Η υγεία και η δύναμη της οικονομίας σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο θα κρίνει και την υγεία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, σημείωσε ο πρόεδρος της Eurobank
Η χαμηλή κερδοφορία, η περιορισμένη ρευστότητα και το υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) και μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) είναι σύμφωνα με τον κ. Νικόλαο Καραμούζη, πρόεδρο της Eurobank, οι τρεις βασικές προκλήσεις, που αντιμετωπίζει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Ωστόσο, μιλώντας στο Λονδίνο και, συγκεκριμένα, στο Ελληνικό Παρατηρητήριο του London School of Economics (LSE), ο πρόεδρος της Eurobank εξέφρασε την άποψη πως για να μπορέσει ο τραπεζικός τομέας να ανταποκριθεί σε αυτές τις προκλήσεις με επιτυχία, ουσιώδες είναι να αποκατασταθεί η οικονομική ανάπτυξη, τα χαμηλότερα επιτόκια, η εμπιστοσύνη και η αυτοπεποίθηση στην ελληνική οικονομία.
Κατά την άποψή μου, είπε ο κ. Καραμούζης, η υγεία και η δύναμη της οικονομίας σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο θα κρίνει και την υγεία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και, με τη σειρά του, την ικανότητα του τραπεζικού συστήματος να στηρίξει και να καταστήσει βιώσιμη την οικονομική ανάπτυξη.
«Με άλλα λόγια, η θετική πιστωτική επέκταση, αν και αναγκαία προϋπόθεση μιας βιώσιμης οικονομική ανάπτυξης, θα υπολείπεται και δε θα οδηγήσει την οικονομική ανάκαμψη», σημείωσε συγκεκριμένα.
Ο πρόεδρος της Eurobank τόνισε, επίσης, ότι το τραπεζικό σύστημα δε μπορεί από μόνο του να επανεκκινήσει την οικονομία της Ελλάδας, καθώς αυτή στηρίζεται επίσης σε μια σειρά από άλλους βασικούς μακροοικονομικούς παράγοντες και πολιτικές παραμέτρους, που βρίσκονται πέρα από τον έλεγχο των τραπεζών.
Στη συνέχεια, ο κ. Καραμούζης επισήμανε ότι το περιβάλλον στο οποίο το ελληνικό τραπεζικό καλείται να λειτουργεί φέρει τα εξής τέσσερα διακριτά χαρακτηριστικά:
Πρώτον, οι ελληνικές τράπεζες είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες και έχουν πάρει τις κατάλληλες προβλέψεις για τα κόκκινα δάνεια, εκτός αν επικρατήσει το πλέον δυσμενές σενάριο μια στάσιμης για χρόνια οικονομίας, ή, ακόμα χειρότερα, μια οικονομίας σε ακόμα μεγαλύτερη ύφεση, με ταυτόχρονη αλλαγή στους ισχύοντες κεφαλαιακούς κανόνες.
Δεύτερον, οι ελληνικές και ευρωπαϊκές τράπεζες αντιμετωπίζουν μια σειρά από σοβαρές προκλήσεις, λόγω των ραγδαίων αλλαγών που σημειώνονται στον χρηματοπιστωτικό τομέα της Ευρώπης, μεταξύ των οποίων:
- τα αρνητικά επιτόκια και η βραδεία ανάπτυξη,
- οι τεχνολογικές εξελίξεις,
- το αυστηρότερο, πιο απαιτητικό και πιο κοστοβόρο ρυθμιστικό πλαίσιο,
- ο ενισχυμένος ανταγωνισμός από τις αγορές και τα μη τραπεζικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
Αυτές οι αντιξοότητες μετατρέπουν το σύνολο του ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα και επηρεάζουν τις ελληνικές τράπεζες, καθώς και αλλάζουν ριζικά την αρχιτεκτονική, την κερδοφορία και το επιχειρηματικό μοντέλο του κλάδου, με αποτέλεσμα, κατά πάσα πιθανότητα, να επισπεύδεται η ενοποίηση και η εξειδίκευση σε όλη την Ευρώπη.
Τρίτον, σε αντίθεση με την πιο παθητική προσέγγιση του παρελθόντος, οι ελληνικές τράπεζες έχουν σήμερα σημαντικά περισσότερους βαθμούς ελευθερίας, ρυθμιστικές πιέσεις, ένα βελτιωμένο πλαίσιο resolution και τα μέσα να ακολουθήσουν μια πιο ενεργή και εστιασμένη στρατηγική για τη μείωση του τεράστιου αποθέματος των ΝΡΕs με έναν γρήγορο, αλλά μεθοδευμένο τρόπο.
Τέταρτον, ο ελληνικός τραπεζικός τομέας βρίσκεται μπροστά, σε σύγκριση με τραπεζικούς κλάδους άλλων χωρών της Ευρωζώνης, σε όρους ενοποίησης, συγκέντρωσης μεριδίων της αγοράς και σε βάθος προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων των δανειακών χαρτοφυλακίων τους.
Ο κ. Καραμούζης αναφέρθηκε στις επιπτώσεις την κρίσης στην ελληνική οικονομία και τον τραπεζικό τομέα, επισημαίνοντας, μεταξύ άλλων, ότι η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα που ακόμα και σήμερα έχει περιορισμένη πρόσβαση στις διεθνείς αγορές, ότι έπρεπε να επιβάλει περιορισμούς στις κινήσεις κεφαλαίων - που διατηρούνται έως σήμερα - και ότι οι ιδιωτικές επενδύσεις στην Ελλάδα κατέρρευσαν από το 23,7% επί του ΑΕΠ το 2008 στο 11,6% επί του ΑΕΠ το 2015, ενώ οι εγχώριες επενδύσεις σε ακίνητα από 11% σε 1%.
Ο κ. Καραμούζης υπενθύμισε, ακόμα, πως η Ελλάδα έφτασε πολύ κοντά στην έξοδο από την Ευρωζώνη, το καλοκαίρι του 2015, αλλά και ότι το κόστος της προσαρμογής που έχει πληρώσει η χώρα είναι τεράστιο και πολύ χειρότερο από το αντίστοιχο κόστος άλλων χωρών, ενώ δεν έχει βγει τελείως από τα προβλήματά της.
Ειδικότερα για τον τραπεζικό τομέα, ο πρόεδρος της Eurobank αναφέρθηκε στο PSI, την εκτίναξη των μη εξυπηρετούμενων δανείων στα ύψη, τον δραματικό περιορισμό της ρευστότητας, την τεράστια εκροή καταθέσεων και τις αβεβαιότητες και τους κινδύνους που σχετίζονταν με το ενδεχόμενο εξόδου της χώρας από την Ευρωζώνη.
Ενδεικτικά, ανέφερε πως τα NPEs εκτινάχτηκαν στα 109 δισ. ευρώ, με το ποσό να αντιστοιχεί στο 50% του συνολικού τραπεζικού δανεισμού.
Αργότερα στην ομιλία του, ο κ. Καραμούζης υπογράμμισε την ανάγκη αποκατάστασης των συνθηκών κανονικών ρευστότητας στον τραπεζικό τομέα.
Ωστόσο, όπως υποστήριξε, η πρόοδος σε αυτό το σημείο εξαρτάται περισσότερο από τα μακροοικονομικά μεγέθη και τις οικονομικές προοπτικές της χώρας, αλλά και την πολιτική και θεσμική σταθερότητα, από ό,τι από τις συνθήκες στις τράπεζες.
Ωστόσο, μιλώντας στο Λονδίνο και, συγκεκριμένα, στο Ελληνικό Παρατηρητήριο του London School of Economics (LSE), ο πρόεδρος της Eurobank εξέφρασε την άποψη πως για να μπορέσει ο τραπεζικός τομέας να ανταποκριθεί σε αυτές τις προκλήσεις με επιτυχία, ουσιώδες είναι να αποκατασταθεί η οικονομική ανάπτυξη, τα χαμηλότερα επιτόκια, η εμπιστοσύνη και η αυτοπεποίθηση στην ελληνική οικονομία.
Κατά την άποψή μου, είπε ο κ. Καραμούζης, η υγεία και η δύναμη της οικονομίας σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο θα κρίνει και την υγεία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και, με τη σειρά του, την ικανότητα του τραπεζικού συστήματος να στηρίξει και να καταστήσει βιώσιμη την οικονομική ανάπτυξη.
«Με άλλα λόγια, η θετική πιστωτική επέκταση, αν και αναγκαία προϋπόθεση μιας βιώσιμης οικονομική ανάπτυξης, θα υπολείπεται και δε θα οδηγήσει την οικονομική ανάκαμψη», σημείωσε συγκεκριμένα.
Ο πρόεδρος της Eurobank τόνισε, επίσης, ότι το τραπεζικό σύστημα δε μπορεί από μόνο του να επανεκκινήσει την οικονομία της Ελλάδας, καθώς αυτή στηρίζεται επίσης σε μια σειρά από άλλους βασικούς μακροοικονομικούς παράγοντες και πολιτικές παραμέτρους, που βρίσκονται πέρα από τον έλεγχο των τραπεζών.
Στη συνέχεια, ο κ. Καραμούζης επισήμανε ότι το περιβάλλον στο οποίο το ελληνικό τραπεζικό καλείται να λειτουργεί φέρει τα εξής τέσσερα διακριτά χαρακτηριστικά:
Πρώτον, οι ελληνικές τράπεζες είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες και έχουν πάρει τις κατάλληλες προβλέψεις για τα κόκκινα δάνεια, εκτός αν επικρατήσει το πλέον δυσμενές σενάριο μια στάσιμης για χρόνια οικονομίας, ή, ακόμα χειρότερα, μια οικονομίας σε ακόμα μεγαλύτερη ύφεση, με ταυτόχρονη αλλαγή στους ισχύοντες κεφαλαιακούς κανόνες.
Δεύτερον, οι ελληνικές και ευρωπαϊκές τράπεζες αντιμετωπίζουν μια σειρά από σοβαρές προκλήσεις, λόγω των ραγδαίων αλλαγών που σημειώνονται στον χρηματοπιστωτικό τομέα της Ευρώπης, μεταξύ των οποίων:
- τα αρνητικά επιτόκια και η βραδεία ανάπτυξη,
- οι τεχνολογικές εξελίξεις,
- το αυστηρότερο, πιο απαιτητικό και πιο κοστοβόρο ρυθμιστικό πλαίσιο,
- ο ενισχυμένος ανταγωνισμός από τις αγορές και τα μη τραπεζικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
Αυτές οι αντιξοότητες μετατρέπουν το σύνολο του ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα και επηρεάζουν τις ελληνικές τράπεζες, καθώς και αλλάζουν ριζικά την αρχιτεκτονική, την κερδοφορία και το επιχειρηματικό μοντέλο του κλάδου, με αποτέλεσμα, κατά πάσα πιθανότητα, να επισπεύδεται η ενοποίηση και η εξειδίκευση σε όλη την Ευρώπη.
Τρίτον, σε αντίθεση με την πιο παθητική προσέγγιση του παρελθόντος, οι ελληνικές τράπεζες έχουν σήμερα σημαντικά περισσότερους βαθμούς ελευθερίας, ρυθμιστικές πιέσεις, ένα βελτιωμένο πλαίσιο resolution και τα μέσα να ακολουθήσουν μια πιο ενεργή και εστιασμένη στρατηγική για τη μείωση του τεράστιου αποθέματος των ΝΡΕs με έναν γρήγορο, αλλά μεθοδευμένο τρόπο.
Τέταρτον, ο ελληνικός τραπεζικός τομέας βρίσκεται μπροστά, σε σύγκριση με τραπεζικούς κλάδους άλλων χωρών της Ευρωζώνης, σε όρους ενοποίησης, συγκέντρωσης μεριδίων της αγοράς και σε βάθος προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων των δανειακών χαρτοφυλακίων τους.
Ο κ. Καραμούζης αναφέρθηκε στις επιπτώσεις την κρίσης στην ελληνική οικονομία και τον τραπεζικό τομέα, επισημαίνοντας, μεταξύ άλλων, ότι η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα που ακόμα και σήμερα έχει περιορισμένη πρόσβαση στις διεθνείς αγορές, ότι έπρεπε να επιβάλει περιορισμούς στις κινήσεις κεφαλαίων - που διατηρούνται έως σήμερα - και ότι οι ιδιωτικές επενδύσεις στην Ελλάδα κατέρρευσαν από το 23,7% επί του ΑΕΠ το 2008 στο 11,6% επί του ΑΕΠ το 2015, ενώ οι εγχώριες επενδύσεις σε ακίνητα από 11% σε 1%.
Ο κ. Καραμούζης υπενθύμισε, ακόμα, πως η Ελλάδα έφτασε πολύ κοντά στην έξοδο από την Ευρωζώνη, το καλοκαίρι του 2015, αλλά και ότι το κόστος της προσαρμογής που έχει πληρώσει η χώρα είναι τεράστιο και πολύ χειρότερο από το αντίστοιχο κόστος άλλων χωρών, ενώ δεν έχει βγει τελείως από τα προβλήματά της.
Ειδικότερα για τον τραπεζικό τομέα, ο πρόεδρος της Eurobank αναφέρθηκε στο PSI, την εκτίναξη των μη εξυπηρετούμενων δανείων στα ύψη, τον δραματικό περιορισμό της ρευστότητας, την τεράστια εκροή καταθέσεων και τις αβεβαιότητες και τους κινδύνους που σχετίζονταν με το ενδεχόμενο εξόδου της χώρας από την Ευρωζώνη.
Ενδεικτικά, ανέφερε πως τα NPEs εκτινάχτηκαν στα 109 δισ. ευρώ, με το ποσό να αντιστοιχεί στο 50% του συνολικού τραπεζικού δανεισμού.
Αργότερα στην ομιλία του, ο κ. Καραμούζης υπογράμμισε την ανάγκη αποκατάστασης των συνθηκών κανονικών ρευστότητας στον τραπεζικό τομέα.
Ωστόσο, όπως υποστήριξε, η πρόοδος σε αυτό το σημείο εξαρτάται περισσότερο από τα μακροοικονομικά μεγέθη και τις οικονομικές προοπτικές της χώρας, αλλά και την πολιτική και θεσμική σταθερότητα, από ό,τι από τις συνθήκες στις τράπεζες.
Ως προς το ζήτημα των NPEs και της μείωσης αυτών, ο πρόεδρος της Eurobank επισήμανε πως οι ελληνικές τράπεζες είναι οι μόνες που έχουν καταθέσει ένα τόσο λεπτομερές και αναλυτικό σχέδιο στις αρχές, οι στόχοι του οποίου βρίσκονται υπό συνεχή έλεγχο.
Ο ίδιος χαρακτήρισε τους στόχους φιλόδοξους, αλλά εφικτούς, ιδίως αν η ανάπτυξη και οι συνθήκες στη χρηματοπιστωτική αγορά βελτιωθούν ταχύτερα του αναμενόμενου.
Πάντως, όπως σημείωσε σε άλλο σημείο, δεν υπάρχουν εύκολες ή γρήγορες λύσεις για το τεράστιο πρόβλημα NPEs της Ελλάδας.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι ελληνικές τράπεζες θα πρέπει να επιταχύνουν τη χρήση των διαθέσιμων εργαλείων και μεθόδων, ώστε να παράσχουν στους πελάτες τους βιώσιμες λύσεις αναδιάρθρωσης χρησιμοποιώντας ένα δυναμικό μοντέλο των απωλειών, συμπεριλαμβανομένης της διαγραφής χρεών.
«Χρειαζόμαστε μια αποτελεσματική διαδικασία επίλυσης των NPEs και τη χρειαζόμαστε γρήγορα», είπε.
Πέρα από τις προσπάθειες των τραπεζών, εντούτοις, παράγοντας-κλειδί για την ανάπτυξη και τις επενδύσεις παραμένουν οι μακροοικονομικές πολιτικές συνθήκες, σημείωσε ο ίδιος.
Επιπροσθέτως, μια βιώσιμη συμφωνία για την αναδιάρθρωση του χρέους της χώρας είναι, επίσης, σημαντικός παράγοντας, όπως και η διασφάλιση της συμμετοχής της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Αυτοί οι παράγοντες θα μπορούσαν να δράσουν καταλυτικά στη βελτίωση του οικονομικού κλίματος.
«Οι Ευρωπαίοι εταίροι μας, παρά τα δικά τους εγχώρια πολιτικά ζητήματα, θα πρέπει να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους και τις υποσχέσεις τους για το ζήτημα της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους», σημείωσε, μεταξύ άλλων.
Τέλος, ο τρίτος παράγοντας είναι η επιστροφή της χώρας σε έναν δρόμο βιώσιμης ανάπτυξης, υπογράμμισε ο κ. Καραμούζης.
www.bankingnews.gr
Πέρα από τις προσπάθειες των τραπεζών, εντούτοις, παράγοντας-κλειδί για την ανάπτυξη και τις επενδύσεις παραμένουν οι μακροοικονομικές πολιτικές συνθήκες, σημείωσε ο ίδιος.
Επιπροσθέτως, μια βιώσιμη συμφωνία για την αναδιάρθρωση του χρέους της χώρας είναι, επίσης, σημαντικός παράγοντας, όπως και η διασφάλιση της συμμετοχής της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Αυτοί οι παράγοντες θα μπορούσαν να δράσουν καταλυτικά στη βελτίωση του οικονομικού κλίματος.
«Οι Ευρωπαίοι εταίροι μας, παρά τα δικά τους εγχώρια πολιτικά ζητήματα, θα πρέπει να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους και τις υποσχέσεις τους για το ζήτημα της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους», σημείωσε, μεταξύ άλλων.
Τέλος, ο τρίτος παράγοντας είναι η επιστροφή της χώρας σε έναν δρόμο βιώσιμης ανάπτυξης, υπογράμμισε ο κ. Καραμούζης.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών