστεί σε μείωση των επιτοκίων, την επέκταση της διάρκειας του και τη μερική αναδιάρθρωση-αναβολή στην πληρωμή χρεολυσίων τουλάχιστον για κάποιες εκδόσεις.
- Τι δεν πέτυχε η ελληνική κυβέρνηση στον ένα χρόνο διακυβέρνησης;
Τίποτα περισσότερο από την επίταση της αστάθειας, το δημοσιονομικό εκτροχιασμό, τη νομισματική κατάρρευση και την επιστροφή στις ακραίες μορφές πελατειακής διαχείρισης της κυβερνητικής εξουσίας, αναξιοκρατίας και καταπάτησης κάθε έννοιας ίσων ευκαιριών.
- Τα δύο μεγάλα αγκάθια του ασφαλιστικού είναι οι εργοδοτικές εισφορές και οι εισφορές των ελεύθερων επαγγελματιών.
Υπάρχει εναλλακτική πρόταση που θα φέρει και οικονομικά οφέλη αλλά συγχρόνως θα προσφέρει και λύση στις στρεβλώσεις και δυσλειτουργίες που αντιμετωπίζει το σύστημα εδώ και δεκαετίες;
Το ασφαλιστικό σύστημα έχει πτωχεύσει. Κατέρρευσε.
Όμως, όπως κάθε κατάρρευση έτσι και αυτή συνιστά εξορισμού μια νέα αρχή.
Απαιτείται ένα νέος συνολικός σχεδιασμός που να μην περιορίζεται στη λογιστική διαχείριση των χρεωκοπημένων μεγεθών αλλά να επιδιώξει την πλήρη αναδιάρθρωση του συστήματος.
Σαφέστατα και τα δεδομένα επιβάλλουν μείωση των συντάξεων, κυρίως λόγων των γνωστών κοινωνικών αδικιών και την απόδοση υψηλών συντάξεων σε πολίτες που έχουν επαρκή εισοδήματα από εκμεταλλεύσιμα περιουσιακά στοιχεία –όπως επιβεβαιώνουν οι ίδιες οι φορολογικές δηλώσεις.
Σε καμιά περίπτωση δεν συμφωνώ με την αύξηση των εισφορών.
Η παγκόσμια εμπειρία έχει δείξει ότι πριν από κάθε διαχείριση ασφαλιστικών ή φορολογικών συντελεστών προηγείται η δημιουργία ικανών μηχανισμών παρακολούθησης της φοροδοτικής και εισφοροδοτικής ικανότητας.
Αν προηγείται η διαμόρφωση αυτού του εποπτικού-ελεγκτικού μηχανισμού ή καλύτερη εγγύηση για την αύξηση των εισφορών (ή των φορολογικών εσόδων), είναι η μείωση και όχι ή αύξηση των ασφαλιστικών ή φορολογικών συντελεστών.
Συνεπώς, σαφέστατα και υπάρχει εναλλακτική. Αρκεί να ξεφύγουμε από τη λογιστική διαχείριση των αναγκαίων θεσμικών αλλαγών και μεταρρυθμίσεων με τεχνοκρατική επάρκεια και πραγματική αίσθηση κοινωνικής δικαιοσύνης.
- Πώς αποτιμάτε την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας;
Η ελληνική οικονομία βρίσκεται στο βαθύτερο σημείο της κρίσης.
Η χώρα από την ένταξη της στην ΕΟΚ ακολούθησε τη στρατηγική του προσαρμοστικού εκσυγχρονισμού. Συναντούσε τις κανονιστικές απαιτήσεις ή τις εξελίξεις των παγκόσμιων αγορών και έπαιρνε τότε τα άκρως απαραίτητα μέτρα προσαρμογής.
Οι αναβολές των απαραίτητων αλλαγών, οι αλλοιώσεις του περιεχομένου και οι ειδικές ρυθμίσεις που διεκπεραίωναν τα συμφέροντα προνομιούχων κοινωνικών ομάδων και επιχειρηματιών που συνδέονταν με το κράτος ήταν πάντα στην ημερήσια διάταξη.
Σήμερα συγκομίζουμε τα αποτελέσματα των υστερήσεων που σώρευσε ο προσαρμοστικός εκσυγχρονισμός. Κυρίως όμως εισπράττουμε τις συνέπειες της επτάμηνης εκτροπής του 2015 όπου η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ υπό την ιδεολογία του «περίκλειστου και ανάδελφου» έθνους θα ανέτρεπε τις αγορές και την παγκόσμια τάξη πραγμάτων (τι παράνοια), και εγκατέλειψε κάθε ορθολογισμό δημοσιονομικής και νομισματικής διαχείρισης.
Στο μέτρο που τα πράγματα μείνουν ως έχουν κι υπό την τρέχουσα διαχείριση του τρίτου μνημονίου η χώρα έχει εισέλθει σε ένα φαύλο κύκλο δημοσιονομικών κενών με ευέλπιδα προοπτική να μετατραπεί σε ενάρετο, παράγοντας για αρκετά έτη ακόμα ισχυρές -αλλά μειούμενες- απαιτήσεις χρηματοδότησης από τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.
Δεν ξέρω πόσο αισιόδοξο είναι ένα τέτοιο μήνυμα για μια κοινωνία που διανύει τον 8ο χρόνο της κρίσης.
Αθηνά Δημητρακοπούλου
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών