Παρέμβαση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος σε εκδήλωση στο LSE
Στην πραγματικότητα, συνέχισε ο κ. Στουρνάρας, οι διαφορές αποδόσεων των ομολόγων και άλλες παράμετροι ήταν συμβατές με πιστοληπτική αξιολόγηση στην επενδυτική κατηγορία ακόμη και πριν από την επίσημη αναβάθμιση της Ελλάδος.
«Μεσοπρόθεσμα, ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης αναμένεται να είναι σημαντικά υψηλότερος από το μέσο ρυθμό της ευρωζώνης.
Τα σοβαρά δημοσιονομικά προβλήματα, η βιωσιμότητα του χρέους, καθώς και ζητήματα αναδιάρθρωσης και ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, έχουν αντιμετωπιστεί επιτυχώς. Ωστόσο, το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του 2000 η ασύνετη δημοσιονομική πολιτική και η απώλεια ανταγωνιστικότητας δημιούργησαν τεράστια «δίδυμα ελλείμματα» και χρηματοδοτικά προβλήματα, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να βρεθεί στο επίκεντρο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, με τις αγορές και τους αναλυτές να προβλέπουν, τόσο το 2012 όσο και το 2015, την έξοδο της Ελλάδος από το ευρώ (Grexit)».
Πώς λοιπόν η Ελλάδα κατάφερε να γίνει «success story»;
(Α) Επώδυνη εγχώρια δημοσιονομική και διαρθρωτική προσαρμογή κατά τη διάρκεια των τριών προγραμμάτων προσαρμογής.
(Β) Ισχυρή βούληση για παραμονή της χώρας στη ζώνη του ευρώ.
(Γ) Γενναιόδωρη αναχρηματοδότηση χρέους με πολύ ευνοϊκούς όρους.
(Δ) Εξαίρεση (waiver) των ελληνικών ομολόγων από τα κριτήρια επιλεξιμότητας του Ευρωσυστήματος ‒ αυτό δεν χρειάζεται πλέον από τη στιγμή που η Ελλάδα απέκτησε πιστοληπτική αξιολόγηση στην επενδυτική κατηγορία.
(Ε) Γενναιόδωρη στήριξη από το ευρωπαϊκό μέσο ανάκαμψης NGEU(RRF).
(ΣΤ) Τα τελευταία χρόνια ασκούνται ορθόδοξες δημοσιονομικές, χρηματοπιστωτικές και διαρθρωτικές πολιτικές.
Χρηματοπιστωτικός τομέας
1) Τράπεζες:
Ανακεφαλαιοποίηση από το ΤΧΣ, χρηματοδοτικό κενό από το ΤΧΣ, Πρόγραμμα «Ηρακλής»: Εντυπωσιακή πρόοδος από τότε:
Δείκτης ΜΕΔ: σήμερα 6,6%, από 49% το 2016 (ΕΕ: 1,8%).
Αυξημένη κερδοφορία, δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας πάνω από τα ελάχιστα εποπτικώς απαιτούμενα επίπεδα, επαρκής ρευστότητα, ισχυρή εποπτεία, συχνές ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, καμία εθνική μεροληψία, διαχειρίσιμος επιτοκιακός κίνδυνος, περιορισμένη έκθεση στον τομέα των επαγγελματικών ακινήτων και σε άλλους κινδύνους αγοράς, στήριξη από τον RRF, στήριξη από την Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα ‒ μεγάλη διαφορά μεταξύ επιτοκίων καταθέσεων και επιτοκίων χορηγήσεων.
Η αποεπένδυση του ΤΧΣ έχει καταγράψει σημαντική πρόοδο, με πολύ θετικά αποτελέσματα: Η συμφωνία UniCredit-Alpha Bank είναι μια ακόμη ένδειξη επιστροφής στην κανονικότητα και η ιδιωτικοποίηση της ΕΤΕ ήταν μια απροσδόκητη επιτυχία. Το ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον διευκόλυνε την επιτυχή αποεπένδυση της συμμετοχής του ΤΧΣ (27%) στην Τράπεζα Πειραιώς. Οι τράπεζες έχουν πλέον πλήρη πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές.
Η αναδιάρθρωση και οι αυξήσεις κεφαλαίου των λιγότερο σημαντικών ιδρυμάτων βρίσκονται σε εξέλιξη, με ακρογωνιαίο λίθο τη συγχώνευση μεταξύ Τράπεζας Αττικής και Παγκρήτιας Τράπεζας που αναμένεται στο γ’ τρίμηνο του 2024.
Από την άλλη πλευρά όμως:
Δραστική αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής, περιοριστικότερες χρηματοπιστωτικές συνθήκες, νέα ΜΕΔ, ποιότητα κεφαλαίου (οριστικές και εκκαθαρισμένες αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις (DTC) 53,6% του κεφαλαίου CET 1), έλλειψη ομοιογενούς πλαισίου διαχείρισης κρίσεων στην Ευρώπη, έλλειψη συστήματος ασφάλισης καταθέσεων (EDIS) (Είναι σημαντικό να εγκριθούν οι νομοθετικές προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με το πλαίσιο διαχείρισης κρίσεων και ασφάλισης των καταθέσεων ‒ CMDI).
2) Ιδιωτική ασφάλιση:
Πολύ ισχυρή κεφαλαιακή βάση (κεφαλαιακή απαίτηση φερεγγυότητας ‒ SCR: 2,1 δισεκ. ευρώ, έναντι επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων 3,7 δισεκ. ευρώ, δείκτης SCR 1,8) με στοιχεία δ΄ τριμήνου 2023.
Σημαντικός θετικός παράγοντας: ακαθάριστα εγγεγραμμένα ασφάλιστρα περίπου 2,3% του ΑΕΠ, έναντι 8,0% στην ΕΕ, με στοιχεία δ΄ τριμήνου 2022.
Προκλήσεις:
Κενό ασφαλιστικής κάλυψης αναφορικά με: φυσικές καταστροφές (π.χ. σεισμούς, πλημμύρες, πυρκαγιές), υγεία, συντάξεις. Η κυβέρνηση έχει ήδη δρομολογήσει μέτρα για την κάλυψη του κενού ασφάλισης έναντι φυσικών καταστροφών (φορολογικά κίνητρα και υποχρεωτική ασφάλιση για τις ΜΜΕ).
Κλιματική αλλαγή ‒ Ψηφιακός μετασχηματισμός ‒ Απειλές κυβερνοασφάλειας.
Επενδυτικές ευκαιρίες:
Οι ξένες άμεσες επενδύσεις (ΞΑΕ) ήδη 3,1% του ΑΕΠ το 2021, 3,6% το 2022 και 2,0% το 2023, από 1,7% προηγουμένως (2015-2020) ‒ NGEU (RRF) + Διαρθρωτικά Ταμεία της ΕΕ = 65 δισεκ. ευρώ την πενταετία 2024-2028.
Λόγος επενδύσεων προς ΑΕΠ: 14,3% το 2023, από 16,6 % το 2010. Οι επιχειρηματικές επενδύσεις έχουν ανακάμψει πλήρως και έχουν επανέλθει στα προ του 2010 επίπεδα. Ωστόσο, ο λόγος των συνολικών επενδύσεων προς το ΑΕΠ εξακολουθεί να υπολείπεται του αντίστοιχου της ΕΕ (22,0%), κυρίως λόγω της μείωσης των επενδύσεων σε κατοικίες την τελευταία δεκαετία, οι οποίες όμως ανακτούν πολύ γρήγορα το χαμένο έδαφος. Η χρηματοδότηση μέσω του RRF θα συμβάλει στην αύξηση του λόγου επενδύσεων προς ΑΕΠ ώστε να συγκλίνει προς το μέσο όρο της ΕΕ. Η πλήρης υλοποίηση των επενδύσεων του RRF και των συναφών μεταρρυθμίσεων αναμένεται να αυξήσει το ΑΕΠ κατά 10% την επόμενη δεκαετία (οικονομετρικές εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος).
Στο ερώτημα αν αυτό θα δημιουργήσει ένα μη βιώσιμο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών η απάντηση είναι όχι, στο βαθμό που οι δραστικές μεταρρυθμίσεις θα ενισχύσουν την παραγωγική ικανότητα στους τομείς των εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών, η ανταγωνιστικότητα θα συνεχίσει να βελτιώνεται και θα υπάρχουν επαρκή δημοσιονομικά αποθέματα ασφαλείας. Σε κάθε περίπτωση, είναι αναγκαίο οι ΞΑΕ να αυξηθούν ακόμη περισσότερο, ιδιαίτερα σε περιόδους υψηλών ελλειμμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Μελλοντικές προκλήσεις
Παρά τη μείωση του σχετικού κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος και των σχετικών τιμών, η οποία συνεπάγεται βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, η διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα παραμένει χαμηλή, λόγω διαρθρωτικών δυσκαμψιών. Συνοπτικά αυτές είναι:
Καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης, γραφειοκρατία, υστέρηση σε βασικές υποδομές, καθυστέρηση στην ολοκλήρωση του εθνικού κτηματολογίου και του χωροταξικού πλαισίου, χαμηλή συμμετοχή των γυναικών και των νέων στην αγορά εργασίας και παράλληλα αναντιστοιχίες μεταξύ προσφερόμενων/ζητούμενων δεξιοτήτων, αυξημένη στενότητα στην αγορά εργασίας, δυσμενείς δημογραφικές εξελίξεις, φοροδιαφυγή, αδυναμίες στο «τρίγωνο της γνώσης» (εκπαίδευση-έρευνα-καινοτομία), ολιγοπώλια (π.χ. τρόφιμα, καύσιμα, τράπεζες, ιδιωτική νοσοκομειακή περίθαλψη).
Αυτές οι διαρθρωτικές δυσκαμψίες λειτουργούν ανασχετικά στην παραγωγική ικανότητα, τη δυνητική ανάπτυξη και την αύξηση της συνολικής παραγωγικότητας των συντελεστών παραγωγής.
Εξωγενείς παράγοντες με αρνητικές επιδράσεις: Αβεβαιότητα σε παγκόσμιο επίπεδο, γεωπολιτικοί κίνδυνοι, τάσεις στασιμοπληθωρισμού, επεισόδια χρηματοπιστωτικής αστάθειας, προβλήματα δημόσιου χρέους. Η διαφορά επιτοκίου-ρυθμού ανάπτυξης (snowball effect) πιθανότατα θα διαδραματίσει κυρίαρχο ρόλο παγκοσμίως την προσεχή περίοδο.
Εξωγενείς παράγοντες με θετικές επιδράσεις: Το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο στην Ευρώπη.
Προτάσεις πολιτικής
1. Εξάλειψη των προαναφερόμενων δυσκαμψιών, βελτίωση της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας και ενίσχυση του ανταγωνισμού.
2. Πρωτογενές πλεόνασμα γενικής κυβέρνησης 2% σε κυκλικά διορθωμένους όρους.
3. Δημιουργία πρόσθετων δημοσιονομικών αποθεμάτων ασφαλείας για απρόβλεπτα γεγονότα και κλιματικές κρίσεις.
4. Επιτάχυνση δράσεων για την εξοικονόμηση ενέργειας και την πράσινη μετάβαση.
5. Η υποκατάσταση των εισαγωγών είναι εξίσου σημαντική για την προώθηση των εξαγωγών.
6. Μέγιστη δυνατή παραγωγική αξιοποίηση των κονδυλίων της ΕΕ και αύξηση των ΞΑΕ.
Κύριος στόχος: Επίτευξη πραγματικής σύγκλισης χωρίς μακροοικονομικές ανισορροπίες.
Κύρια πρόκληση: Αξιοποίηση της πιστοληπτικής αξιολόγησης στην επενδυτική κατηγορία και επιτάχυνση της πορείας προς περαιτέρω αναβαθμίσεις, καταλήγει ο κ. Στουρνάρας.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών