Γιατί ενώ έχουν περάσει 4 χρόνια οι τράπεζες στην Ελλάδα δεν έχουν καταφέρει να ξαναδούν τις τιμές των αυξήσεων κεφαλαίου του 2015;
Η προσδοκία με την έλευση της κυβέρνησης της ΝΔ έχει κατακόρυφα αυξηθεί για το χρηματιστήριο και τις τραπεζικές μετοχές.
Η γενική πεποίθηση όσων ασχολούνται με το χρηματιστήριο και επενδύουν στις τραπεζικές μετοχές είναι ότι θα έρθουν καλύτερες ημέρες, υψηλότερες τιμές, καλύτερες αποδόσεις.
Η γενική αίσθηση είναι ότι οι τιμές των τραπεζικών μετοχών θα αυξηθούν κάποιοι προβλέπουν και διπλασιασμό των αποτιμήσεων.
Το βασικό ερώτημα είναι άπαξ και τα NPEs θα μειωθούν – το βασικό πρόβλημα – και η οικονομία θα συνεχίσει να αναπτύσσεται μήπως ξεκινάει ένας ανοδικός κύκλος όπου θα παρασύρει ανοδικά όλες τις αξίες, χρηματιστηριακές, τιμές ομολόγων, τιμές ακινήτων κ.α.;
Μήπως επενδύοντας σήμερα στις τράπεζες θα δει σημαντικές υπεραξίες στο μέλλον σε διάστημα 12 ή 18 μηνών;
Σχεδόν η καθολική πλειοψηφία των χρηματιστών και επενδυτών θα ταχθεί ξεκάθαρα υπέρ της άποψης ότι οι τιμές των τραπεζών θα ανακάμψουν έως και διπλασιαστούν σε ένα λογικό χρονικό διάστημα έως το τέλος του 2020 ή σε διάστημα μηνών.
Πως όμως θα εξελιχθούν τα πράγματα;
Το βασικό ερώτημα που πρέπει να τεθεί είναι γιατί οι τραπεζικές μετοχές βρίσκονται κάτω από τις τιμές των αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου (ΑΜΚ) του 2015 πλην της Eurobank;
Να σημειωθεί ότι λόγω των νέων μετοχών από την απορρόφηση της Grivalia η Eurobank είχε υλοποιήσει ΑΜΚ στο 1 ευρώ και η νέα αναπροσαρμοσμένη τιμή βρίσκεται στα 0,75 ευρώ περίπου.
Να σημειωθεί ότι η μέση τιμή κτήσης του Fairfax ήταν τα 2,5 ευρώ και έχει αναπροσαρμοστεί πλέον στα 0,93 ευρώ.
Η Αlpha bank υλοποίησε αύξηση κεφαλαίου στα 2 ευρώ, η Πειραιώς στα 6 ευρώ μετά το reverse split και η Εθνική στα 3 ευρώ επίσης μετά το reverse split.
Εάν αποτιμηθούν οι τραπεζικές μετοχές με όρους στατικούς π.χ. P/E σχέση κεφαλαιοποίησης προς κέρδη προκύπτει ότι στο 33 φορές τα κέρδη που διαπραγματεύονται οι τράπεζες είναι ακραία πανάκριβες.
Με όρους P/BV χρηματιστηριακής τιμής προς λογιστικά κεφάλαια επίσης μπορεί να ειπωθεί ότι αποτυπώνονται ακριβά καθώς είναι λάθος να συγκρίνονται τα κεφάλαια των ελληνικών τραπεζών με οποιαδήποτε ξένης τράπεζας λόγω του DTC.
Το DTC αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση φθάνει τα 16 δισεκ. στο σύστημα το οποίο έχει καθαρά κεφάλαια 23 δισεκ.
Επίσης οι περισσότεροι προειδοποιούν ότι οι λύσεις που προκρίνονται για τα NPEs από την μια αντιμετωπίζουν σε κάποιο βαθμό το πρόβλημα π.χ. Eurobank ή Πειραιώς αλλά από την άλλη μειώνονται τα έσοδα.
Μέρος των εσόδων των τραπεζών προέρχονται από τα κόκκινα προβληματικά δάνεια.
Συν τοις άλλοις τα καθαρά δάνεια, τα υγιή, τα ενήμερα ανέρχονται σε 97 δισεκ. 4 μεγάλες τράπεζες με μια αναλογία 24 δισεκ. υγιή δάνεια ανά τράπεζα δίνουν αγώνα δρόμου για να ενισχύσουν τα έσοδα τους χωρίς να έχουν υποστήριξη από το εξωτερικό – με εξαίρεση την Eurobank -.
Οι ελληνικές τραπεζικές μετοχές είναι ακριβές και αυτό δικαιολογεί και τις τρέχουσες χρηματιστηριακές τιμές αλλά και την αδυναμία υπέρβασης των τιμών των αυξήσεων κεφαλαίου του 2015.
Σε κάθε περίπτωση οτιδήποτε πάνω από 10 δισεκ. κεφαλαιοποίηση στο κλάδο συνολικά θα θεωρηθεί μη δικαιολογήσιμο.
Αυτό που ίσως δεν έχει γίνει κατανοητό είναι ότι οι αξίες του 2015 δεν δικαιολογούνται σήμερα.
Οι τράπεζες είχαν περισσότερα assets, πολύ περισσότερα έσοδα και οι ισολογισμοί τους διέθεταν και περισσότερα κεφάλαια.
Η σύγκριση μεταξύ 2019 και 2015 εν μέρει είναι λάθος γιατί συγκρίνονται δύο διαφορετικές περίοδοι, οι τράπεζες σήμερα είναι πολύ μικρότερες σε σχέση με το 2015.
Πως λοιπόν οι τράπεζες του σήμερα θα ξεπεράσουν τις τράπεζες του 2015 με όρους χρηματιστηριακής αξίας;
Η απάντηση είναι ότι δεν μπορούμε να περιμένουμε από μικρότερες και με λιγότερα προ προβλέψεων έσοδα τράπεζες να έχουν καλύτερη χρηματιστηριακή αξία σε σχέση με το 2015.
Οπότε οι τιμές των αυξήσεων κεφαλαίου του 2015 είναι η μέγιστη οροφή για τις τράπεζες, πλην της Πειραιώς που δεν θα μπορέσει να ξαναδεί τέτοιες τιμές.
Υποσημείωση
Γιατί ενώ έχουν περάσει 4 χρόνια οι τράπεζες στην Ελλάδα δεν έχουν καταφέρει να ξαναδούν τις τιμές των αυξήσεων κεφαλαίου του 2015;
Η απάντηση είναι απλή γιατί οι τράπεζες του σήμερα είναι μικρότερες, με λιγότερα έσοδα και με ακόμη λιγότερα κεφάλαια σε σχέση με το 2015.
www.bankingnews.gr
Η γενική πεποίθηση όσων ασχολούνται με το χρηματιστήριο και επενδύουν στις τραπεζικές μετοχές είναι ότι θα έρθουν καλύτερες ημέρες, υψηλότερες τιμές, καλύτερες αποδόσεις.
Η γενική αίσθηση είναι ότι οι τιμές των τραπεζικών μετοχών θα αυξηθούν κάποιοι προβλέπουν και διπλασιασμό των αποτιμήσεων.
Το βασικό ερώτημα είναι άπαξ και τα NPEs θα μειωθούν – το βασικό πρόβλημα – και η οικονομία θα συνεχίσει να αναπτύσσεται μήπως ξεκινάει ένας ανοδικός κύκλος όπου θα παρασύρει ανοδικά όλες τις αξίες, χρηματιστηριακές, τιμές ομολόγων, τιμές ακινήτων κ.α.;
Μήπως επενδύοντας σήμερα στις τράπεζες θα δει σημαντικές υπεραξίες στο μέλλον σε διάστημα 12 ή 18 μηνών;
Σχεδόν η καθολική πλειοψηφία των χρηματιστών και επενδυτών θα ταχθεί ξεκάθαρα υπέρ της άποψης ότι οι τιμές των τραπεζών θα ανακάμψουν έως και διπλασιαστούν σε ένα λογικό χρονικό διάστημα έως το τέλος του 2020 ή σε διάστημα μηνών.
Πως όμως θα εξελιχθούν τα πράγματα;
Το βασικό ερώτημα που πρέπει να τεθεί είναι γιατί οι τραπεζικές μετοχές βρίσκονται κάτω από τις τιμές των αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου (ΑΜΚ) του 2015 πλην της Eurobank;
Να σημειωθεί ότι λόγω των νέων μετοχών από την απορρόφηση της Grivalia η Eurobank είχε υλοποιήσει ΑΜΚ στο 1 ευρώ και η νέα αναπροσαρμοσμένη τιμή βρίσκεται στα 0,75 ευρώ περίπου.
Να σημειωθεί ότι η μέση τιμή κτήσης του Fairfax ήταν τα 2,5 ευρώ και έχει αναπροσαρμοστεί πλέον στα 0,93 ευρώ.
Η Αlpha bank υλοποίησε αύξηση κεφαλαίου στα 2 ευρώ, η Πειραιώς στα 6 ευρώ μετά το reverse split και η Εθνική στα 3 ευρώ επίσης μετά το reverse split.
Εάν αποτιμηθούν οι τραπεζικές μετοχές με όρους στατικούς π.χ. P/E σχέση κεφαλαιοποίησης προς κέρδη προκύπτει ότι στο 33 φορές τα κέρδη που διαπραγματεύονται οι τράπεζες είναι ακραία πανάκριβες.
Με όρους P/BV χρηματιστηριακής τιμής προς λογιστικά κεφάλαια επίσης μπορεί να ειπωθεί ότι αποτυπώνονται ακριβά καθώς είναι λάθος να συγκρίνονται τα κεφάλαια των ελληνικών τραπεζών με οποιαδήποτε ξένης τράπεζας λόγω του DTC.
Το DTC αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση φθάνει τα 16 δισεκ. στο σύστημα το οποίο έχει καθαρά κεφάλαια 23 δισεκ.
Επίσης οι περισσότεροι προειδοποιούν ότι οι λύσεις που προκρίνονται για τα NPEs από την μια αντιμετωπίζουν σε κάποιο βαθμό το πρόβλημα π.χ. Eurobank ή Πειραιώς αλλά από την άλλη μειώνονται τα έσοδα.
Μέρος των εσόδων των τραπεζών προέρχονται από τα κόκκινα προβληματικά δάνεια.
Συν τοις άλλοις τα καθαρά δάνεια, τα υγιή, τα ενήμερα ανέρχονται σε 97 δισεκ. 4 μεγάλες τράπεζες με μια αναλογία 24 δισεκ. υγιή δάνεια ανά τράπεζα δίνουν αγώνα δρόμου για να ενισχύσουν τα έσοδα τους χωρίς να έχουν υποστήριξη από το εξωτερικό – με εξαίρεση την Eurobank -.
Οι ελληνικές τραπεζικές μετοχές είναι ακριβές και αυτό δικαιολογεί και τις τρέχουσες χρηματιστηριακές τιμές αλλά και την αδυναμία υπέρβασης των τιμών των αυξήσεων κεφαλαίου του 2015.
Σε κάθε περίπτωση οτιδήποτε πάνω από 10 δισεκ. κεφαλαιοποίηση στο κλάδο συνολικά θα θεωρηθεί μη δικαιολογήσιμο.
Αυτό που ίσως δεν έχει γίνει κατανοητό είναι ότι οι αξίες του 2015 δεν δικαιολογούνται σήμερα.
Οι τράπεζες είχαν περισσότερα assets, πολύ περισσότερα έσοδα και οι ισολογισμοί τους διέθεταν και περισσότερα κεφάλαια.
Η σύγκριση μεταξύ 2019 και 2015 εν μέρει είναι λάθος γιατί συγκρίνονται δύο διαφορετικές περίοδοι, οι τράπεζες σήμερα είναι πολύ μικρότερες σε σχέση με το 2015.
Πως λοιπόν οι τράπεζες του σήμερα θα ξεπεράσουν τις τράπεζες του 2015 με όρους χρηματιστηριακής αξίας;
Η απάντηση είναι ότι δεν μπορούμε να περιμένουμε από μικρότερες και με λιγότερα προ προβλέψεων έσοδα τράπεζες να έχουν καλύτερη χρηματιστηριακή αξία σε σχέση με το 2015.
Οπότε οι τιμές των αυξήσεων κεφαλαίου του 2015 είναι η μέγιστη οροφή για τις τράπεζες, πλην της Πειραιώς που δεν θα μπορέσει να ξαναδεί τέτοιες τιμές.
Υποσημείωση
Γιατί ενώ έχουν περάσει 4 χρόνια οι τράπεζες στην Ελλάδα δεν έχουν καταφέρει να ξαναδούν τις τιμές των αυξήσεων κεφαλαίου του 2015;
Η απάντηση είναι απλή γιατί οι τράπεζες του σήμερα είναι μικρότερες, με λιγότερα έσοδα και με ακόμη λιγότερα κεφάλαια σε σχέση με το 2015.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών