Οι τράπεζες στην Ευρώπη θα χρειαστεί να διπλασιάσουν τις προβλέψεις τους τα επόμενα τρίμηνα
Τρεις σοβαρούς κινδύνους για τις ευρωπαϊκές τράπεζες διαπιστώνει ο Daniel Lacalle ισπανός οικονομολόγος και fund manager.
Τα μέτρα που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις στην Ευρωζώνη έχουν έναν κοινό παρονομαστή:
Μαζική αύξηση του χρέους από τις κυβερνήσεις και τον ιδιωτικό τομέα.
Τα δάνεια στηρίζουν τα πακέτα τόνωσης στη Γερμανία ή στην Ισπανία.
Ο στόχος είναι να δοθεί ώθηση στις επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά να περάσουν τους δύσκολους μήνες της καραντίνας και να επιτρέψουν στην οικονομία να ανακάμψει το τρίτο και τέταρτο τρίμηνο του 2020.
Αυτό το στοίχημα για ταχεία ανάκαμψη μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τον προβληματικό ευρωπαϊκό τραπεζικό τομέα.
Οι τράπεζες στην Ευρώπη είναι σε πολύ καλύτερη κατάσταση από ότι το 2008, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι ισχυρές και έτοιμες να επωμιστούν δισεκατομμύρια προβληματικά δάνεια.
Οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν μειώσει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, αλλά το ποσοστό είναι ακόμη μεγάλο, στο 3,3% του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Οι χρηματοοικονομικοί όμιλοι αντιμετωπίζουν επίσης τα επόμενα δύο χρόνια την πρόκληση των χαμηλών περιθωρίων κέρδους λόγω αρνητικών επιτοκίων και πολύ χαμηλής απόδοσης ιδίων κεφαλαίων.
Τα δύο πιο σημαντικά μέτρα που έχουν χρησιμοποιήσει οι κυβερνήσεις σε αυτήν την κρίση είναι τα δάνεια προς τις επιχειρήσεις που είναι μερικώς εγγυημένα από τα κράτη μέλη, και προγράμματα επιδότησης ανεργίας για ανάσχεση της ανεργίας.
Σχεδόν 40 εκατομμύρια εργαζόμενοι στα μεγάλα ευρωπαϊκά έθνη υπόκεινται σε επιδοτούμενο πρόγραμμα ανεργίας, σύμφωνα με την Eurostat και την Bankia Research.
Δάνεια που ανέρχονται έως και 6% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης έχουν χορηγηθεί για να επιτρέψουν στις επιχειρήσεις να ξεπεράσουν την κρίση.
Λοιπόν, τι θα συμβεί αν η ανάκαμψη είναι αδύναμη και ανομοιογενής και τα στοιχεία ανάπτυξης του τρίτου και τέταρτου τριμήνου απογοητεύσουν, καθώς πιστεύω ότι αυτό θα συμβεί; Πρώτον, η άνοδος των μη εξυπηρετούμενων δανείων μπορεί να αυξήσει το συνολικό ποσό των NPLs στο 6% ή 1,2 τρισεκατομμύρια ευρώ.
Δεύτερον, έως και το 20% των επιδοτούμενων ανέργων πιθανότατα θα καταστούν μόνιμα άνεργοι, γεγονός που μπορεί να αυξήσει σημαντικά τον κίνδυνο στην αποπληρωμή στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων
Οι τράπεζες ενδέχεται να αντιμετωπίσουν ένα τσουνάμι προβλημάτων καθώς συγκρούονται τρεις παράγοντες:
-αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων,
-αποπληθωριστικές πιέσεις από μια παρατεταμένη κρίση και,
-αρνητικά επιτόκια απόν την ΕΚΤ που καταστρέφουν την κερδοφορία των τραπεζών.
Υπολογίζουμε ότι η αύξηση του καθαρού χρέους προς το EBITDA των μεγαλύτερων εταιρειών του Stoxx 600 θα αυξηθεί κατά 3 φορές από το τρέχον 1,8 φορές.
Αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες ενδέχεται να αντιμετωπίσουν σοβαρό πρόβλημα καθυστερήσεων και εξασθένισης της φερεγγυότητας και της ρευστότητας στη συντριπτική πλειοψηφία των περιουσιακών τους στοιχείων (δάνεια), ακριβώς όπως οι αποπληθωριστικές πιέσεις πλήττουν την οικονομία, η ανάπτυξη αποδυναμώνεται και η κεντρική τράπεζα εφαρμόζει ακόμη πιο επιθετικά αλλά άσκοπα μέτρα ρευστότητας κάνοντας χρήση των επιβλαβών αρνητικών επιτοκίων.
Αυτός ο συνδυασμός των τριών προβλημάτων ταυτόχρονα μπορεί να δημιουργήσει κίνδυνο οικονομικής κρίσης με επίκεντρο τους ισολογισμούς των τραπεζών.
Μπορεί να αναιρέσει ολόκληρη τη βελτίωση του ισολογισμού των χρηματοοικονομικών ομίλων που επιτεύχθηκαν αργά και οδυνηρά την τελευταία δεκαετία και ουσιαστικά να καταστραφούν όλα σε λίγους μήνες
Η αποδυνάμωση του ισολογισμού των τραπεζών, τα χαμηλότερα επιτόκια και η επιδείνωση των NPLs μπορεί να είναι μια εξαιρετικά επικίνδυνη κατάσταση μακροπρόθεσμα.
Οι κυβερνήσεις ζητούν από τις τράπεζες να δώσουν δάνεια σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά που βιώνουν πολύ δύσκολες οικονομικές συνθήκες και αυτό μπορεί να επιστρέψει σαν μπούμερανγκ και να πλήξει την ευρωπαϊκή οικονομία όπου το 80% της πραγματικής οικονομίας χρηματοδοτείται από τον τραπεζικό τομέα, σύμφωνα με την ΕΚΤ.
Οι κυβερνήσεις θα έπρεπε να είχαν λάβει πιο συνετά μέτρα για να αντιμετωπίσουν την κρίση covid-19 με περικοπές φόρων και επιχορηγήσεις και όχι τόσο μέσω μαζικών δανείων, ακόμη και αν αυτά είναι μερικώς εγγυημένα από τα κράτη.
Εάν η κρίση του δημόσιου χρέους επανέλθει στο προσκήνιο, θα υπάρχει ένας τέταρτος κίνδυνος που μπορεί να βλάψει τις τράπεζες και τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας.
Η ανταπόκριση των τραπεζών σε αυτήν την κρίση ήταν θετική, αλλά μπορεί όλα να ανατραπούν, λόγω των κινδύνων και των πολύ χαμηλών επιτοκίων.
Μέχρι στιγμής, οι τράπεζες ακολουθούν συνετές πολιτικές και έχουν προβεί σε μεγάλες προβλέψεις για την ενίσχυση των ισολογισμών τους.
Ωστόσο, ενδέχεται να χρειαστεί να διπλασιαστούν οι προβλέψεις τα επόμενα τρίμηνα.
Η λήψη μέτρων για την αποφυγή δημιουργίας χρηματοπιστωτικής κρίσης από αυτές τις ακραίες πολιτικές θα είναι κρίσιμη για την αποφυγή μεγαλύτερου προβλήματος το 2021-2022.
www.bankingnews.gr
Τα μέτρα που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις στην Ευρωζώνη έχουν έναν κοινό παρονομαστή:
Μαζική αύξηση του χρέους από τις κυβερνήσεις και τον ιδιωτικό τομέα.
Τα δάνεια στηρίζουν τα πακέτα τόνωσης στη Γερμανία ή στην Ισπανία.
Ο στόχος είναι να δοθεί ώθηση στις επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά να περάσουν τους δύσκολους μήνες της καραντίνας και να επιτρέψουν στην οικονομία να ανακάμψει το τρίτο και τέταρτο τρίμηνο του 2020.
Αυτό το στοίχημα για ταχεία ανάκαμψη μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τον προβληματικό ευρωπαϊκό τραπεζικό τομέα.
Οι τράπεζες στην Ευρώπη είναι σε πολύ καλύτερη κατάσταση από ότι το 2008, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι ισχυρές και έτοιμες να επωμιστούν δισεκατομμύρια προβληματικά δάνεια.
Οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν μειώσει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, αλλά το ποσοστό είναι ακόμη μεγάλο, στο 3,3% του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Οι χρηματοοικονομικοί όμιλοι αντιμετωπίζουν επίσης τα επόμενα δύο χρόνια την πρόκληση των χαμηλών περιθωρίων κέρδους λόγω αρνητικών επιτοκίων και πολύ χαμηλής απόδοσης ιδίων κεφαλαίων.
Τα δύο πιο σημαντικά μέτρα που έχουν χρησιμοποιήσει οι κυβερνήσεις σε αυτήν την κρίση είναι τα δάνεια προς τις επιχειρήσεις που είναι μερικώς εγγυημένα από τα κράτη μέλη, και προγράμματα επιδότησης ανεργίας για ανάσχεση της ανεργίας.
Σχεδόν 40 εκατομμύρια εργαζόμενοι στα μεγάλα ευρωπαϊκά έθνη υπόκεινται σε επιδοτούμενο πρόγραμμα ανεργίας, σύμφωνα με την Eurostat και την Bankia Research.
Δάνεια που ανέρχονται έως και 6% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης έχουν χορηγηθεί για να επιτρέψουν στις επιχειρήσεις να ξεπεράσουν την κρίση.
Λοιπόν, τι θα συμβεί αν η ανάκαμψη είναι αδύναμη και ανομοιογενής και τα στοιχεία ανάπτυξης του τρίτου και τέταρτου τριμήνου απογοητεύσουν, καθώς πιστεύω ότι αυτό θα συμβεί; Πρώτον, η άνοδος των μη εξυπηρετούμενων δανείων μπορεί να αυξήσει το συνολικό ποσό των NPLs στο 6% ή 1,2 τρισεκατομμύρια ευρώ.
Δεύτερον, έως και το 20% των επιδοτούμενων ανέργων πιθανότατα θα καταστούν μόνιμα άνεργοι, γεγονός που μπορεί να αυξήσει σημαντικά τον κίνδυνο στην αποπληρωμή στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων
Οι τράπεζες ενδέχεται να αντιμετωπίσουν ένα τσουνάμι προβλημάτων καθώς συγκρούονται τρεις παράγοντες:
-αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων,
-αποπληθωριστικές πιέσεις από μια παρατεταμένη κρίση και,
-αρνητικά επιτόκια απόν την ΕΚΤ που καταστρέφουν την κερδοφορία των τραπεζών.
Υπολογίζουμε ότι η αύξηση του καθαρού χρέους προς το EBITDA των μεγαλύτερων εταιρειών του Stoxx 600 θα αυξηθεί κατά 3 φορές από το τρέχον 1,8 φορές.
Αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες ενδέχεται να αντιμετωπίσουν σοβαρό πρόβλημα καθυστερήσεων και εξασθένισης της φερεγγυότητας και της ρευστότητας στη συντριπτική πλειοψηφία των περιουσιακών τους στοιχείων (δάνεια), ακριβώς όπως οι αποπληθωριστικές πιέσεις πλήττουν την οικονομία, η ανάπτυξη αποδυναμώνεται και η κεντρική τράπεζα εφαρμόζει ακόμη πιο επιθετικά αλλά άσκοπα μέτρα ρευστότητας κάνοντας χρήση των επιβλαβών αρνητικών επιτοκίων.
Αυτός ο συνδυασμός των τριών προβλημάτων ταυτόχρονα μπορεί να δημιουργήσει κίνδυνο οικονομικής κρίσης με επίκεντρο τους ισολογισμούς των τραπεζών.
Μπορεί να αναιρέσει ολόκληρη τη βελτίωση του ισολογισμού των χρηματοοικονομικών ομίλων που επιτεύχθηκαν αργά και οδυνηρά την τελευταία δεκαετία και ουσιαστικά να καταστραφούν όλα σε λίγους μήνες
Η αποδυνάμωση του ισολογισμού των τραπεζών, τα χαμηλότερα επιτόκια και η επιδείνωση των NPLs μπορεί να είναι μια εξαιρετικά επικίνδυνη κατάσταση μακροπρόθεσμα.
Οι κυβερνήσεις ζητούν από τις τράπεζες να δώσουν δάνεια σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά που βιώνουν πολύ δύσκολες οικονομικές συνθήκες και αυτό μπορεί να επιστρέψει σαν μπούμερανγκ και να πλήξει την ευρωπαϊκή οικονομία όπου το 80% της πραγματικής οικονομίας χρηματοδοτείται από τον τραπεζικό τομέα, σύμφωνα με την ΕΚΤ.
Οι κυβερνήσεις θα έπρεπε να είχαν λάβει πιο συνετά μέτρα για να αντιμετωπίσουν την κρίση covid-19 με περικοπές φόρων και επιχορηγήσεις και όχι τόσο μέσω μαζικών δανείων, ακόμη και αν αυτά είναι μερικώς εγγυημένα από τα κράτη.
Εάν η κρίση του δημόσιου χρέους επανέλθει στο προσκήνιο, θα υπάρχει ένας τέταρτος κίνδυνος που μπορεί να βλάψει τις τράπεζες και τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας.
Η ανταπόκριση των τραπεζών σε αυτήν την κρίση ήταν θετική, αλλά μπορεί όλα να ανατραπούν, λόγω των κινδύνων και των πολύ χαμηλών επιτοκίων.
Μέχρι στιγμής, οι τράπεζες ακολουθούν συνετές πολιτικές και έχουν προβεί σε μεγάλες προβλέψεις για την ενίσχυση των ισολογισμών τους.
Ωστόσο, ενδέχεται να χρειαστεί να διπλασιαστούν οι προβλέψεις τα επόμενα τρίμηνα.
Η λήψη μέτρων για την αποφυγή δημιουργίας χρηματοπιστωτικής κρίσης από αυτές τις ακραίες πολιτικές θα είναι κρίσιμη για την αποφυγή μεγαλύτερου προβλήματος το 2021-2022.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών