Οι Θεσμοί φαίνεται ότι έχουν πεισθεί από τις ελληνικές τράπεζες
Μεγάλες είναι οι αντιρρήσεις που εγείρουν οι τράπεζες- και έχουν προς αυτό πείσει και τους θεσμούς- σε ότι αφορά τα κόκκινα εγγυημένα από το Δημόσιο δάνεια και τον τρόπο με τον οποίο το Ελληνικό Δημόσιο προτίθεται να τα αντιμετωπίσει.
To θέμα αυτό απασχόλησε και τη χθεσινή συνάντηση των CEOs των ελληνικών τραπεζών με τους θεσμούς.
Τα πιστωτικά ιδρύματα εκφράζουν αντιρρήσεις σημαντικές στην πρόταση της Ελληνικής Κυβέρνησης για το επταετές πλάνο αποπληρωμής των καταπτώσεων κρατικών εγγυήσεων το ύψος των οποίων διαμορφώνεται στα 2 δισ. ευρώ περίπου.
Αφορούσαν δάνεια που είχαν χορηγηθεί είτε ως επιχειρηματικά από το ΕΤΕΑΝ είτε σε ευπαθείς κοινωνικές ομάδες σε σεισμόπληκτους κλπ.
Οι τράπεζες επιθυμούν με κάθε τρόπο το θέμα να έχει λήξει πριν την πενταετία μολονότι η κυβέρνηση έχει πολλάκις εκφράσει την άποψη πως τα πιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να καταγράψουν στάση ενεργητικότερη σε ότι αφορά τις ανακτήσεις των συγκεκριμένων δανείων.
Τα πιστωτικά ιδρύματα από την πλευρά τους που επιχειρούν να καθαρίσουν τους ισολογισμούς τους χωρίς να χαθούν κατά το δυνατόν κεφάλαια θέλουν και επιδιώκουν το θέμα να έχει κλείσει πολύ νωρίτερα της 5ετίας με κατάθεση των εγγυήσεων από την πλευρά της κυβέρνησης όπου οι ανακτήσεις δεν επιτευχθούν.
Υπενθυμίζεται πως τα δάνεια αυτά δεν μπορούν να μετέχουν σε καμία τιτλοποίηση ούτε καν να πουληθούν σε funds.
Αρα ο μόνος δρόμος είναι η ανάκτηση.
Οι τράπεζες πάντως δείχνουν αν είναι στο ίδιο μήκος κύματος με τους θεσμούς που έχουν ήδη ζητήσει να «τρέξει» ειδικό πληροφοριακό σύστημα ώστε να επιταχυνθούν οι διαδικασίες.
Πρόκειται για 600.000 δάνεια και η επιβάρυνση των τραπεζικών ισολογισμών εκτιμάται σε περίπου 3,2 δις. ευρώ καθώς έχει αποπληρωθεί μόλις το 8% των συγκεκριμένων δανείων.
Και παρά το γεγονός ότι κάποια από αυτά τα δάνεια έχουν εξασφαλίσεις ύψους 1,8 δις. ευρώ, ο πλειστηριασμός των ενεχύρων για κοινωνικούς και άλλους λόγους, είναι «δύσκολη άσκηση».
Το θέμα αυτό είχε τεθεί στην κυβέρνηση και μάλιστα στον ίδιο τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη στη συνάντηση που είχε γίνει με κυβερνητικούς παράγοντες και τράπεζες για το θέμα των προμηθειών στο Μέγαρο Μαξίμου.
Σημαντικό θέμα που θέτουν οι τράπεζες είναι αυτό που αφορά την εκ νέου υποχρέωση ηλεκτρονικής υποβολής των αιτημάτων κατάπτωσης που έχουν ήδη υποβληθεί.
Τα αιτήματα των τραπεζών
Πιο συγκεκριμένα οι τράπεζες ζητούν να μην υπάρχει υποχρέωση ηλεκτρονικής επανυποβολής των ήδη υποβληθέντων αιτημάτων κατάπτωσης ενώ έχουν ασκήσει και αίτηση ακυρώσεως της σχετικής Υ.Α.
Συγχρόνως οι τράπεζες ζητούν α μην απαιτείται σε περίπτωση υπερημερίας, η διαρκής άσκηση αγωγών, οι οποίες μάλιστα γίνονται δεκτές σε βάρος του δημοσίου.
Τέλος ζητούν την ακύρωση του 7ετούς πλάνου.
Το ιστορικό
Εως το 2005 οι τράπεζες υπέβαλλαν απευθείας στις ΔΟΥ τα αιτήματα κατάπτωσης και η εξόφληση γίνονταν εντός διετίας.
Στη συνέχεια όμως, με υπουργική απόφαση του 2006, που τροποποιήθηκε δύο χρόνια αργότερα, η διαδικασία βεβαίωσης άλλαξε.
Ξεκινούσε από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους στο οποίο η κάθε τράπεζα έστελνε αναλυτική κατάσταση ανείσπρακτων δόσεων προς βεβαίωση, μαζί με όλα τα απαιτούμενα έγγραφα.
Στη συνέχεια και μετά από έλεγχο και εγκριτική απόφαση το ΓΛΚ έστελνε εντολή στις κατά τόπους ΔΟΥ να χρεωθούν τα σχετικά κονδύλια σε βάρος των οφειλετών – δανειοληπτών και στη συνέχεια με εντολή του ΓΛΚ η ΤτΕ προχωρά σε πίστωση των ποσών στην τράπεζα.
Ομως ο μικρός αριθμός των υπαλλήλων οδηγούσε χρέη σε παραγραφή. 'Ετσι οι τράπεζες, προκειμένου να μην παραγραφούν τα αιτήματα τους ήταν αναγκασμένες να ασκούν αγωγές κατά του Ελληνικού Δημοσίου
Οι αιτιάσεις του Δημοσίου
Το Δημόσιο από την πλευρά του υποστηρίζει ότι οι τράπεζες δεν αξιοποίησαν τη δυνατότητα που τους έδινε το θεσμικό πλαίσιο ώστε να ρυθμίσουν τα συγκεκριμένα δάνεια ώστε να παραμείνουν ή να καταστούν και πάλι ενήμερα, χωρίς να χαθεί η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.
Ετσι το Δημόσιο επιχειρεί να μειώσει τις καταπτώσεις και την επιβάρυνση του χρέους.
Σε κάθε περίπτωση το θέμα φαίνεται πως θα απασχολήσει εκτενώς τους θεσμούς που θα προτείνουν στην κυβέρνηση λύση καθώς οι τράπεζες την επόμενη χρονιά θα αντιμετωπίσουν για ένα πλήθος από λόγους με κυρίαρχο τα κόκκινα δάνεια, την κάλυψη κεφαλαιακών αναγκών.
Ειρήνη Σακελλάρη
www.bankingnews.gr
To θέμα αυτό απασχόλησε και τη χθεσινή συνάντηση των CEOs των ελληνικών τραπεζών με τους θεσμούς.
Τα πιστωτικά ιδρύματα εκφράζουν αντιρρήσεις σημαντικές στην πρόταση της Ελληνικής Κυβέρνησης για το επταετές πλάνο αποπληρωμής των καταπτώσεων κρατικών εγγυήσεων το ύψος των οποίων διαμορφώνεται στα 2 δισ. ευρώ περίπου.
Αφορούσαν δάνεια που είχαν χορηγηθεί είτε ως επιχειρηματικά από το ΕΤΕΑΝ είτε σε ευπαθείς κοινωνικές ομάδες σε σεισμόπληκτους κλπ.
Οι τράπεζες επιθυμούν με κάθε τρόπο το θέμα να έχει λήξει πριν την πενταετία μολονότι η κυβέρνηση έχει πολλάκις εκφράσει την άποψη πως τα πιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να καταγράψουν στάση ενεργητικότερη σε ότι αφορά τις ανακτήσεις των συγκεκριμένων δανείων.
Τα πιστωτικά ιδρύματα από την πλευρά τους που επιχειρούν να καθαρίσουν τους ισολογισμούς τους χωρίς να χαθούν κατά το δυνατόν κεφάλαια θέλουν και επιδιώκουν το θέμα να έχει κλείσει πολύ νωρίτερα της 5ετίας με κατάθεση των εγγυήσεων από την πλευρά της κυβέρνησης όπου οι ανακτήσεις δεν επιτευχθούν.
Υπενθυμίζεται πως τα δάνεια αυτά δεν μπορούν να μετέχουν σε καμία τιτλοποίηση ούτε καν να πουληθούν σε funds.
Αρα ο μόνος δρόμος είναι η ανάκτηση.
Οι τράπεζες πάντως δείχνουν αν είναι στο ίδιο μήκος κύματος με τους θεσμούς που έχουν ήδη ζητήσει να «τρέξει» ειδικό πληροφοριακό σύστημα ώστε να επιταχυνθούν οι διαδικασίες.
Πρόκειται για 600.000 δάνεια και η επιβάρυνση των τραπεζικών ισολογισμών εκτιμάται σε περίπου 3,2 δις. ευρώ καθώς έχει αποπληρωθεί μόλις το 8% των συγκεκριμένων δανείων.
Και παρά το γεγονός ότι κάποια από αυτά τα δάνεια έχουν εξασφαλίσεις ύψους 1,8 δις. ευρώ, ο πλειστηριασμός των ενεχύρων για κοινωνικούς και άλλους λόγους, είναι «δύσκολη άσκηση».
Το θέμα αυτό είχε τεθεί στην κυβέρνηση και μάλιστα στον ίδιο τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη στη συνάντηση που είχε γίνει με κυβερνητικούς παράγοντες και τράπεζες για το θέμα των προμηθειών στο Μέγαρο Μαξίμου.
Σημαντικό θέμα που θέτουν οι τράπεζες είναι αυτό που αφορά την εκ νέου υποχρέωση ηλεκτρονικής υποβολής των αιτημάτων κατάπτωσης που έχουν ήδη υποβληθεί.
Τα αιτήματα των τραπεζών
Πιο συγκεκριμένα οι τράπεζες ζητούν να μην υπάρχει υποχρέωση ηλεκτρονικής επανυποβολής των ήδη υποβληθέντων αιτημάτων κατάπτωσης ενώ έχουν ασκήσει και αίτηση ακυρώσεως της σχετικής Υ.Α.
Συγχρόνως οι τράπεζες ζητούν α μην απαιτείται σε περίπτωση υπερημερίας, η διαρκής άσκηση αγωγών, οι οποίες μάλιστα γίνονται δεκτές σε βάρος του δημοσίου.
Τέλος ζητούν την ακύρωση του 7ετούς πλάνου.
Το ιστορικό
Εως το 2005 οι τράπεζες υπέβαλλαν απευθείας στις ΔΟΥ τα αιτήματα κατάπτωσης και η εξόφληση γίνονταν εντός διετίας.
Στη συνέχεια όμως, με υπουργική απόφαση του 2006, που τροποποιήθηκε δύο χρόνια αργότερα, η διαδικασία βεβαίωσης άλλαξε.
Ξεκινούσε από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους στο οποίο η κάθε τράπεζα έστελνε αναλυτική κατάσταση ανείσπρακτων δόσεων προς βεβαίωση, μαζί με όλα τα απαιτούμενα έγγραφα.
Στη συνέχεια και μετά από έλεγχο και εγκριτική απόφαση το ΓΛΚ έστελνε εντολή στις κατά τόπους ΔΟΥ να χρεωθούν τα σχετικά κονδύλια σε βάρος των οφειλετών – δανειοληπτών και στη συνέχεια με εντολή του ΓΛΚ η ΤτΕ προχωρά σε πίστωση των ποσών στην τράπεζα.
Ομως ο μικρός αριθμός των υπαλλήλων οδηγούσε χρέη σε παραγραφή. 'Ετσι οι τράπεζες, προκειμένου να μην παραγραφούν τα αιτήματα τους ήταν αναγκασμένες να ασκούν αγωγές κατά του Ελληνικού Δημοσίου
Οι αιτιάσεις του Δημοσίου
Το Δημόσιο από την πλευρά του υποστηρίζει ότι οι τράπεζες δεν αξιοποίησαν τη δυνατότητα που τους έδινε το θεσμικό πλαίσιο ώστε να ρυθμίσουν τα συγκεκριμένα δάνεια ώστε να παραμείνουν ή να καταστούν και πάλι ενήμερα, χωρίς να χαθεί η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.
Ετσι το Δημόσιο επιχειρεί να μειώσει τις καταπτώσεις και την επιβάρυνση του χρέους.
Σε κάθε περίπτωση το θέμα φαίνεται πως θα απασχολήσει εκτενώς τους θεσμούς που θα προτείνουν στην κυβέρνηση λύση καθώς οι τράπεζες την επόμενη χρονιά θα αντιμετωπίσουν για ένα πλήθος από λόγους με κυρίαρχο τα κόκκινα δάνεια, την κάλυψη κεφαλαιακών αναγκών.
Ειρήνη Σακελλάρη
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών