Χωρίς πρόβλημα το 80% των δανείων της Eurobank σε ξενοδοχεία
Για τα προβλήματα που γεννά η πανδημία στον κλάδο του τουρισμού και την «επόμενη ημέρα» συζήτησαν ο κ. Κωνσταντίνος Βασιλείου, Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος και Επικεφαλής Group Corporate & Investment Banking της Eurobank ΑΕ, ο κ. Σπύρος Διβάνης, Διευθύνων Σύμβουλος της Divani Collection Hotels και ο κ. Τάσος Χωμενίδης, Διευθύνων Σύμβουλος του ομίλου Λάμψα -στο διαδικτυακό συνέδριο «The Greek Tourism Debate» που διοργάνωσε η εταιρεία Τσομώκος.
Από πλευράς του, ο κ. Βασιλείου ανέφερε ότι η χρηματοδότηση των ξενοδοχείων δεν είναι δύσκολη υπόθεση, εκτός κι αν πρόκειται για ήδη προβληματικές επιχειρήσεις.
«Σαν Eurobank, όταν προέκυψε η κρίση, τρέξαμε άκρως συντηρητικά σενάρια σύμφωνα με τα οποία, τα υγιή ξενοδοχεία μπορούν να αντέξουν τον δανεισμό».
Ερωτηθείς για το αν υπάρχει κίνδυνος να δημιουργηθεί μια νέα γενιά κόκκινων δανείων, ο κ. Βασιλείου σημείωσε ότι κανείς δεν μπορεί να προβλέψει την εξέλιξη των κόκκινων δανείων στον κλάδο, εφόσον είναι άγνωστες οι επιδημιολογικές εξελίξεις.
«Η εκτίμηση της Eurobank είναι ότι στο 80% του χαρτοφυλακίου μας -το 20% αφορά ξενοδοχεία που από πριν είχαν προβλήματα- δεν θα υπάρξει πρόβλημα», ακόμα κι αν ισχύσει το σενάριο όπου φέτος τα έσοδα είναι μηδενικά και τις δύο επόμενες χρονιές κινηθούν στο 60% και το 80% των εσόδων του 2019, όπως εξήγησε.
Ωστόσο, «αν τα νούμερα αυτά εξελιχθούν προς τα κάτω, τότε τα πράγματα θα αρχίσουν να δυσκολεύουν».
Παράλληλα σημείωσε ότι η πλειονότητα των πελατών της τράπεζας έχει «ζητήσει αναστολή των δόσεων, ενώ μετά και το πρόγραμμα με την ελληνική αναπτυξιακή τράπεζα πολλά ξενοδοχεία έχουν αιτηθεί και για την απαιτούμενη ρευστότητα».
Η Eurobank έχει ανακοινώσει νέο πακέτο μέτρων συνολικού ύψους 750 εκατ. ευρώ για την επανεκκίνηση του ελληνικού ξενοδοχειακού κλάδου, εκ του οποίου τα 200 εκατ. αφορούν σε αναστολή του συνόλου των δόσεων για δάνεια ξενοδοχειακών επιχειρήσεων που ήταν ενήμερα την 31η Δεκεμβρίου 2019 αλλά και 250 εκατ. ευρώ να δοθούν ως κεφάλαια κίνησης σε ξενοδόχους για το σύνολο των αναγκών του 2020 και την επανεκκίνηση και της επόμενης τουριστικής περιόδου του 2021.
Τέλος, ο κ. Βασιλείου ανέφερε ότι η τράπεζα συνεχίζει απρόσκοπτα τη χρηματοδότηση εγκεκριμένων επενδύσεων στον κλάδο των ξενοδοχείων, ύψους περίπου 300 εκατ. ευρώ, εφόσον εκτιμά ότι μεσοπρόθεσμα και η «Ελλάδα θα βγει κερδισμένη από τη δύσκολη αυτή συγκυρία».
Την ανάγκη δημιουργίας ενός συνεκτικού προγράμματος στήριξης για τα ξενοδοχεία στο οποίο θα συμμετέχουν το κράτος και επιχειρήσεις, υπογράμμισε ο κ. Διβάνης σημειώνοντας ότι το κράτος πρέπει λειτουργήσει το ίδιο γρήγορα και δραστικά όπως στην αρχή της πανδημίας, ώστε οι ξενοδοχειακοί όμιλοι να μπορέσουν να καταρτίσουν ένα πλάνο λειτουργίας.
Σύμφωνα με τον κ. Διβάνη, τα ξενοδοχεία 12μηνης λειτουργίας αντιμετωπίζουν ένα πιο σύνθετο πρόβλημα από τα εποχικής λειτουργίας, αφού όταν ξανανοίξουν, θα έχουν χάσει περίπου το 80%-90% του τζίρου τους σε αντίθεση με τα εποχικής, που «υπάρχει η κουλτούρα του ανοίγω-κλείνω για μια σεζόν».
«Τα ξενοδοχεία 12μηνης λειτουργίας είναι επιχειρήσεις εντάσεως εργασίας, το στοκ που παράγουν κάθε μέρα αν δεν πουληθεί χάνεται και αφήνει κόστος.
Για το λόγο αυτό χρειάζεται μια σοβαρή λύση που να καλύπτει και τους εργαζόμενους» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Όπως είπε ήδη διαπιστώνεται μια αστοχία στο πρόγραμμα ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ για τον τουριστικό κλάδο.
«Όταν ο εργαζόμενος δουλεύει το 50% του χρόνου, εισπράττει το 80% του μισθού του και ο εργοδότης πληρώνει το 71% του κόστους είναι προβληματικό, δεν μπορεί να υποστηριχτεί».
Παράλληλα σημείωσε ότι η πανδημία θα μπορούσε να αποτελέσει ευκαιρία για να «εξορθολογικεύσουμε τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα ξενοδοχεία» και να λυθούν χρόνια προβλήματα, όπως οι προκαταβολές.
Την άποψη πως η επιδότηση των τουριστικών επιχειρήσεων για θέματα που έχουν σχέση με την υγειονομική κρίση είναι αρμοδιότητα του κράτους κι όχι των τραπεζών ή των ίδιων των ξενοδοχείων εξέφρασε από πλευράς του ο κ. Χωμενίδης, τονίζοντας ότι τα αποθεματικά των ξενοδοχείων πρέπει να χρησιμοποιούνται για επενδύσεις κι άλλους παρεμφερείς σκοπούς.
«Αν τα αποθεματικά των ξενοδοχείων χρησιμοποιηθούν τώρα κι αν δεν ληφθούν μέτρα που ξεχωρίζουν τη δανειοδότηση από την επιδότηση, τότε το αύριο που θα είναι ανταγωνιστικό θα μας βρει πολύ αδυνατισμένους, θα εξασθενίσει την Αθήνα ως προορισμό και θα μπορούσε να κάνει αρκετές επιχειρήσεις κόκκινες με αποτέλεσμα να αφελληνιστούν», εξήγησε.
Παράλληλα, σημείωσε ότι η κρίση αποτελεί ευκαιρία για να φτιάξουμε ένα μέλλον με λιγότερους τουρίστες και με μεγαλύτερη κατά κεφαλήν δαπάνη όπου θα μας έδινε το ίδιο οικονομικό αποτέλεσμα αλλά με λιγότερες επιβλαβείς επιπτώσεις στο περιβάλλον.
Εξίσου καλό θα ήταν σύμφωνα με τον κ. Χωμενίδη «να μην είμαστε τόσο εξαρτημένοι από τους tour operators οι οποίοι κρατούν το 80-90% της τουριστικής υπεραξίας που παράγεται».
Τέλος, σημειώνοντας ότι η Αθήνα είναι από τους προορισμούς που θα πληγεί περισσότερο, αφού εξαρτάται άμεσα από την κρουαζιέρα, τα συνέδρια αλλά κι από αγορές που ίσως να μην ανοίξουν καθόλου για την Ελλάδα φέτος, όπως η Αμερική, εκτίμησε ότι «η σεζόν του 2020 δεν θα κυλήσει».
«Ας ελπίσουμε μετά τον Σεπτέμβρη να ξεκινήσει μια κάποια κίνηση παρότι κι αυτό το σενάριο δεν φαίνεται πιθανό.
Περνάμε μια πάρα πολύ δύσκολη χρονιά, ας την περάσουμε όσο γίνεται ανώδυνα με στόχο να υποστηρίξουμε την κατανάλωση για φέτος κι όσες περισσότερες θέσεις εργασίας γίνεται για του χρόνου», κατέληξε.
www.bankingnews.gr
Από πλευράς του, ο κ. Βασιλείου ανέφερε ότι η χρηματοδότηση των ξενοδοχείων δεν είναι δύσκολη υπόθεση, εκτός κι αν πρόκειται για ήδη προβληματικές επιχειρήσεις.
«Σαν Eurobank, όταν προέκυψε η κρίση, τρέξαμε άκρως συντηρητικά σενάρια σύμφωνα με τα οποία, τα υγιή ξενοδοχεία μπορούν να αντέξουν τον δανεισμό».
Ερωτηθείς για το αν υπάρχει κίνδυνος να δημιουργηθεί μια νέα γενιά κόκκινων δανείων, ο κ. Βασιλείου σημείωσε ότι κανείς δεν μπορεί να προβλέψει την εξέλιξη των κόκκινων δανείων στον κλάδο, εφόσον είναι άγνωστες οι επιδημιολογικές εξελίξεις.
«Η εκτίμηση της Eurobank είναι ότι στο 80% του χαρτοφυλακίου μας -το 20% αφορά ξενοδοχεία που από πριν είχαν προβλήματα- δεν θα υπάρξει πρόβλημα», ακόμα κι αν ισχύσει το σενάριο όπου φέτος τα έσοδα είναι μηδενικά και τις δύο επόμενες χρονιές κινηθούν στο 60% και το 80% των εσόδων του 2019, όπως εξήγησε.
Ωστόσο, «αν τα νούμερα αυτά εξελιχθούν προς τα κάτω, τότε τα πράγματα θα αρχίσουν να δυσκολεύουν».
Παράλληλα σημείωσε ότι η πλειονότητα των πελατών της τράπεζας έχει «ζητήσει αναστολή των δόσεων, ενώ μετά και το πρόγραμμα με την ελληνική αναπτυξιακή τράπεζα πολλά ξενοδοχεία έχουν αιτηθεί και για την απαιτούμενη ρευστότητα».
Η Eurobank έχει ανακοινώσει νέο πακέτο μέτρων συνολικού ύψους 750 εκατ. ευρώ για την επανεκκίνηση του ελληνικού ξενοδοχειακού κλάδου, εκ του οποίου τα 200 εκατ. αφορούν σε αναστολή του συνόλου των δόσεων για δάνεια ξενοδοχειακών επιχειρήσεων που ήταν ενήμερα την 31η Δεκεμβρίου 2019 αλλά και 250 εκατ. ευρώ να δοθούν ως κεφάλαια κίνησης σε ξενοδόχους για το σύνολο των αναγκών του 2020 και την επανεκκίνηση και της επόμενης τουριστικής περιόδου του 2021.
Τέλος, ο κ. Βασιλείου ανέφερε ότι η τράπεζα συνεχίζει απρόσκοπτα τη χρηματοδότηση εγκεκριμένων επενδύσεων στον κλάδο των ξενοδοχείων, ύψους περίπου 300 εκατ. ευρώ, εφόσον εκτιμά ότι μεσοπρόθεσμα και η «Ελλάδα θα βγει κερδισμένη από τη δύσκολη αυτή συγκυρία».
Την ανάγκη δημιουργίας ενός συνεκτικού προγράμματος στήριξης για τα ξενοδοχεία στο οποίο θα συμμετέχουν το κράτος και επιχειρήσεις, υπογράμμισε ο κ. Διβάνης σημειώνοντας ότι το κράτος πρέπει λειτουργήσει το ίδιο γρήγορα και δραστικά όπως στην αρχή της πανδημίας, ώστε οι ξενοδοχειακοί όμιλοι να μπορέσουν να καταρτίσουν ένα πλάνο λειτουργίας.
Σύμφωνα με τον κ. Διβάνη, τα ξενοδοχεία 12μηνης λειτουργίας αντιμετωπίζουν ένα πιο σύνθετο πρόβλημα από τα εποχικής λειτουργίας, αφού όταν ξανανοίξουν, θα έχουν χάσει περίπου το 80%-90% του τζίρου τους σε αντίθεση με τα εποχικής, που «υπάρχει η κουλτούρα του ανοίγω-κλείνω για μια σεζόν».
«Τα ξενοδοχεία 12μηνης λειτουργίας είναι επιχειρήσεις εντάσεως εργασίας, το στοκ που παράγουν κάθε μέρα αν δεν πουληθεί χάνεται και αφήνει κόστος.
Για το λόγο αυτό χρειάζεται μια σοβαρή λύση που να καλύπτει και τους εργαζόμενους» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Όπως είπε ήδη διαπιστώνεται μια αστοχία στο πρόγραμμα ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ για τον τουριστικό κλάδο.
«Όταν ο εργαζόμενος δουλεύει το 50% του χρόνου, εισπράττει το 80% του μισθού του και ο εργοδότης πληρώνει το 71% του κόστους είναι προβληματικό, δεν μπορεί να υποστηριχτεί».
Παράλληλα σημείωσε ότι η πανδημία θα μπορούσε να αποτελέσει ευκαιρία για να «εξορθολογικεύσουμε τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα ξενοδοχεία» και να λυθούν χρόνια προβλήματα, όπως οι προκαταβολές.
Την άποψη πως η επιδότηση των τουριστικών επιχειρήσεων για θέματα που έχουν σχέση με την υγειονομική κρίση είναι αρμοδιότητα του κράτους κι όχι των τραπεζών ή των ίδιων των ξενοδοχείων εξέφρασε από πλευράς του ο κ. Χωμενίδης, τονίζοντας ότι τα αποθεματικά των ξενοδοχείων πρέπει να χρησιμοποιούνται για επενδύσεις κι άλλους παρεμφερείς σκοπούς.
«Αν τα αποθεματικά των ξενοδοχείων χρησιμοποιηθούν τώρα κι αν δεν ληφθούν μέτρα που ξεχωρίζουν τη δανειοδότηση από την επιδότηση, τότε το αύριο που θα είναι ανταγωνιστικό θα μας βρει πολύ αδυνατισμένους, θα εξασθενίσει την Αθήνα ως προορισμό και θα μπορούσε να κάνει αρκετές επιχειρήσεις κόκκινες με αποτέλεσμα να αφελληνιστούν», εξήγησε.
Παράλληλα, σημείωσε ότι η κρίση αποτελεί ευκαιρία για να φτιάξουμε ένα μέλλον με λιγότερους τουρίστες και με μεγαλύτερη κατά κεφαλήν δαπάνη όπου θα μας έδινε το ίδιο οικονομικό αποτέλεσμα αλλά με λιγότερες επιβλαβείς επιπτώσεις στο περιβάλλον.
Εξίσου καλό θα ήταν σύμφωνα με τον κ. Χωμενίδη «να μην είμαστε τόσο εξαρτημένοι από τους tour operators οι οποίοι κρατούν το 80-90% της τουριστικής υπεραξίας που παράγεται».
Τέλος, σημειώνοντας ότι η Αθήνα είναι από τους προορισμούς που θα πληγεί περισσότερο, αφού εξαρτάται άμεσα από την κρουαζιέρα, τα συνέδρια αλλά κι από αγορές που ίσως να μην ανοίξουν καθόλου για την Ελλάδα φέτος, όπως η Αμερική, εκτίμησε ότι «η σεζόν του 2020 δεν θα κυλήσει».
«Ας ελπίσουμε μετά τον Σεπτέμβρη να ξεκινήσει μια κάποια κίνηση παρότι κι αυτό το σενάριο δεν φαίνεται πιθανό.
Περνάμε μια πάρα πολύ δύσκολη χρονιά, ας την περάσουμε όσο γίνεται ανώδυνα με στόχο να υποστηρίξουμε την κατανάλωση για φέτος κι όσες περισσότερες θέσεις εργασίας γίνεται για του χρόνου», κατέληξε.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών