Τι αναφέρει η απόφαση του δικαστηρίου που δικαιώνει την Εθνική τράπεζα για το ΛΕΠΕΤΕ
Η μία απόφαση διαδέχεται την άλλη στο δικαστικό σήριαλ μεταξύ της Εθνικής Τράπεζας και του επικουρικού λογαριασμού ΛΕΠΕΤΕ των συνταξιούχων της τράπεζας.
Με απόφαση (8060/2018) στις 21/11/2018 του αρμόδιου δικαστηρίου, η Εθνική Τράπεζα κέρδισε τα ασφαλιστικά μέτρα έναντι των συνταξιούχων και την παραδοχή ότι δεν υπάρχει δεσμευτική υποχρέωση για καταβολή ή εγγύηση των παροχών του λογαριασμού.
Όπως σχετικά αναφέρεται στην απόφαση:
Από όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν, πιθανολογούνται τα ακόλουθα:
Ο Λογαριασμός Επικούρησης Προσωπικού της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας (ΛΕΠΕΤΕ) συνεστήθη το 1949 και ο κανονισμός του ενεκρίθη με την από 18.9.1949 απόφαση του Γενικού Συμβουλίου της καθ’ ης και ετέθη σε ισχύ από την 1.10.1949 με σκοπό την παροχή μηνιαίας επικουρικής σύνταξης στους δικαιούχους, που αποχωρούν από την εργασία τους ή στις οικογένειες τους.
Ο ΛΕΠΕΤΕ δεν αποτελεί εκδήλωση μετεργασιακής μέριμνας του εργοδότη και λειτουργεί καθ’ υποκατάσταση της δημόσιας επικουρικής ασφάλισης.
Ειδικότερα, ο εν λόγω Λογαριασμός δεν έχει νομική προσωπικότητα και αντιμετωπίζεται τόσο από το νόμο όσο και από τη νομολογία ως φορέας κοινωνικής ασφάλισης ομόλογος προς τους κρατικούς ασφαλιστικούς οργανισμούς.
Δυνάμει του άρθρου 5 παρ. 2 του κανονισμού του ΛΕΠΕΤΕ η καθ’ ης ανέλαβε μόνο την υποχρέωση καταβολής εισφοράς, που ανέρχεται σε ποσοστό 5%.
Από τις διατάξεις των άρθρων του ανωτέρω κανονισμού προκύπτει ότι η καθ’ ης, εκτός από την ανωτέρω ενοχική δέσμευση, ουδεμία άλλη υποχρέωση ανέλαβε για καταβολή ή εγγύηση των παροχών του λογαριασμού.
Συγκεκριμένα, από καμμία διάταξη του εν λόγω κανονισμού απορρέει υποχρέωση της τράπεζας για κάλυψη των πιθανών ελλειμμάτων ούτε προκύπτει εγγυητική ευθύνη της έναντι των ασφαλισμένων για την καταβολή των συντάξεων τους (βλ. και ΑΠ 1330/2018).
Αντιθέτως, από τα προσκομιζόμενα από την καθ’ ης ιδιωτικά συμφωνητικά, που υπεγράφησαν μεταξύ αυτής και της διαχειριστικής επιτροπής του ΛΕΠΕΤΕ, προκύπτει ότι η χορήγηση των ποσών από την καθ’ ης στον ΛΕΠΕΤΕ από 13.12.2007 έως 22.6.2017 αποτελούσε έκτακτη ταμειακή διευκόλυνση αυτού, ουδεμία δέσμευση της τράπεζας δημιουργούσε για το μέλλον και γινόταν υπό τη μορφή δανείου, το οποίο ο ΛΕΠΕΤΕ ανελάμβανε την υποχρέωση να επιστρέψει το συντομώτερο δυνατό.
Πρέπει δε να επισημανθεί ότι και υπό την εκδοχή των αιτούντων ότι οι παροχές της καθ’ ης προς τον ΛΕΠΕΤΕ συνιστούσαν οικειοθελείς παροχές, που καταβάλλονταν από επιχειρησιακή συνήθεια, η καταβολή αυτών δεν δέσμευε την καθ’ ης να καλύψει τα ελλείμματα του ΛΕΠΕΤΕ λόγω των ρητών κατά τα προδιαληφθέντα επιφυλάξεων της καθ’ ης περί του αντιθέτου.
Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση και ως ουσιαστικά αβάσιμη και να καταδικασθούν οι αιτούντες, λόγω της ήττας τους, στα δικαστικά έξοδα της καθ’ ης (άρθρο 176 του ΚΠολΔ), όπως ειδικώτερα ορίζεται στο διατακτικό.
Υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι λίαν συντόμως θα έρθει πρόταση που θα αποτελέσει και την βάση του συμβιβασμού.
Η πρόταση αυτή διαφέρει προφανώς από το ισχύον καθεστώς που δεν μπορεί να συνεχιστεί λόγω αντικειμενικών και ρεαλιστικών παραδοχών.
Οι συνταξιούχοι θα πρέπει να γίνουν σεβαστοί και να τιμηθούν....όμως θα πρέπει να κατανοήσουν ότι το παλαιό καθεστώς δεν μπορεί να συνεχιστεί.
www.bankingnews.gr
Με απόφαση (8060/2018) στις 21/11/2018 του αρμόδιου δικαστηρίου, η Εθνική Τράπεζα κέρδισε τα ασφαλιστικά μέτρα έναντι των συνταξιούχων και την παραδοχή ότι δεν υπάρχει δεσμευτική υποχρέωση για καταβολή ή εγγύηση των παροχών του λογαριασμού.
Όπως σχετικά αναφέρεται στην απόφαση:
Από όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν, πιθανολογούνται τα ακόλουθα:
Ο Λογαριασμός Επικούρησης Προσωπικού της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας (ΛΕΠΕΤΕ) συνεστήθη το 1949 και ο κανονισμός του ενεκρίθη με την από 18.9.1949 απόφαση του Γενικού Συμβουλίου της καθ’ ης και ετέθη σε ισχύ από την 1.10.1949 με σκοπό την παροχή μηνιαίας επικουρικής σύνταξης στους δικαιούχους, που αποχωρούν από την εργασία τους ή στις οικογένειες τους.
Ο ΛΕΠΕΤΕ δεν αποτελεί εκδήλωση μετεργασιακής μέριμνας του εργοδότη και λειτουργεί καθ’ υποκατάσταση της δημόσιας επικουρικής ασφάλισης.
Ειδικότερα, ο εν λόγω Λογαριασμός δεν έχει νομική προσωπικότητα και αντιμετωπίζεται τόσο από το νόμο όσο και από τη νομολογία ως φορέας κοινωνικής ασφάλισης ομόλογος προς τους κρατικούς ασφαλιστικούς οργανισμούς.
Δυνάμει του άρθρου 5 παρ. 2 του κανονισμού του ΛΕΠΕΤΕ η καθ’ ης ανέλαβε μόνο την υποχρέωση καταβολής εισφοράς, που ανέρχεται σε ποσοστό 5%.
Από τις διατάξεις των άρθρων του ανωτέρω κανονισμού προκύπτει ότι η καθ’ ης, εκτός από την ανωτέρω ενοχική δέσμευση, ουδεμία άλλη υποχρέωση ανέλαβε για καταβολή ή εγγύηση των παροχών του λογαριασμού.
Συγκεκριμένα, από καμμία διάταξη του εν λόγω κανονισμού απορρέει υποχρέωση της τράπεζας για κάλυψη των πιθανών ελλειμμάτων ούτε προκύπτει εγγυητική ευθύνη της έναντι των ασφαλισμένων για την καταβολή των συντάξεων τους (βλ. και ΑΠ 1330/2018).
Αντιθέτως, από τα προσκομιζόμενα από την καθ’ ης ιδιωτικά συμφωνητικά, που υπεγράφησαν μεταξύ αυτής και της διαχειριστικής επιτροπής του ΛΕΠΕΤΕ, προκύπτει ότι η χορήγηση των ποσών από την καθ’ ης στον ΛΕΠΕΤΕ από 13.12.2007 έως 22.6.2017 αποτελούσε έκτακτη ταμειακή διευκόλυνση αυτού, ουδεμία δέσμευση της τράπεζας δημιουργούσε για το μέλλον και γινόταν υπό τη μορφή δανείου, το οποίο ο ΛΕΠΕΤΕ ανελάμβανε την υποχρέωση να επιστρέψει το συντομώτερο δυνατό.
Πρέπει δε να επισημανθεί ότι και υπό την εκδοχή των αιτούντων ότι οι παροχές της καθ’ ης προς τον ΛΕΠΕΤΕ συνιστούσαν οικειοθελείς παροχές, που καταβάλλονταν από επιχειρησιακή συνήθεια, η καταβολή αυτών δεν δέσμευε την καθ’ ης να καλύψει τα ελλείμματα του ΛΕΠΕΤΕ λόγω των ρητών κατά τα προδιαληφθέντα επιφυλάξεων της καθ’ ης περί του αντιθέτου.
Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση και ως ουσιαστικά αβάσιμη και να καταδικασθούν οι αιτούντες, λόγω της ήττας τους, στα δικαστικά έξοδα της καθ’ ης (άρθρο 176 του ΚΠολΔ), όπως ειδικώτερα ορίζεται στο διατακτικό.
Υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι λίαν συντόμως θα έρθει πρόταση που θα αποτελέσει και την βάση του συμβιβασμού.
Η πρόταση αυτή διαφέρει προφανώς από το ισχύον καθεστώς που δεν μπορεί να συνεχιστεί λόγω αντικειμενικών και ρεαλιστικών παραδοχών.
Οι συνταξιούχοι θα πρέπει να γίνουν σεβαστοί και να τιμηθούν....όμως θα πρέπει να κατανοήσουν ότι το παλαιό καθεστώς δεν μπορεί να συνεχιστεί.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών