γράφει : ΜΑΡΙΝΑ ΦΟΥΝΤΑ
Την απόσυρση του φόρου υπεραξίας 20% που θα ισχύσει από την 1η Απριλίου του 2013 ζήτησαν πριν από λίγα λεπτά οι χρηματιστές, μέσω συνέντευξης Τύπου που παραχώρησαν.
Όπως τόνισε ο πρόεδρος του ΣΜΕΧΑ, Σ. Κυρίτσης, εάν εφαρμοστεί ο φόρος υπεραξίας 20% με την υφιστάμενη φορολογία 2 τοις χιλίοις επί των συναλλαγών και τον ευρωπαϊκό φόρο Τόμπιν, θα καταρρεύσει πλήρως η χρηματιστηριακή αγορά, αφού πολλοί Έλληνες επενδυτές, θα μεταφέρουν τα χαρτοφυλάκιά τους σε ξένους κωδικούς.
Ενδεικτικά ανέφερε ο κ. Κυρίτσης, μόνο οι μικρομέτοχοι που ανέρχονται σε 1 εκατ. θα απομακρυνθούν από το Χρηματιστήριο Αθηνών.
Σε ερώτηση του www.bankingnews.gr, τι κλίμα εισπράττει ο ΣΜΕΧΑ από το υπουργείο Οικονομικών, ο κ. Κυρίτσης τόνισε χαρακτηριστικά: "Δεν τους ενδιαφέρει τι θα γίνει στο χρηματιστήριο. Θεωρούν ότι είναι το τελευταίο πράγμα με το οποίο πρέπει να ασχοληθούν στο νέο φορολογικό νομοσχέδιο".
Την πλήρη αντίθεση του εκφράζει ο ΣΜΕΧΑ
Ο ΣΜΕΧΑ εν όψει της συζήτησης και ψήφισης στη βουλή του φορολογικού νομοσχεδίου, επισημαίνει την πλήρη αντίθεση του με την προτεινόμενη διάταξη για εφαρμογή του φόρου υπεραξίας επί μετοχών, από την άνοιξη του 2013.
Όπως είναι γνωστό, ο φόρος υπεραξίας αποτέλεσε νόμο του κράτους από το 2007. Την περίοδο εκείνη, οι συνθήκες στην ελληνική οικονομία αλλά και στην εγχώρια κεφαλαιαγορά ήταν εντελώς διαφορετικές από αυτές που σήμερα επικρατούν. Η χρηματιστηριακή αγορά βρισκόταν σε μία ανοδική φάση, με αυξημένους τζίρους και επενδυτικό ενδιαφέρον, τόσο εγχώριο όσο και διεθνές.
Ο επιδιωκόμενος στόχος της τότε νομοθετικής παρέμβασης, ήταν να αντικατασταθεί ο φόρος συναλλαγών (2 τοις χιλίοις) με έναν νέο φόρο, το φόρο υπεραξίας, όπου ο μέτοχος (Έλληνας ή αλλοδαπός) θα κατέβαλλε στο δημόσιο ένα ποσοστό επί των κεφαλαιακών κερδών του.
Ο φόρος υπεραξίας, παρόλο που είχε ψηφισθεί από το 2007, ουδέποτε εφαρμόσθηκε στην ελληνική κεφαλαιαγορά, λόγω των πολλών και ποικίλων τεχνικών προβλημάτων που δημιουργούσε η διαδικασία υπολογισμού και είσπραξης του. Έτσι, εξακολουθούσε να υφίσταται μέχρι και σήμερα ο φόρος συναλλαγών, ο οποίος πλέον έχει υιοθετεί ως ‘φιλοσοφία’ και δρομολογηθεί η εφαρμογή του σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η νυν κυβέρνηση δηλαδή, στην παρούσα περίοδο, όπου σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει δρομολογηθεί η υιοθέτηση ενός φόρου χρηματοπιστωτικών συναλλαγών που θα επιβάλλεται σε όλες τις συναλλαγές, αποφασίζει αφενός να συνεχίσει τη διατήρηση του φόρου συναλλαγών, αφετέρου να επιβάλλει και έναν νέο φόρο, το φόρο υπεραξίας.
Η επιλεχθείσα όμως χρονική στιγμή για την επιβολή του νέου φόρου, δεν συνάδει ούτε και θα συμβάλλει, στις προσπάθειες που έχουν ξεκινήσει σε κυβερνητικό επίπεδο για τη διαμόρφωση ενός θετικού και ελκυστικού κλίματος για την οικονομία μας και τη διαμόρφωση του κατάλληλου επενδυτικού περιβάλλοντος για εισροή ξένων κεφαλαίων.
Επιπροσθέτως, η αγορά το 2012 δεν έχει καμία σχέση με την αγορά του 2007, όταν επιβλήθηκε νομοθετικά ο φόρος υπεραξίας. Το επενδυτικό ενδιαφέρον σήμερα είναι περιορισμένο, οι εγχώριοι επενδυτές δεν διαθέτουν, λόγω της ύφεσης, την απαραίτητη ‘αγοραστική επενδυτική δύναμη’ για να προβαίνουν σε συναλλαγές επί μετοχών, και η τάση αυτή
εκτιμούμε ότι θα συνεχισθεί και στο άμεσο μέλλον. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι κατά το 2012, ο ημερήσιος τζίρος του ΧΑ έχει μειωθεί κατά 50% σε σχέση με το 2011.
Άρα, η εφαρμογή ενός επιπρόσθετου φόρου, θα λειτουργήσει αντίστροφα στην προσπάθεια διαμόρφωσης θετικού κλίματος για την εγχώρια οικονομία και θα επιδεινώσει περαιτέρω την ήδη υφεσιακή εικόνα της αγοράς.
Όσον αφορά την υιοθέτηση του στην ελληνική αγορά, δεν λαμβάνεται υπόψη η διεθνής εμπειρία και το πλαίσιο εφαρμογής του στις ευρωπαϊκές χώρες που έχει υιοθετηθεί.
Συγκεκριμένα, ο φόρος υπεραξίας δεν εφαρμόζεται σε όλες τις χώρες τις ΕΕ.
Όπου εφαρμόζεται, συντρέχουν δύο βασικές προϋποθέσεις :
Α) Ο υπολογισμός του γίνεται στο τέλος του κάθε ημερολογιακού έτους, λαμβάνοντας υπόψη και τις ζημιές από πώληση μετοχών και
Β) Υπάρχει αφορολόγητο όριο, πάνω από το οποίο υπολογίζεται ο φόρος υπεραξίας, έτσι ώστε πρακτικά να εξαιρούνται από αυτόν οι μικροεπενδυτές.
Επιπρόσθετα, ο προτεινόμενος φόρος υπεραξίας δεν θα αφορά όλους τους επενδυτές. Όσον αφορά τους ξένους επενδυτές, και για όσους υπάρχουν, με βάση τη χώρα προέλευσης, εν ισχύ συμβάσεις αποφυγής διπλής φορολογίας, δεν θα καταβάλλουν το συγκεκριμένο φόρο. Οι υπόλοιποι ξένοι επενδυτές που δεν τους καλύπτουν τέτοιες συμβάσεις, θα κληθούν να καταβάλλουν το φόρο υπεραξίας, με αποτέλεσμα να περιορίσουν τις συναλλαγές τους και το επενδυτικό τους ενδιαφέρον.
Όσον αφορά τους ημεδαπούς επενδυτές, όσοι θα επιλέξουν και έχουν τη δυνατότητα να διενεργούν συναλλαγές μέσω εξωτερικού, θα αποφύγουν το φόρο υπεραξίας. Για τους μικρομετόχους όμως που δεν έχουν αυτές τις δυνατότητες, και οι οποίοι αριθμούν σχεδόν 1,000,000, προφανώς ο νέος φόρος θα τους απομακρύνει ακόμα περισσότερο από τη συμμετοχή τους στην εγχώρια αγορά.
Με βάση τις ανωτέρω αρνητικές επιπτώσεις που θα έχει η εφαρμογή του φόρου υπεραξίας, προτείνουμε τα εξής :
1.Απόσυρση της νομοθετικής διάταξης από το τρέχον φορολογικό νομοσχέδιο, άμεση έναρξη διαβούλευσης του πλαισίου εφαρμογής του με όλους τους φορείς της αγοράς, λαμβάνοντας υπόψη και
τις επερχόμενες αλλαγές σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσον αφορά την υιοθέτηση εφαρμογής του φόρου χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Το αποτέλεσμα της διαβούλευσης να κατατεθεί προς ψήφιση τον προσεχή Απρίλιο, όπως έχει αναφέρει η κυβέρνηση ότι θα φέρει το επόμενο φορολογικό νομοσχέδιο.
2. Όσον αφορά το πλαίσιο εφαρμογής του φόρου υπεραξίας, να ληφθεί υπόψη η ευρωπαϊκή εμπειρία, δηλαδή υπολογισμός του στο τέλος κάθε χρόνου συμπεριλαμβανομένων και των τυχόν ζημιών από πώληση μετοχών, μη επιβολή του σε προϊόντα συλλογικών επενδύσεων, ελάχιστο όριο αφορολόγητων κερδών, πάνω από το οποίο θα υπολογίζεται ο φόρος υπεραξίας, καθώς και ποσοστό επιβολής φόρου άμεσα συσχετισμένο με το ποσοστό φόρου επί των καταθέσεων, που είναι risk free, γεγονός που θα αποτελέσει ένα κίνητρο για τους μικρομετόχους.
Καλούμε τον αρμόδιο υπουργό, όπως εξετάσει τις προαναφερόμενες προτάσεις μας, αξιολογήσει αν είναι κατάλληλη η χρονική στιγμή εφαρμογής του νέου φόρου όσον αφορά τις επιπτώσεις στην ανάπτυξη της αγοράς, αλλά και στα επιδιωκόμενα φορολογικά έσοδα που στοχεύει, καθώς υπάρχει το ενδεχόμενο εξαιτίας της μείωσης των συναλλαγών και της γενικότερης απαξίωσης της χρηματιστηριακής αγοράς, τα έσοδα του δημοσίου και από τους δύο φόρους (φόρο συναλλαγών και υπεραξίας) να είναι λιγότερα από εκείνα που είχε έως τώρα το δημόσιο μόνο από το φόρο συναλλαγών.
Είναι βέβαιο ότι η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας θα ‘περάσει’ και μέσα από το ΧΑ. Με νέες, αμφιβόλου αποτελεσματικότητας, επιβαρύνσεις που αποφασίζονται αποσπασματικά, χωρίς να εντάσσονται σε ένα ολοκληρωμένο σχεδιασμό ανάπτυξης της ελληνικής κεφαλαιαγοράς, αυτό που είναι βέβαιο ότι θα επιτευχθεί είναι η περαιτέρω συρρίκνωση της αγοράς, η δραστηριοποίηση πελατών σε άλλες, εκτός χώρας αγορές, η απουσία μερίδας ξένων επενδυτών και η ολοσχερής απομάκρυνση των ελλήνων μικρομετόχων από το ΧΑ. Προφανώς τα αποτελέσματα αυτά δεν συνάδουν ούτε και συμβάλλουν με την προσπάθεια της ανάπτυξης, που είναι μονόδρομος για την ελληνική οικονομία και την επιβίωση της χώρας.
Aνέστης Ντόκας
www.bankingnews.gr
Ενδεικτικά ανέφερε ο κ. Κυρίτσης, μόνο οι μικρομέτοχοι που ανέρχονται σε 1 εκατ. θα απομακρυνθούν από το Χρηματιστήριο Αθηνών.
Σε ερώτηση του www.bankingnews.gr, τι κλίμα εισπράττει ο ΣΜΕΧΑ από το υπουργείο Οικονομικών, ο κ. Κυρίτσης τόνισε χαρακτηριστικά: "Δεν τους ενδιαφέρει τι θα γίνει στο χρηματιστήριο. Θεωρούν ότι είναι το τελευταίο πράγμα με το οποίο πρέπει να ασχοληθούν στο νέο φορολογικό νομοσχέδιο".
Την πλήρη αντίθεση του εκφράζει ο ΣΜΕΧΑ
Ο ΣΜΕΧΑ εν όψει της συζήτησης και ψήφισης στη βουλή του φορολογικού νομοσχεδίου, επισημαίνει την πλήρη αντίθεση του με την προτεινόμενη διάταξη για εφαρμογή του φόρου υπεραξίας επί μετοχών, από την άνοιξη του 2013.
Όπως είναι γνωστό, ο φόρος υπεραξίας αποτέλεσε νόμο του κράτους από το 2007. Την περίοδο εκείνη, οι συνθήκες στην ελληνική οικονομία αλλά και στην εγχώρια κεφαλαιαγορά ήταν εντελώς διαφορετικές από αυτές που σήμερα επικρατούν. Η χρηματιστηριακή αγορά βρισκόταν σε μία ανοδική φάση, με αυξημένους τζίρους και επενδυτικό ενδιαφέρον, τόσο εγχώριο όσο και διεθνές.
Ο επιδιωκόμενος στόχος της τότε νομοθετικής παρέμβασης, ήταν να αντικατασταθεί ο φόρος συναλλαγών (2 τοις χιλίοις) με έναν νέο φόρο, το φόρο υπεραξίας, όπου ο μέτοχος (Έλληνας ή αλλοδαπός) θα κατέβαλλε στο δημόσιο ένα ποσοστό επί των κεφαλαιακών κερδών του.
Ο φόρος υπεραξίας, παρόλο που είχε ψηφισθεί από το 2007, ουδέποτε εφαρμόσθηκε στην ελληνική κεφαλαιαγορά, λόγω των πολλών και ποικίλων τεχνικών προβλημάτων που δημιουργούσε η διαδικασία υπολογισμού και είσπραξης του. Έτσι, εξακολουθούσε να υφίσταται μέχρι και σήμερα ο φόρος συναλλαγών, ο οποίος πλέον έχει υιοθετεί ως ‘φιλοσοφία’ και δρομολογηθεί η εφαρμογή του σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η νυν κυβέρνηση δηλαδή, στην παρούσα περίοδο, όπου σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει δρομολογηθεί η υιοθέτηση ενός φόρου χρηματοπιστωτικών συναλλαγών που θα επιβάλλεται σε όλες τις συναλλαγές, αποφασίζει αφενός να συνεχίσει τη διατήρηση του φόρου συναλλαγών, αφετέρου να επιβάλλει και έναν νέο φόρο, το φόρο υπεραξίας.
Η επιλεχθείσα όμως χρονική στιγμή για την επιβολή του νέου φόρου, δεν συνάδει ούτε και θα συμβάλλει, στις προσπάθειες που έχουν ξεκινήσει σε κυβερνητικό επίπεδο για τη διαμόρφωση ενός θετικού και ελκυστικού κλίματος για την οικονομία μας και τη διαμόρφωση του κατάλληλου επενδυτικού περιβάλλοντος για εισροή ξένων κεφαλαίων.
Επιπροσθέτως, η αγορά το 2012 δεν έχει καμία σχέση με την αγορά του 2007, όταν επιβλήθηκε νομοθετικά ο φόρος υπεραξίας. Το επενδυτικό ενδιαφέρον σήμερα είναι περιορισμένο, οι εγχώριοι επενδυτές δεν διαθέτουν, λόγω της ύφεσης, την απαραίτητη ‘αγοραστική επενδυτική δύναμη’ για να προβαίνουν σε συναλλαγές επί μετοχών, και η τάση αυτή
εκτιμούμε ότι θα συνεχισθεί και στο άμεσο μέλλον. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι κατά το 2012, ο ημερήσιος τζίρος του ΧΑ έχει μειωθεί κατά 50% σε σχέση με το 2011.
Άρα, η εφαρμογή ενός επιπρόσθετου φόρου, θα λειτουργήσει αντίστροφα στην προσπάθεια διαμόρφωσης θετικού κλίματος για την εγχώρια οικονομία και θα επιδεινώσει περαιτέρω την ήδη υφεσιακή εικόνα της αγοράς.
Όσον αφορά την υιοθέτηση του στην ελληνική αγορά, δεν λαμβάνεται υπόψη η διεθνής εμπειρία και το πλαίσιο εφαρμογής του στις ευρωπαϊκές χώρες που έχει υιοθετηθεί.
Συγκεκριμένα, ο φόρος υπεραξίας δεν εφαρμόζεται σε όλες τις χώρες τις ΕΕ.
Όπου εφαρμόζεται, συντρέχουν δύο βασικές προϋποθέσεις :
Α) Ο υπολογισμός του γίνεται στο τέλος του κάθε ημερολογιακού έτους, λαμβάνοντας υπόψη και τις ζημιές από πώληση μετοχών και
Β) Υπάρχει αφορολόγητο όριο, πάνω από το οποίο υπολογίζεται ο φόρος υπεραξίας, έτσι ώστε πρακτικά να εξαιρούνται από αυτόν οι μικροεπενδυτές.
Επιπρόσθετα, ο προτεινόμενος φόρος υπεραξίας δεν θα αφορά όλους τους επενδυτές. Όσον αφορά τους ξένους επενδυτές, και για όσους υπάρχουν, με βάση τη χώρα προέλευσης, εν ισχύ συμβάσεις αποφυγής διπλής φορολογίας, δεν θα καταβάλλουν το συγκεκριμένο φόρο. Οι υπόλοιποι ξένοι επενδυτές που δεν τους καλύπτουν τέτοιες συμβάσεις, θα κληθούν να καταβάλλουν το φόρο υπεραξίας, με αποτέλεσμα να περιορίσουν τις συναλλαγές τους και το επενδυτικό τους ενδιαφέρον.
Όσον αφορά τους ημεδαπούς επενδυτές, όσοι θα επιλέξουν και έχουν τη δυνατότητα να διενεργούν συναλλαγές μέσω εξωτερικού, θα αποφύγουν το φόρο υπεραξίας. Για τους μικρομετόχους όμως που δεν έχουν αυτές τις δυνατότητες, και οι οποίοι αριθμούν σχεδόν 1,000,000, προφανώς ο νέος φόρος θα τους απομακρύνει ακόμα περισσότερο από τη συμμετοχή τους στην εγχώρια αγορά.
Με βάση τις ανωτέρω αρνητικές επιπτώσεις που θα έχει η εφαρμογή του φόρου υπεραξίας, προτείνουμε τα εξής :
1.Απόσυρση της νομοθετικής διάταξης από το τρέχον φορολογικό νομοσχέδιο, άμεση έναρξη διαβούλευσης του πλαισίου εφαρμογής του με όλους τους φορείς της αγοράς, λαμβάνοντας υπόψη και
τις επερχόμενες αλλαγές σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσον αφορά την υιοθέτηση εφαρμογής του φόρου χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Το αποτέλεσμα της διαβούλευσης να κατατεθεί προς ψήφιση τον προσεχή Απρίλιο, όπως έχει αναφέρει η κυβέρνηση ότι θα φέρει το επόμενο φορολογικό νομοσχέδιο.
2. Όσον αφορά το πλαίσιο εφαρμογής του φόρου υπεραξίας, να ληφθεί υπόψη η ευρωπαϊκή εμπειρία, δηλαδή υπολογισμός του στο τέλος κάθε χρόνου συμπεριλαμβανομένων και των τυχόν ζημιών από πώληση μετοχών, μη επιβολή του σε προϊόντα συλλογικών επενδύσεων, ελάχιστο όριο αφορολόγητων κερδών, πάνω από το οποίο θα υπολογίζεται ο φόρος υπεραξίας, καθώς και ποσοστό επιβολής φόρου άμεσα συσχετισμένο με το ποσοστό φόρου επί των καταθέσεων, που είναι risk free, γεγονός που θα αποτελέσει ένα κίνητρο για τους μικρομετόχους.
Καλούμε τον αρμόδιο υπουργό, όπως εξετάσει τις προαναφερόμενες προτάσεις μας, αξιολογήσει αν είναι κατάλληλη η χρονική στιγμή εφαρμογής του νέου φόρου όσον αφορά τις επιπτώσεις στην ανάπτυξη της αγοράς, αλλά και στα επιδιωκόμενα φορολογικά έσοδα που στοχεύει, καθώς υπάρχει το ενδεχόμενο εξαιτίας της μείωσης των συναλλαγών και της γενικότερης απαξίωσης της χρηματιστηριακής αγοράς, τα έσοδα του δημοσίου και από τους δύο φόρους (φόρο συναλλαγών και υπεραξίας) να είναι λιγότερα από εκείνα που είχε έως τώρα το δημόσιο μόνο από το φόρο συναλλαγών.
Είναι βέβαιο ότι η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας θα ‘περάσει’ και μέσα από το ΧΑ. Με νέες, αμφιβόλου αποτελεσματικότητας, επιβαρύνσεις που αποφασίζονται αποσπασματικά, χωρίς να εντάσσονται σε ένα ολοκληρωμένο σχεδιασμό ανάπτυξης της ελληνικής κεφαλαιαγοράς, αυτό που είναι βέβαιο ότι θα επιτευχθεί είναι η περαιτέρω συρρίκνωση της αγοράς, η δραστηριοποίηση πελατών σε άλλες, εκτός χώρας αγορές, η απουσία μερίδας ξένων επενδυτών και η ολοσχερής απομάκρυνση των ελλήνων μικρομετόχων από το ΧΑ. Προφανώς τα αποτελέσματα αυτά δεν συνάδουν ούτε και συμβάλλουν με την προσπάθεια της ανάπτυξης, που είναι μονόδρομος για την ελληνική οικονομία και την επιβίωση της χώρας.
Aνέστης Ντόκας
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών