Μεγαλύτερα ή μικρότερα τραπεζικά σχήματα;
Eνα νέο κεφάλαιο ανοίγουν οι εποπτικές αρχές με προπομπό τον SSM σε ότι αφορά τις χρηματοδοτικές πιστώσεις.
Η νέα ηγεσία του ευρωπαϊκού μηχανισμού με μεγάλη εμπειρία πλέον στο θέμα των κόκκινων δανείων είναι φανερό πως επιχειρεί να αντιμετωπίσει εκτός από τα υπάρχοντα προβλήματα και εκείνα που μπορεί να ανακύψουν μελλοντικά.
Οι επόπτες θέλουν με κάθε τρόπο και κάθε τίμημα να αποτρέψουν τη δημιουργία μιας νέας γενιάς κόκκινων δανείων και για το λόγο αυτόν δημιουργούν μια καινούρια σειρά προτύπων που θα τεθούν σε διαβούλευση και θα διέπουν τις χρηματοδοτήσεις. Το θέμα αυτό αφορά ιδιαίτερα τη χώρα μας που δυστυχώς συνεχίζει να έχει τη μερίδα του λέοντος στην πίτα των κόκκινων δανείων.
Ο SSM επιζητεί οι τράπεζες να χορηγούν με ασφάλεια ή έστω με σχετική ασφάλεια.
Τα παραπάνω πρότυπα θα σταθμίζουν τον κίνδυνο με την τιμολόγηση του εκάστοτε δανείου και θα βασίζονται σε κάποιου τύπου μοντέλα που ετοιμάζουν οι εποπτικές αρχές, τα οποία θα δοθούν στα πιστωτικά ιδρύματα προκειμένου να υποστούν τις αντίστοιχες προσαρμογές στην διάρκεια μιας διαβούλευσης.
Τα μοντέλα αυτά τείνουν να παρακολουθήσουν τη λογική στάθμισης κινδύνου που εφαρμόζουν οι ασφαλιστικές εταιρίες προκειμένου να συνάψουν κάποιο συμβόλαιο, χωρίς ωστόσο την αντασφάλεια, αφού οι πιστώσεις όπου χρειάζεται φέρουν ήδη υποχρεωτική ασφάλιση από κάποιους κινδύνους.
Σε ότι αφορά τις μακροπρόθεσμες πιστώσεις αυτές υφίστανται επανατιμολόγηση (αλλαγή επιτοκίου) με βάση τα δεδομένα της οικονομίας.
Εάν πρόκειται βραχυπρόθεσμες αυτές ούτως ή άλλως επανατιμολογούνται στη λήξη τους.
Τα νέα πρότυπα πάντως, ιδιαίτερα στις μακροχρόνιες πιστώσεις, πέραν της πορείας της οικονομίας θα περιλαμβάνουν και άλλα στοιχεία.
Η επανατιμολόγηση είναι πιθανόν να λαμβάνει χώρα όχι λόγω οικονομικών εξελίξεων αλλά και προοπτικών που αφορούν τον ίδιο τον δανειολήπτη.
Φυσικά όλη η παραπάνω κουλτούρα ενδέχεται να περιορίσει ακόμη περισσότερο τη δράση αλλά και την ανταγωνιστικότητα των τραπεζών.
Από την άλλη κρίνεται απαραίτητη για μια ασφαλέστερη επανεκκίνηση χρηματοδότησης οικονομιών που έχουν μείνει πίσω από την κρίση όπως στην περίπτωση της χώρας μας.
Ανοιχτό αλλά όχι δυνατό το ενδεχόμενο για μεγαλύτερα τραπεζικά σχήματα
Η ανάγκη των τραπεζών να εισέλθουν σε μια κανονικότητα είναι κάτι το οποίο υποδηλώνεται με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ιδιαίτερα στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου που το χρηματοπιστωτικό σύστημα υπέστη τρομερές πιέσεις την τελευταία δεκαετία
Αν και δεν είναι δουλειά του επόπτη να κρίνει κατά πόσον τα πιστωτικά ιδρύματα μπορούν να οδηγηθούν σε περαιτέρω συγχώνευση, οι ευρωπαϊκοί μηχανισμοί αφήνουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο ανοιχτό σε σχέση με το ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Μπορεί όμως κάτι τέτοιο να συμβεί;
Στην Ελλάδα δεν υπάρχει υπερπροσφορά τραπεζικών υπηρεσιών. Ετσι ο μόνος λόγος να συμβεί μια περαιτέρω ενοποίηση τραπεζών είναι η ενδεχόμενη ανεπάρκεια κεφαλαίων.
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν κεφαλαιακή επάρκεια και η χώρα έχει μπει σε δρόμο ανάπτυξης.
Άρα τι είναι αυτό που μπορεί τελικώς θα μπορούσε δυνητικά να οδηγήσει τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας και στην προβολή του σε ακόμη μεγαλύτερα τραπεζικά σχήματα;
Σύμφωνα με έγκυρες τραπεζικές πηγές τα δεδομένα που διαμορφώνουν οι κανόνες της Βασιλείας ΙΙΙ που θα ισχύσουν από την 1.1.2022 και πολύ περισσότερο της Βασιλείας ΙV που πάντως η εφαρμογή της έχει μακρινό ορίζοντα (2027) ενδέχεται να αποτελέσουν τους λόγους για τους οποίους οι νέες κεφαλαιακές απαιτήσεις για τις τράπεζες θα αυξηθούν.
Ωστόσο η μεγάλη περίοδος μετάβασης μπορεί να οδηγήσει και σε καινούρια αναθεώρηση των κανόνων αλλά και σε νέα δεδομένα στην τραπεζική αγορά στο σύνολό της.
Ακόμη κανείς δεν μπορεί να προβλέψει, πως θα διαμορφωθεί η αγορά την ερχόμενη διετία με την εξέλιξη της τεχνολογίας και τους νέους παρόχους τραπεζικών υπηρεσιών.
Όταν η εικόνα της νέας αγοράς κατασταλάξει, τότε θα φανεί η ανάγκη για μεγαλύτερα σχήματα ή ακόμη και για μικρότερα παρατηρούν τραπεζικές πηγές.
Αυτή την εικόνα λοιπόν, τραπεζικοί κύκλοι λένε πως δεν πρόκειται να την έχουμε πριν το 2021.
www.bankingnews.gr
Η νέα ηγεσία του ευρωπαϊκού μηχανισμού με μεγάλη εμπειρία πλέον στο θέμα των κόκκινων δανείων είναι φανερό πως επιχειρεί να αντιμετωπίσει εκτός από τα υπάρχοντα προβλήματα και εκείνα που μπορεί να ανακύψουν μελλοντικά.
Οι επόπτες θέλουν με κάθε τρόπο και κάθε τίμημα να αποτρέψουν τη δημιουργία μιας νέας γενιάς κόκκινων δανείων και για το λόγο αυτόν δημιουργούν μια καινούρια σειρά προτύπων που θα τεθούν σε διαβούλευση και θα διέπουν τις χρηματοδοτήσεις. Το θέμα αυτό αφορά ιδιαίτερα τη χώρα μας που δυστυχώς συνεχίζει να έχει τη μερίδα του λέοντος στην πίτα των κόκκινων δανείων.
Ο SSM επιζητεί οι τράπεζες να χορηγούν με ασφάλεια ή έστω με σχετική ασφάλεια.
Τα παραπάνω πρότυπα θα σταθμίζουν τον κίνδυνο με την τιμολόγηση του εκάστοτε δανείου και θα βασίζονται σε κάποιου τύπου μοντέλα που ετοιμάζουν οι εποπτικές αρχές, τα οποία θα δοθούν στα πιστωτικά ιδρύματα προκειμένου να υποστούν τις αντίστοιχες προσαρμογές στην διάρκεια μιας διαβούλευσης.
Τα μοντέλα αυτά τείνουν να παρακολουθήσουν τη λογική στάθμισης κινδύνου που εφαρμόζουν οι ασφαλιστικές εταιρίες προκειμένου να συνάψουν κάποιο συμβόλαιο, χωρίς ωστόσο την αντασφάλεια, αφού οι πιστώσεις όπου χρειάζεται φέρουν ήδη υποχρεωτική ασφάλιση από κάποιους κινδύνους.
Σε ότι αφορά τις μακροπρόθεσμες πιστώσεις αυτές υφίστανται επανατιμολόγηση (αλλαγή επιτοκίου) με βάση τα δεδομένα της οικονομίας.
Εάν πρόκειται βραχυπρόθεσμες αυτές ούτως ή άλλως επανατιμολογούνται στη λήξη τους.
Τα νέα πρότυπα πάντως, ιδιαίτερα στις μακροχρόνιες πιστώσεις, πέραν της πορείας της οικονομίας θα περιλαμβάνουν και άλλα στοιχεία.
Η επανατιμολόγηση είναι πιθανόν να λαμβάνει χώρα όχι λόγω οικονομικών εξελίξεων αλλά και προοπτικών που αφορούν τον ίδιο τον δανειολήπτη.
Φυσικά όλη η παραπάνω κουλτούρα ενδέχεται να περιορίσει ακόμη περισσότερο τη δράση αλλά και την ανταγωνιστικότητα των τραπεζών.
Από την άλλη κρίνεται απαραίτητη για μια ασφαλέστερη επανεκκίνηση χρηματοδότησης οικονομιών που έχουν μείνει πίσω από την κρίση όπως στην περίπτωση της χώρας μας.
Ανοιχτό αλλά όχι δυνατό το ενδεχόμενο για μεγαλύτερα τραπεζικά σχήματα
Η ανάγκη των τραπεζών να εισέλθουν σε μια κανονικότητα είναι κάτι το οποίο υποδηλώνεται με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ιδιαίτερα στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου που το χρηματοπιστωτικό σύστημα υπέστη τρομερές πιέσεις την τελευταία δεκαετία
Αν και δεν είναι δουλειά του επόπτη να κρίνει κατά πόσον τα πιστωτικά ιδρύματα μπορούν να οδηγηθούν σε περαιτέρω συγχώνευση, οι ευρωπαϊκοί μηχανισμοί αφήνουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο ανοιχτό σε σχέση με το ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Μπορεί όμως κάτι τέτοιο να συμβεί;
Στην Ελλάδα δεν υπάρχει υπερπροσφορά τραπεζικών υπηρεσιών. Ετσι ο μόνος λόγος να συμβεί μια περαιτέρω ενοποίηση τραπεζών είναι η ενδεχόμενη ανεπάρκεια κεφαλαίων.
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν κεφαλαιακή επάρκεια και η χώρα έχει μπει σε δρόμο ανάπτυξης.
Άρα τι είναι αυτό που μπορεί τελικώς θα μπορούσε δυνητικά να οδηγήσει τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας και στην προβολή του σε ακόμη μεγαλύτερα τραπεζικά σχήματα;
Σύμφωνα με έγκυρες τραπεζικές πηγές τα δεδομένα που διαμορφώνουν οι κανόνες της Βασιλείας ΙΙΙ που θα ισχύσουν από την 1.1.2022 και πολύ περισσότερο της Βασιλείας ΙV που πάντως η εφαρμογή της έχει μακρινό ορίζοντα (2027) ενδέχεται να αποτελέσουν τους λόγους για τους οποίους οι νέες κεφαλαιακές απαιτήσεις για τις τράπεζες θα αυξηθούν.
Ωστόσο η μεγάλη περίοδος μετάβασης μπορεί να οδηγήσει και σε καινούρια αναθεώρηση των κανόνων αλλά και σε νέα δεδομένα στην τραπεζική αγορά στο σύνολό της.
Ακόμη κανείς δεν μπορεί να προβλέψει, πως θα διαμορφωθεί η αγορά την ερχόμενη διετία με την εξέλιξη της τεχνολογίας και τους νέους παρόχους τραπεζικών υπηρεσιών.
Όταν η εικόνα της νέας αγοράς κατασταλάξει, τότε θα φανεί η ανάγκη για μεγαλύτερα σχήματα ή ακόμη και για μικρότερα παρατηρούν τραπεζικές πηγές.
Αυτή την εικόνα λοιπόν, τραπεζικοί κύκλοι λένε πως δεν πρόκειται να την έχουμε πριν το 2021.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών