Τελευταία Νέα
Υγεία & Χρηστικά Νέα

Τέλος στην εποχή του φθηνού χρήματος – «Καπέλο» 480 ευρώ το χρόνο για ένα μέσο στεγαστικό

Τέλος στην εποχή του φθηνού χρήματος – «Καπέλο» 480 ευρώ το χρόνο για ένα μέσο στεγαστικό
Οριστικό τέλος στην εποχή του «φθηνού χρήματος» έβαλε με τις χθεσινές του δηλώσεις ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κ. Ζαν Κλωντ Τρισέ, ξεκαθαρίζοντας ουσιαστικά ότι στις αρχές Απριλίου προτίθεται να ανεβάσει το βασικό επιτόκιο του ευρώ.
Η κίνηση αυτή – στη σκιά του ολοένα και αυξανόμενου ευρω-πληθωρισμού- λήγει οριστικά την περίοδο των ιστορικά χαμηλών επιτοκίων στην ευρωζώνη. Από το Μάιο του 2009 το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ βρισκόταν στο ιστορικό χαμηλό του 1%, αν και λίγο πριν το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης είχε εκτιναχθεί στο 4%.
Οι αγορές δεν αποκλείουν η αύξηση του Απριλίου να είναι της τάξης ακόμα και του 0,5%, προκειμένου να τιθασευθεί ο ευρω-πληθωρισμός, ο οποίος λόγω της ανόδου στις τιμές των καυσίμων και των εμπορευμάτων ξεπέρασε για τρίτο συνεχόμενο μήνα το όριο του 2% που έχει θέσει η ΕΚΤ.
Η αναμενόμενη αύξηση στο κόστος χρήματος έχει προφανείς και άμεσες επιπτώσεις στους δανειολήπτες, οι οποίοι θα δουν τη δόση τους να αυξάνεται. Τα πρώτα «θύματα» είναι όσοι έχουν χρέη με κυμαινόμενο επιτόκιο που βασίζεται στο επιτόκιο της ΕΚΤ. Σε αυτή την περίπτωση η αναπροσαρμογή προς τα επάνω γίνεται αυτόματα. Παράλληλα, σχεδόν αντίστοιχα άμεσο είναι το πλήγμα και για εκείνους που έχουν δάνειο με κυμαινόμενο επιτόκιο, το οποίο βασίζεται στο Euribor. Και αυτό γιατί η διατραπεζική αγορά ακολουθεί παραδοσιακά κατά πόδας τις κινήσεις της ΕΚΤ, γεγονός που σημαίνει ότι αναμένεται αντίστοιχη άνοδος. Παράλληλα, οι τράπεζες στην πλειονότητα τους μεταφέρουν την αύξηση και στα δάνεια με σταθερό επιτόκιο, πράγμα που σημαίνει ότι οι νέοι δανειολήπτες που θα θελήσουν να «κλειδώσουν» τις δόσεις τους θα το κάνουν ακριβότερα.
Στον αντίποδα πάντως, κερδισμένοι βγαίνουν καταθέτες και επενδυτές, καθώς ανεβαίνουν οι αποδόσεις στις προθεσμιακές, οι οποίες ούτως ή άλλως βρίσκονται σε υψηλότατα επίπεδα.
Ποιοι χάνουν
Αναλυτικότερα, χαμένοι από το «ακριβό χρήμα» βγαίνουν εκατομμύρια δανειολήπτες, αλλά και οι ίδιες οι τράπεζες. Στα καταναλωτικά δάνεια και τις πιστωτικές κάρτες το τελευταίο διάστημα έχουν γίνει μια σειρά από σιωπηρές αυξήσεις επιτοκίων, οι οποίες μπορεί να φτάνουν ακόμη και τη μία ολόκληρη μονάδα, επιβαρύνοντας σημαντικά τον οικογενειακό προϋπολογισμό. Η αναμενόμενη αύξηση των επιτοκίων του ευρώ οδηγεί σε ταυτόχρονη άνοδο του διατραπεζικού επιτοκίου Euribor, εκτινάσσοντας τις δόσεις και εκείνων που έχουν στεγαστικό δάνειο με κυμαινόμενο επιτόκιο.
Σε απόλυτες τιμές, σήµερα, ένα 20ετές στεγαστικό δάνειο 150.000 ευρώ µε κυµαινόµενο επιτόκιο 4%(επιτόκιο ΕΚΤ 1% πλέον τραπεζικού περιθωρίου 3%) επιβαρύνεται µε µ δόση 909 ευρώ το μήνα. Αν τελικά  το επιτόκιο της ΕΚΤ ανέβει στο 1,5% και κατ’ επέκταση το συνολικό επιτόκιο στο 4,5% η δόση σκαρφαλώνει στα 949 ευρώ. Προκύπτει δηλαδή επιβάρυνση 40ευρώ τον µήνα ή 480 ευρώ τον χρόνο. Μάλιστα, το «χαράτσι» ανεβαίνει όσο μεγαλώνει το ύψος του δανείου, αλλά και το χρονικό διάστηµα της αποπληρωµής.
Παράλληλα, και οι ίδιες οι τράπεζες πληρώνουν το τίμημα του ακριβού χρήματος. Καθώς αναγκάζονται να αντλούν ρευστότητα με μεγάλο κόστος, βλέπουν το καθαρό περιθώριο κέρδους τους να συρρικνώνεται, τα κέρδη τους να μειώνονται και τους ισολογισμούς τους να χειροτερεύουν. Η Τράπεζα της Ελλάδος εξάλλου έχει ζητήσει επανειλημμένως από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να μειώσουν τα επιτόκια, προειδοποιώντας ότι η κατάσταση αυτή δεν είναι βιώσιμη. Εντούτοις, όσο οι πόρτες των διεθνών αγορών παραμένουν κλειστές και ο κίνδυνος για τα ελληνικά ομόλογα και την οικονομία γενικότερα παραμένει ακριβώς, οι τράπεζες θα συνεχίζουν να πληρώνουν ακριβά τη ρευστότητα τους, είτε αυτή προέρχεται εκτός είτε εντός συνόρων.
Και ποιοι κερδίζουν
Στον αντίποδα, οι καταθέτες και οι επενδυτές είναι αυτή τη στιγμή οι μεγάλοι κερδισμένοι από την άνοδο των επιτοκίων. Για ποσά άνω των 30.000 ευρώ και για τρίμηνη ή εξάμηνη διάρκεια, μπορεί κανείς σήμερα με ευκολία να αξιώσει επιτόκια της τάξης του 4,5% ή και του 5% σε προθεσμιακές καταθέσεις, κυρίως από μικρότερες τράπεζες. Ακόμα όμως και τα μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν μπει στο «παιχνίδι», δίνοντας επίσης δελεαστικά επιτόκια, τουλάχιστον 3,5% ή και 4%. Παράλληλα, κερδίζουν έδαφος και οι λεγόμενες «κλιμακωτές» καταθέσεις, τις οποίες οι τράπεζες διαθέτουν σε εκείνους που θέλουν υψηλές αποδόσεις αλλά και δυνατότητα άμεσης ρευστοποίησης. Στην περίπτωση αυτή, για όσο μεγαλύτερο διάστημα αφήνει κανείς τα χρήματα του στην τράπεζα, τόσο αυξάνει και το επιτόκιο, φτάνοντας ακόμα και στο 10%.

Γιώργος Θεοδώρου
www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης