Η περαιτέρω μείωση των NPEs ο βασικός στόχος των ελληνικών τραπεζών
Στα επιτεύγματα αλλά και στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει τόσο η ελληνική οικονομία όσο και το τραπεζικό σύστημα, αναφέρθηκε ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, Νικόλαος Καραμούζης, στο συνέδριο του Economist, το οποίο πραγματοποιείται στη Γερμανία.
Στην εισαγωγική του ομιλία ο κ. Καραμούζης, πραγματοποίησε μία «ανασκόπηση» της κρίσης στην οποία διήλθε η ελληνική οικονομία, στις αιτίες που αυτή δημιουργήθηκε αλλά και στις επιπτώσεις τις οποίες είχε.
Προσέθεσε, όμως, ότι μετά από την ολοκλήρωση των προγραμμάτων στήριξης και την τεράστια δημοσιονομική προσαρμογή που επιτεύχθηκε, η οικονομία αρχίζει να δείχνει σημάδια ανάκαμψης, τα οποία θα σταθεροποιηθούν εάν υπάρξουν ορισμένες βασικές κινήσεις.
Όπως υπογράμμισε ο κ. Καραμούζης η Ελλάδα εξακολουθεί να βρίσκεται αντιμέτωπη με ορισμένες βασικές προκλήσεις, μεταξύ των οποίων το γεγονός ότι η ανάκαμψη στις επενδύσεις παραμένει αργή, ενώ την ίδια ώρα η υψηλή φορολογία πλήττει πραγματικά την οικονομία.
Αναφερόμενος στο τραπεζικό σύστημα τόνισε ότι έχει υπάρξει σαφής βελτίωση, με το βασικό πρόβλημα να παραμένει το υψηλό επίπεδο Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (NPEs).
Αναλυτικά η ομιλία του κ. Καραμούζη
Όπως γνωρίζουμε όλοι, η Ελλάδα επλήγη από μια πρωτοφανή κρίση το 2009 η οποία χτίστηκε εδώ και χρόνια.
Η κρίση διήρκεσε για 8 οδυνηρά χρόνια, προκαλώντας μερικές φορές την συνοχή της ευρωζώνης και είχε ως αποτέλεσμα ένα τεράστιο κοινωνικό, οικονομικό και οικονομικό κόστος.
Οι κύριες αιτίες της κρίσης ήταν οι εξής:
- Τα πρωτοφανή ελλείμματα του δημοσιονομικού και του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (τόσο στο 15,1% του ΑΕΠ το 2009),
- μια έντονη επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας,
- μια έντονη αύξηση της κατανάλωσης και των εισαγωγών,
Τα οποία τροφοδοτήθηκαν από:
- μία αλόγιστη πιστωτική επέκταση
- αυξήσεις των μισθών υπερβαίνουν τις αυξήσεις της παραγωγικότητας και
- απεριόριστη προσφορά διεθνούς χρηματοδότησης με χαμηλό κόστος
Στην κορυφή της κρίσης Ελλάδα:
- Έχασε περισσότερο από το ¼ του ΑΕΠ,
- Η ανεργία αυξήθηκε στο 27,7%
- Η ιδιωτική επένδυση κατέρρευσε στο 7,7% του ΑΕΠ,
- Το ήμισυ των συνολικών καταθέσεων έφυγαν από το τραπεζικό σύστημα (117 δισ. Ευρώ),
- Η απόδοση των 10ετών κρατικών ομολόγων εκτινάχθηκε στο 37%,
- Οι τιμές των ακινήτων μειώθηκαν κατά 42,4%
- Οι τιμές στη χρηματιστηριακή αγορά κατέρρευσαν κατά 89%,
- Οι τράπεζες έπρεπε να ανακεφαλαιοποιηθούν τρεις φορές με συνολική ιδιωτική και κρατική εισφορά κεφαλαίου ύψους 64 δισ. ευρώ.
Η χώρα έχασε οποιαδήποτε πρόσβαση στις διεθνείς αγορές στις αρχές του 2010 και διασώθηκε από μια πλήρη ανατιμημένη χρεοκοπία, χάρη:
- Τα τρία προγράμματα χρηματοοικονομικής βοήθειας που παρείχαν οι Ευρωπαίοι εταίροι μας και το ΔΝΤ ύψους 289 δισ. ευρώ
- Τη σταθερή υποστήριξη του Ευρωσυστήματος, η οποία στο αποκορύφωμα της κρίσης παρείχε σχεδόν 160 δισ. ευρώ σε ρευστότητα προς τις ελληνικές τράπεζες και την οικονομία.
Σήμερα, μετά από 8 οδυνηρά χρόνια, η Ελλάδα αποχώρησε με επιτυχία από τα οικονομικά προγράμματα βοήθειας, αλλά δεν εξήλθε από τα προβλήματα και οι βασικές προκλήσεις παραμένουν μπροστά μας.
ΕΙΔΙΚΑ :
- Η ανάπτυξη επέστρεψε, υπολογιζόμενη στο 2% το 2018,
- Η ανεργία μειώνεται στο 19,4%,
- Οι μακροοικονομικές ανισορροπίες και η απώλεια ανταγωνιστικότητας έχουν διορθωθεί και στην πραγματικότητα η χώρα επιτυγχάνει πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα στο 4% του ΑΕΠ τα τελευταία τρία χρόνια,
- Οι κυριότεροι δείκτες παρουσιάζουν θετική ανοδική τάση,
- Η Ελλάδα έχει γίνει μια πιο ανοικτή οικονομία με εξαγωγές στο 33% του ΑΕΠ από 18,5% πριν από την κρίση και παρατηρείται αύξηση,
- Η ρευστότητα βελτιώνεται και
- Οι Άμεσες Ξένες Επενδύσεις βρίσκονται σε ανοδική πορεία.
Αλλά, όπως ανέφερα προηγουμένως, παραμένουν βασικές προκλήσεις, οι οποίες υπονομεύουν την ικανότητα της χώρας να επιτύχει μια πολύ πιο απαιτητική και βιώσιμη αναπτυξιακή πορεία.
Η ταχεία και βιώσιμη ανάπτυξη είναι απαραίτητη για τη θεραπεία των προβλημάτων που κληρονόμησε η μεγάλη κρίση, ιδιαίτερα υψηλή ανεργία, η υπερχρέωση κράτους και ιδιωτών που μειώνει το βιοτικό επίπεδο και το πρωτοφανές επίπεδο ΝΡΕ.
Βασικές προκλήσεις πολιτικής που βρίσκονται μπροστά μας είναι οι εξής:
- Η ανάκαμψη των ιδιωτικών επενδύσεων παραμένει υποτονική,
- Οι εξαιρετικά υψηλοί φορολογικοί συντελεστές σκοτώνουν την οικονομία.
- Απαιτείται ένας διαφορετικός συνδυασμός δημοσιονομικής πολιτικής που είναι περισσότερο φιλικός προς την ανάπτυξη,
- Τα πρωτοφανή επίπεδα NPE στον τραπεζικό τομέα συνιστούν σημαντικό πρόβλημα για την οικονομία,
- Η εφαρμογή των βασικών μεταρρυθμίσεων καθυστερεί, ιδίως οι ιδιωτικοποιήσεις, ο εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης και του δικαστικού συστήματος, το άνοιγμα των αγορών προϊόντων στον ανταγωνισμό και η δημιουργία ενός πλαισίου φιλικού προς την ανάπτυξη και τις επιχειρήσεις,
- Τα ασφάλιστρα κινδύνου και το επιτόκιο εξακολουθούν να βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα (10 δισ. ελληνικά κρατικά ομόλογα διαπραγματεύονται σήμερα περίπου 230 μονάδες βάσης υψηλότερα σε σύγκριση με κυρίαρχα πορτογαλικά ομόλογα) που δεν διευκολύνουν την ταχύτερη ανάπτυξη και αντανακλούν ότι η αξιοπιστία της πολιτικής και η εμπιστοσύνη της αγοράς εξακολουθούν να αποτελούν ζήτημα στην αγορά,
- Η κατανάλωση διατηρείται μέσω της διεύρυνσης όχι της υγιούς βελτίωσης των προσωπικών εισοδημάτων και της παραγωγικότητας,
- Οι εξαιρετικά υψηλές δεσμεύσεις πρωτογενών πλεονασμάτων αποτελούν εμπόδιο στην οικονομία.
- Η μεσοπρόθεσμη διατηρησιμότητα του δημόσιου χρέους εξακολουθεί να αποτελεί θέμα αλλά δεν επηρεάζει ουσιαστικά την τρέχουσα οικονομική πολιτική.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι συνθήκες στην ελληνική τραπεζική βελτιώνονται σταθερά και η βασική πρόκληση, «ο ελέφαντας στην αίθουσα», παραμένει το πρωτοφανές επίπεδο των NPEs.
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν περάσει με επιτυχία τα stress tests μόλις πριν από λίγους μήνες, αλλά οι αγορές παραμένουν σκεπτικιστές.
Η ρευστότητα και η πρόσβαση στις αγορές βελτιώνονται, οι συνολικές καταθέσεις στο σύστημα αυξήθηκαν κατά 10 δισ. ευρώ το 2018.
Η εξάρτηση από το Ευρωσύστημα μειώθηκε από περίπου 130 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2015 σε περίπου 12 δισ. ευρώ
Οι έλεγχοι κεφαλαίου έχουν μειωθεί αλλά δεν έχουν αρθεί πλήρως.
Οι σημαντικές ελληνικές τράπεζες έχουν δημιουργήσει οργανικά κερδοφόρα προϊόντα διατηρώντας το φθίνον αλλά και υγιές εισόδημα προ προβλέψεων άνω των 3,6 δισ. ευρώ ετησίως το 2018 (9M18 ετήσια), τα οποία θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως αποθεματικό για την αντιμετώπιση πρόσθετων ΝΡΕ.
Οι σημαντικές ελληνικές τράπεζες έχουν μειώσει τα ΕΑΠ από € 107 δισ. το 2016 σε περίπου. 83 δισ. ευρώ κατά τους πρώτους 9 μήνες του 2018.
Επιπλέον, είναι πολύ πιθανό να εκπληρωθούν οι αναγγελθέντες στόχοι μείωσης των NPE για το 2018 και έχουν θέσει ένα φιλόδοξο πρόγραμμα για τη μείωση τους στα 33,1 δισ. ευρώ μέχρι τα τέλη του 2021, χρησιμοποιώντας όλες τις διαθέσιμες τεχνικές (διαγραφή, τιτλοποιήσεις και αποσυγκέντρωση, συντήρηση και είσπραξη μετρητών, πώληση δανείων και REOs, ανάθεση διαχείρισης σε τρίτους διαχειριστές).
Παρά την κρίση, οι ελληνικές τράπεζες επενδύουν σε μεγάλο βαθμό στην τεχνολογία και την ψηφιοποίηση και μετασχηματίζουν το επιχειρησιακό και επιχειρησιακό τους μοντέλο για να ανταποκριθούν στις συνεχιζόμενες προκλήσεις.
Υπολογίζω ότι σχεδόν τα ένα δισ. ευρώ θα επενδυθούν στην τεχνολογική αναβάθμιση από τις τέσσερις συστημικές τα επόμενα τρία χρόνια και παράλληλα, θα αναδιοργανώσουν και θα εξορθολογήσουν τις λειτουργίες τους και το δίκτυο καταστημάτων, μειώνοντας το κόστος και τον αριθμό των καταστημάτων.
Οι ελληνικές τράπεζες, που βρίσκονται στην κορυφή της μεγάλης πρόκλησης της διαχείρισης ενός πρωτοφανούς επιπέδου αποθεμάτων NPE, πρέπει επίσης να αντιμετωπίσουν
- εντεινόμενο ανταγωνισμό,
- πιο απαιτητικό και δαπανηρό ρυθμιστικό και εποπτικό πλαίσιο,
- την ανάγκη χρήσης των τεχνολογικών καινοτομιών προκειμένου να υπάρξει αναδιοργάνωση του παραδοσιακού τραπεζικού μοντέλου.
Είναι ενδιαφέρον να γνωρίζουμε ότι στην Ελλάδα υπάρχει μια δραματική μετατόπιση των προτιμήσεων των πελατών σε κανάλια τραπεζικών συναλλαγών τα τελευταία χρόνια.
Σήμερα, μόνο το 23% όλων των νομισματικών συναλλαγών περνάει από ένα υποκατάστημα έναντι 40% το 2014, ενώ η χρήση του e και m banking έχει φθάσει στο 37% των συνολικών νομισματικών συναλλαγών έναντι 19% το 2014.
Τέλος, πρόσφατα διεξάγονται εκτενείς συζητήσεις επίσημης και αγοράς σχετικά με την επιτάχυνση των σχεδίων μείωσης των NPE και την ανάγκη ταχύτερων καθαρισμών των χαρτοφυλακίων NPE.
Η Eurobank παρουσίασε πρόσφατα ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, μια ιδιωτική λύση για την επιτάχυνση της μείωσης του NPE και την ενίσχυση των δεικτών κεφαλαίου που έλαβε καλά από την αγορά.
Η Τράπεζα της Ελλάδος και το Υπουργείο Οικονομικών σε συνεργασία με το ΤΧΣ εργάζονται σε δομές που στοχεύουν στην παροχή των μέσων για την επιτάχυνση της μείωσης των NPE, κινήσεις που είναι ευπρόσδεκτες πρωτοβουλίες που θα συζητηθούν από τις τράπεζες, λαμβάνοντας υπόψη ότι κάθε μία από τις τράπεζες ήδη εφαρμόζει το δικό της σχέδιο αντιμετώπισης με επιταχυνόμενο τρόπο με την πρόκληση NPE.
www.bankingnews.gr
Στην εισαγωγική του ομιλία ο κ. Καραμούζης, πραγματοποίησε μία «ανασκόπηση» της κρίσης στην οποία διήλθε η ελληνική οικονομία, στις αιτίες που αυτή δημιουργήθηκε αλλά και στις επιπτώσεις τις οποίες είχε.
Προσέθεσε, όμως, ότι μετά από την ολοκλήρωση των προγραμμάτων στήριξης και την τεράστια δημοσιονομική προσαρμογή που επιτεύχθηκε, η οικονομία αρχίζει να δείχνει σημάδια ανάκαμψης, τα οποία θα σταθεροποιηθούν εάν υπάρξουν ορισμένες βασικές κινήσεις.
Όπως υπογράμμισε ο κ. Καραμούζης η Ελλάδα εξακολουθεί να βρίσκεται αντιμέτωπη με ορισμένες βασικές προκλήσεις, μεταξύ των οποίων το γεγονός ότι η ανάκαμψη στις επενδύσεις παραμένει αργή, ενώ την ίδια ώρα η υψηλή φορολογία πλήττει πραγματικά την οικονομία.
Αναφερόμενος στο τραπεζικό σύστημα τόνισε ότι έχει υπάρξει σαφής βελτίωση, με το βασικό πρόβλημα να παραμένει το υψηλό επίπεδο Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (NPEs).
Αναλυτικά η ομιλία του κ. Καραμούζη
Όπως γνωρίζουμε όλοι, η Ελλάδα επλήγη από μια πρωτοφανή κρίση το 2009 η οποία χτίστηκε εδώ και χρόνια.
Η κρίση διήρκεσε για 8 οδυνηρά χρόνια, προκαλώντας μερικές φορές την συνοχή της ευρωζώνης και είχε ως αποτέλεσμα ένα τεράστιο κοινωνικό, οικονομικό και οικονομικό κόστος.
Οι κύριες αιτίες της κρίσης ήταν οι εξής:
- Τα πρωτοφανή ελλείμματα του δημοσιονομικού και του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (τόσο στο 15,1% του ΑΕΠ το 2009),
- μια έντονη επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας,
- μια έντονη αύξηση της κατανάλωσης και των εισαγωγών,
Τα οποία τροφοδοτήθηκαν από:
- μία αλόγιστη πιστωτική επέκταση
- αυξήσεις των μισθών υπερβαίνουν τις αυξήσεις της παραγωγικότητας και
- απεριόριστη προσφορά διεθνούς χρηματοδότησης με χαμηλό κόστος
Στην κορυφή της κρίσης Ελλάδα:
- Έχασε περισσότερο από το ¼ του ΑΕΠ,
- Η ανεργία αυξήθηκε στο 27,7%
- Η ιδιωτική επένδυση κατέρρευσε στο 7,7% του ΑΕΠ,
- Το ήμισυ των συνολικών καταθέσεων έφυγαν από το τραπεζικό σύστημα (117 δισ. Ευρώ),
- Η απόδοση των 10ετών κρατικών ομολόγων εκτινάχθηκε στο 37%,
- Οι τιμές των ακινήτων μειώθηκαν κατά 42,4%
- Οι τιμές στη χρηματιστηριακή αγορά κατέρρευσαν κατά 89%,
- Οι τράπεζες έπρεπε να ανακεφαλαιοποιηθούν τρεις φορές με συνολική ιδιωτική και κρατική εισφορά κεφαλαίου ύψους 64 δισ. ευρώ.
Η χώρα έχασε οποιαδήποτε πρόσβαση στις διεθνείς αγορές στις αρχές του 2010 και διασώθηκε από μια πλήρη ανατιμημένη χρεοκοπία, χάρη:
- Τα τρία προγράμματα χρηματοοικονομικής βοήθειας που παρείχαν οι Ευρωπαίοι εταίροι μας και το ΔΝΤ ύψους 289 δισ. ευρώ
- Τη σταθερή υποστήριξη του Ευρωσυστήματος, η οποία στο αποκορύφωμα της κρίσης παρείχε σχεδόν 160 δισ. ευρώ σε ρευστότητα προς τις ελληνικές τράπεζες και την οικονομία.
Σήμερα, μετά από 8 οδυνηρά χρόνια, η Ελλάδα αποχώρησε με επιτυχία από τα οικονομικά προγράμματα βοήθειας, αλλά δεν εξήλθε από τα προβλήματα και οι βασικές προκλήσεις παραμένουν μπροστά μας.
ΕΙΔΙΚΑ :
- Η ανάπτυξη επέστρεψε, υπολογιζόμενη στο 2% το 2018,
- Η ανεργία μειώνεται στο 19,4%,
- Οι μακροοικονομικές ανισορροπίες και η απώλεια ανταγωνιστικότητας έχουν διορθωθεί και στην πραγματικότητα η χώρα επιτυγχάνει πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα στο 4% του ΑΕΠ τα τελευταία τρία χρόνια,
- Οι κυριότεροι δείκτες παρουσιάζουν θετική ανοδική τάση,
- Η Ελλάδα έχει γίνει μια πιο ανοικτή οικονομία με εξαγωγές στο 33% του ΑΕΠ από 18,5% πριν από την κρίση και παρατηρείται αύξηση,
- Η ρευστότητα βελτιώνεται και
- Οι Άμεσες Ξένες Επενδύσεις βρίσκονται σε ανοδική πορεία.
Αλλά, όπως ανέφερα προηγουμένως, παραμένουν βασικές προκλήσεις, οι οποίες υπονομεύουν την ικανότητα της χώρας να επιτύχει μια πολύ πιο απαιτητική και βιώσιμη αναπτυξιακή πορεία.
Η ταχεία και βιώσιμη ανάπτυξη είναι απαραίτητη για τη θεραπεία των προβλημάτων που κληρονόμησε η μεγάλη κρίση, ιδιαίτερα υψηλή ανεργία, η υπερχρέωση κράτους και ιδιωτών που μειώνει το βιοτικό επίπεδο και το πρωτοφανές επίπεδο ΝΡΕ.
Βασικές προκλήσεις πολιτικής που βρίσκονται μπροστά μας είναι οι εξής:
- Η ανάκαμψη των ιδιωτικών επενδύσεων παραμένει υποτονική,
- Οι εξαιρετικά υψηλοί φορολογικοί συντελεστές σκοτώνουν την οικονομία.
- Απαιτείται ένας διαφορετικός συνδυασμός δημοσιονομικής πολιτικής που είναι περισσότερο φιλικός προς την ανάπτυξη,
- Τα πρωτοφανή επίπεδα NPE στον τραπεζικό τομέα συνιστούν σημαντικό πρόβλημα για την οικονομία,
- Η εφαρμογή των βασικών μεταρρυθμίσεων καθυστερεί, ιδίως οι ιδιωτικοποιήσεις, ο εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης και του δικαστικού συστήματος, το άνοιγμα των αγορών προϊόντων στον ανταγωνισμό και η δημιουργία ενός πλαισίου φιλικού προς την ανάπτυξη και τις επιχειρήσεις,
- Τα ασφάλιστρα κινδύνου και το επιτόκιο εξακολουθούν να βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα (10 δισ. ελληνικά κρατικά ομόλογα διαπραγματεύονται σήμερα περίπου 230 μονάδες βάσης υψηλότερα σε σύγκριση με κυρίαρχα πορτογαλικά ομόλογα) που δεν διευκολύνουν την ταχύτερη ανάπτυξη και αντανακλούν ότι η αξιοπιστία της πολιτικής και η εμπιστοσύνη της αγοράς εξακολουθούν να αποτελούν ζήτημα στην αγορά,
- Η κατανάλωση διατηρείται μέσω της διεύρυνσης όχι της υγιούς βελτίωσης των προσωπικών εισοδημάτων και της παραγωγικότητας,
- Οι εξαιρετικά υψηλές δεσμεύσεις πρωτογενών πλεονασμάτων αποτελούν εμπόδιο στην οικονομία.
- Η μεσοπρόθεσμη διατηρησιμότητα του δημόσιου χρέους εξακολουθεί να αποτελεί θέμα αλλά δεν επηρεάζει ουσιαστικά την τρέχουσα οικονομική πολιτική.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι συνθήκες στην ελληνική τραπεζική βελτιώνονται σταθερά και η βασική πρόκληση, «ο ελέφαντας στην αίθουσα», παραμένει το πρωτοφανές επίπεδο των NPEs.
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν περάσει με επιτυχία τα stress tests μόλις πριν από λίγους μήνες, αλλά οι αγορές παραμένουν σκεπτικιστές.
Η ρευστότητα και η πρόσβαση στις αγορές βελτιώνονται, οι συνολικές καταθέσεις στο σύστημα αυξήθηκαν κατά 10 δισ. ευρώ το 2018.
Η εξάρτηση από το Ευρωσύστημα μειώθηκε από περίπου 130 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2015 σε περίπου 12 δισ. ευρώ
Οι έλεγχοι κεφαλαίου έχουν μειωθεί αλλά δεν έχουν αρθεί πλήρως.
Οι σημαντικές ελληνικές τράπεζες έχουν δημιουργήσει οργανικά κερδοφόρα προϊόντα διατηρώντας το φθίνον αλλά και υγιές εισόδημα προ προβλέψεων άνω των 3,6 δισ. ευρώ ετησίως το 2018 (9M18 ετήσια), τα οποία θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως αποθεματικό για την αντιμετώπιση πρόσθετων ΝΡΕ.
Οι σημαντικές ελληνικές τράπεζες έχουν μειώσει τα ΕΑΠ από € 107 δισ. το 2016 σε περίπου. 83 δισ. ευρώ κατά τους πρώτους 9 μήνες του 2018.
Επιπλέον, είναι πολύ πιθανό να εκπληρωθούν οι αναγγελθέντες στόχοι μείωσης των NPE για το 2018 και έχουν θέσει ένα φιλόδοξο πρόγραμμα για τη μείωση τους στα 33,1 δισ. ευρώ μέχρι τα τέλη του 2021, χρησιμοποιώντας όλες τις διαθέσιμες τεχνικές (διαγραφή, τιτλοποιήσεις και αποσυγκέντρωση, συντήρηση και είσπραξη μετρητών, πώληση δανείων και REOs, ανάθεση διαχείρισης σε τρίτους διαχειριστές).
Παρά την κρίση, οι ελληνικές τράπεζες επενδύουν σε μεγάλο βαθμό στην τεχνολογία και την ψηφιοποίηση και μετασχηματίζουν το επιχειρησιακό και επιχειρησιακό τους μοντέλο για να ανταποκριθούν στις συνεχιζόμενες προκλήσεις.
Υπολογίζω ότι σχεδόν τα ένα δισ. ευρώ θα επενδυθούν στην τεχνολογική αναβάθμιση από τις τέσσερις συστημικές τα επόμενα τρία χρόνια και παράλληλα, θα αναδιοργανώσουν και θα εξορθολογήσουν τις λειτουργίες τους και το δίκτυο καταστημάτων, μειώνοντας το κόστος και τον αριθμό των καταστημάτων.
Οι ελληνικές τράπεζες, που βρίσκονται στην κορυφή της μεγάλης πρόκλησης της διαχείρισης ενός πρωτοφανούς επιπέδου αποθεμάτων NPE, πρέπει επίσης να αντιμετωπίσουν
- εντεινόμενο ανταγωνισμό,
- πιο απαιτητικό και δαπανηρό ρυθμιστικό και εποπτικό πλαίσιο,
- την ανάγκη χρήσης των τεχνολογικών καινοτομιών προκειμένου να υπάρξει αναδιοργάνωση του παραδοσιακού τραπεζικού μοντέλου.
Είναι ενδιαφέρον να γνωρίζουμε ότι στην Ελλάδα υπάρχει μια δραματική μετατόπιση των προτιμήσεων των πελατών σε κανάλια τραπεζικών συναλλαγών τα τελευταία χρόνια.
Σήμερα, μόνο το 23% όλων των νομισματικών συναλλαγών περνάει από ένα υποκατάστημα έναντι 40% το 2014, ενώ η χρήση του e και m banking έχει φθάσει στο 37% των συνολικών νομισματικών συναλλαγών έναντι 19% το 2014.
Τέλος, πρόσφατα διεξάγονται εκτενείς συζητήσεις επίσημης και αγοράς σχετικά με την επιτάχυνση των σχεδίων μείωσης των NPE και την ανάγκη ταχύτερων καθαρισμών των χαρτοφυλακίων NPE.
Η Eurobank παρουσίασε πρόσφατα ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, μια ιδιωτική λύση για την επιτάχυνση της μείωσης του NPE και την ενίσχυση των δεικτών κεφαλαίου που έλαβε καλά από την αγορά.
Η Τράπεζα της Ελλάδος και το Υπουργείο Οικονομικών σε συνεργασία με το ΤΧΣ εργάζονται σε δομές που στοχεύουν στην παροχή των μέσων για την επιτάχυνση της μείωσης των NPE, κινήσεις που είναι ευπρόσδεκτες πρωτοβουλίες που θα συζητηθούν από τις τράπεζες, λαμβάνοντας υπόψη ότι κάθε μία από τις τράπεζες ήδη εφαρμόζει το δικό της σχέδιο αντιμετώπισης με επιταχυνόμενο τρόπο με την πρόκληση NPE.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών