"Η Ελλάδα έκανε ό,τι προβλεπόταν να κάνει", αναφέρει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος(ΤτΕ), Γιάννης Στουρνάρας
«Από το επόμενο κιόλας Eurogroup πρέπει να εξειδικευθούν όσο το δυνατόν περισσότερο τα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, τα οποία, όπως έχει συμφωνηθεί πέρυσι, θα εφαρμοστούν μετά το τέλος του προγράμματος», τονίζει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος(ΤτΕ), Γιάννης Στουρνάρας, σε άρθρο του στην "Καθημερινή της Κυριακής".
«Η Ελλάδα έκανε ό,τι προβλεπόταν να κάνει.
Αυτά όμως δεν αρκούν για να εξαλειφθεί η αβεβαιότητα και να κινηθεί ανοδικά η οικονομία.
Οι εταίροι μας πρέπει να αναλάβουν και αυτοί την ευθύνη τους» προσθέτει και σημειώνει πως από το Eurogroup πρέπει να εξειδικευθούν τα μέτρα για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, και μάλιστα «αυτή η εξειδίκευση πρέπει να γίνει διότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές στις οποίες η Ελλάδα πρέπει να προσφύγει μετά το τέλος του τρέχοντος προγράμματος (το καλοκαίρι του 2018), απαιτούν να γνωρίζουν από τώρα εάν το χρέος είναι βιώσιμο ή όχι.
Όλοι αντιλαμβανόμαστε σήμερα ότι η έξοδος στις αγορές μετά το τέλος του προγράμματος είναι μονόδρομος.
Ουδείς, ούτε οι εταίροι ούτε η Ελλάδα, έχει διάθεση για άλλο μνημόνιο».
Περαιτέρω, αναφέρει ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε κρίσιμο σημείο και μάλιστα «από το 2010 μέχρι σήμερα η Ελλάδα έχει επιτύχει πρωτοφανή, για το χρονικά της ΕΕ αλλά και του ΟΟΣΑ, διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών».
Προσθέτει ότι από το 2010 επιτεύχθηκε βελτίωση κατά 25% στην ανταγωνιστικότητα σε όρους κόστους εργασίας, έχουν υλοποιηθεί πολλές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στις αγορές εργασίας και προϊόντων, καθώς και στη δημόσια διοίκηση.
«Κανένας δεν μπορεί να αγνοήσει αυτά τα επιτεύγματα, που έγιναν εφικτά χάρη στις θυσίες του ελληνικού λαού μετά το 2010», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα «έχουμε ακόμα πολύ δρόμο να διανύσουμε», καθώς αυτό που έχει επιτευχθεί είναι μόνο η αρχή ενός νέου αναπτυξιακού προτύπου, που βασίζεται σε υγιή θεμελιώδη μεγέθη και υψηλότερη ανταγωνιστικότητα.
Όπως αναφέρει, «χρειαζόμαστε ακόμη μεγαλύτερη οικειοποίηση με τις ιδιωτικοποιήσεις.
Με τις συνεργασίας δημόσιου-ιδιωτικού τομέα, ακόμα και σε τομείς που μέχρι σήμερα θεωρούνταν ταμπού όπως το ασφαλιστικό, η υγεία, η παιδεία κ.λπ.
Αρκετές ακόμη μεταρρυθμίσεις στην αγορά ενέργειας, στην αγορά προϊόντων, υπηρεσιών και ορισμένων επαγγελμάτων για να αυξηθεί η παραγωγικότητα. Αξιολόγηση των δομών του δημόσιου τομέα, μέτρα για την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας σε όλη τη δημόσια διοίκηση, μέτρα για τη γρήγορη απονομή της δικαιοσύνης, πλήρη σεβασμό στην ανεξαρτησία των θεσμών».
Κατά τον ίδιο, «απομένει να αντιμετωπιστεί ο μεγάλος όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων και το πρόβλημα των λεγόμενων στρατηγικών κακοπληρωτών, που αποτελούν τροχοπέδη όχι μόνο στην εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος, αλλά και στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Μεγάλο ζητούμενο σήμερα είναι η προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων, προκειμένου να καλυφθεί το μεγάλο επενδυτικό κενό, με έμφαση στους πιο παραγωγικούς τομείς της οικονομίας».
Ακόμη, υπενθυμίζει ότι η ΤτΕ έχει ήδη κάνει συγκεκριμένες προτάσεις για μια ήπια αναδιάρθρωση του χρέους, όπως για παράδειγμα η μετάθεση της μέσης σταθμικής διάρκειας αποπληρωμής των τόκων των δανείων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) κατά 8,5 χρόνια τουλάχιστον.
Όπως τονίζει, «αυτή η πρόταση ήπιας αναδιάρθρωση του χρέους είναι ζωτικής σημασίας για τη χώρα, ενώ για τους εταίρους της συνεπάγονται ελάχιστο μόνο κόστος».
Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, τα παραπάνω θα ανοίξουν τον δρόμο για την ένταξη των ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, το οποίο με τη σειρά του θα διευκολύνει την πρόσβαση στις αγορές και θα στηρίξει περαιτέρω την οικονομική ανάκαμψη.
«Αυτό θα θέσει σε κίνηση έναν ενάρετο κύκλο που θα σηματοδοτεί την εμπιστοσύνη των επενδυτών στις οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας, ενώ θα ενθαρρύνει την επιστροφή των καταθέσεων στις τράπεζες, την επιστροφή στις χρηματοπιστωτικές αγορές μετά το τέλος του τρέχοντες προγράμματος και σε τελευταίο στάδιο, την άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων», υπογραμμίζει ο κ. Στουρνάρας.
«Σε αυτό το κρίσιμο σημείο, περαιτέρω λάθη και οπισθοδρομήσεις δεν επιτρέπονται», καταλήγει.
www.bankingnews.gr
«Η Ελλάδα έκανε ό,τι προβλεπόταν να κάνει.
Αυτά όμως δεν αρκούν για να εξαλειφθεί η αβεβαιότητα και να κινηθεί ανοδικά η οικονομία.
Οι εταίροι μας πρέπει να αναλάβουν και αυτοί την ευθύνη τους» προσθέτει και σημειώνει πως από το Eurogroup πρέπει να εξειδικευθούν τα μέτρα για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, και μάλιστα «αυτή η εξειδίκευση πρέπει να γίνει διότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές στις οποίες η Ελλάδα πρέπει να προσφύγει μετά το τέλος του τρέχοντος προγράμματος (το καλοκαίρι του 2018), απαιτούν να γνωρίζουν από τώρα εάν το χρέος είναι βιώσιμο ή όχι.
Όλοι αντιλαμβανόμαστε σήμερα ότι η έξοδος στις αγορές μετά το τέλος του προγράμματος είναι μονόδρομος.
Ουδείς, ούτε οι εταίροι ούτε η Ελλάδα, έχει διάθεση για άλλο μνημόνιο».
Περαιτέρω, αναφέρει ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε κρίσιμο σημείο και μάλιστα «από το 2010 μέχρι σήμερα η Ελλάδα έχει επιτύχει πρωτοφανή, για το χρονικά της ΕΕ αλλά και του ΟΟΣΑ, διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών».
Προσθέτει ότι από το 2010 επιτεύχθηκε βελτίωση κατά 25% στην ανταγωνιστικότητα σε όρους κόστους εργασίας, έχουν υλοποιηθεί πολλές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στις αγορές εργασίας και προϊόντων, καθώς και στη δημόσια διοίκηση.
«Κανένας δεν μπορεί να αγνοήσει αυτά τα επιτεύγματα, που έγιναν εφικτά χάρη στις θυσίες του ελληνικού λαού μετά το 2010», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα «έχουμε ακόμα πολύ δρόμο να διανύσουμε», καθώς αυτό που έχει επιτευχθεί είναι μόνο η αρχή ενός νέου αναπτυξιακού προτύπου, που βασίζεται σε υγιή θεμελιώδη μεγέθη και υψηλότερη ανταγωνιστικότητα.
Όπως αναφέρει, «χρειαζόμαστε ακόμη μεγαλύτερη οικειοποίηση με τις ιδιωτικοποιήσεις.
Με τις συνεργασίας δημόσιου-ιδιωτικού τομέα, ακόμα και σε τομείς που μέχρι σήμερα θεωρούνταν ταμπού όπως το ασφαλιστικό, η υγεία, η παιδεία κ.λπ.
Αρκετές ακόμη μεταρρυθμίσεις στην αγορά ενέργειας, στην αγορά προϊόντων, υπηρεσιών και ορισμένων επαγγελμάτων για να αυξηθεί η παραγωγικότητα. Αξιολόγηση των δομών του δημόσιου τομέα, μέτρα για την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας σε όλη τη δημόσια διοίκηση, μέτρα για τη γρήγορη απονομή της δικαιοσύνης, πλήρη σεβασμό στην ανεξαρτησία των θεσμών».
Κατά τον ίδιο, «απομένει να αντιμετωπιστεί ο μεγάλος όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων και το πρόβλημα των λεγόμενων στρατηγικών κακοπληρωτών, που αποτελούν τροχοπέδη όχι μόνο στην εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος, αλλά και στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Μεγάλο ζητούμενο σήμερα είναι η προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων, προκειμένου να καλυφθεί το μεγάλο επενδυτικό κενό, με έμφαση στους πιο παραγωγικούς τομείς της οικονομίας».
Ακόμη, υπενθυμίζει ότι η ΤτΕ έχει ήδη κάνει συγκεκριμένες προτάσεις για μια ήπια αναδιάρθρωση του χρέους, όπως για παράδειγμα η μετάθεση της μέσης σταθμικής διάρκειας αποπληρωμής των τόκων των δανείων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) κατά 8,5 χρόνια τουλάχιστον.
Όπως τονίζει, «αυτή η πρόταση ήπιας αναδιάρθρωση του χρέους είναι ζωτικής σημασίας για τη χώρα, ενώ για τους εταίρους της συνεπάγονται ελάχιστο μόνο κόστος».
Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, τα παραπάνω θα ανοίξουν τον δρόμο για την ένταξη των ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, το οποίο με τη σειρά του θα διευκολύνει την πρόσβαση στις αγορές και θα στηρίξει περαιτέρω την οικονομική ανάκαμψη.
«Αυτό θα θέσει σε κίνηση έναν ενάρετο κύκλο που θα σηματοδοτεί την εμπιστοσύνη των επενδυτών στις οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας, ενώ θα ενθαρρύνει την επιστροφή των καταθέσεων στις τράπεζες, την επιστροφή στις χρηματοπιστωτικές αγορές μετά το τέλος του τρέχοντες προγράμματος και σε τελευταίο στάδιο, την άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων», υπογραμμίζει ο κ. Στουρνάρας.
«Σε αυτό το κρίσιμο σημείο, περαιτέρω λάθη και οπισθοδρομήσεις δεν επιτρέπονται», καταλήγει.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών