Γράφει ο Λεωνίδας Γ. Παπαδόπουλος MD, PhD
Οι μύκητες είναι μικροοργανισμοί οι οποίοι βρίσκονται φυσιολογικά σε διάφορα μέρη του σώματός μας, μεταξύ των οποίων και στον κόλπο των γυναικών. Ο πιο συνηθισμένος μύκητας είναι ο Candida Albicans, ο οποίος τις περισσότερες φορές είναι ακίνδυνος και δεν δημιουργεί προβλήματα. Κάτω όμως από συγκεκριμένες συνθήκες, όπου διαταράσσεται η φυσιολογική χλωρίδα του κόλπου της γυναίκας, μπορεί να προκαλέσει λοίμωξη του αιδοίου και του κόλπου.
Σχεδόν το 75% των γυναικών κάποια στιγμή στη ζωή τους θα διαγνωστούν με καντιντίαση γεννητικών οργάνων και κάποιες γυναίκες θα ταλαιπωρηθούν από επαναλαμβανόμενες λοιμώξεις. Συνήθως οι υποτροπιάζουσες λοιμώξεις οφείλονται σε μύκητες που δεν θεραπεύτηκαν επαρκώς ή από παθήσεις και συνήθειες που έχουν οι ασθενείς οι οποίες διαταράσσουν τη φυσιολογική χλωρίδα της περιοχής.
Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα που περιγράφουν οι ασθενείς είναι αίσθημα καύσου, κνησμού, ερεθισμού και παρουσία άσπρων πηχτών υγρών με λίγη έως καθόλου δυσοσμία. Σε πιο έντονες φλεγμονές μπορούν να παρουσιαστούν ελκώδεις βλάβες στην περιοχή του κόλπου και του αιδοίου, πόνο κατά την επαφή και πόνο κατά την ούρηση.
Υπάρχουν παράγοντες κινδύνου οι οποίοι κάνουν πιο πιθανή την εμφάνιση καντιντίασης. Τέτοιοι παράγοντες κινδύνου είναι ο σακχαρώδης διαβήτης, η χρήση αντιβιοτικών, τα αυξημένα επίπεδα οιστρογόνων (ωορρηξία, εγκυμοσύνη, αντισυλληπτικά χάπια), η ανοσοκαταστολή, τα υψηλά επίπεδα στρες, η αυξημένη θερμοκρασία και υγρασία της γενετήσιας περιοχής, η διατροφή πλούσια σε άμυλο, η λήψη αλκοολούχων ποτών, η κατάχρηση καθαριστικών σκευασμάτων και αντισηπτικών υγρών στην ευαίσθητη περιοχή.
Τα προληπτικά μέτρα που μπορεί μία γυναίκα να λάβει ώστε να αποφύγει μία αιδοιοκολπίτιδα από Candida είναι να μειώσει τους παράγοντες κινδύνου. Θα πρέπει η ευαίσθητη περιοχή της γυναίκας να διατηρείται όσο πιο στεγνή και δροσερή γίνεται, ιδιαίτερα τους θερινούς μήνες. Θα πρέπει να αποφεύγεται η υπερβολική χρήση καθαριστικών σκευασμάτων στην ευαίσθητη περιοχή όπως και η χρήση αντισηπτικών. Η καλή ψυχολογία, η αποφυγή του στρες και μία ισορροπημένη διατροφή βοηθούν σε ένα υγιές ανοσοποιητικό σύστημα το οποίο θα μπορεί να διατηρεί τις ευαίσθητες ισορροπίες μεταξύ των μικροοργανισμών που υπάρχουν στον κόλπο της γυναίκας.
Η διάγνωση και η θεραπεία της καντιντίασης είναι εξατομικευμένη και γίνεται με βάση του ιστορικού και της συμπτωματολογίας της γυναίκας, καθώς και των ευρημάτων κατά την κλινική εξέταση. Μπορεί να χορηγηθεί είτε τοπική θεραπεία, με τη μορφή κολπικών υπόθετων ή κρέμας, είτε συστηματική θεραπεία με δισκία από το στόμα. Πολλές φορές μπορεί μία ασθενής να αναφέρει συμπτώματα χωρίς όμως να τεκμηριώνεται κλινικά η διάγνωση της καντιντίασης. Σε αυτές τις περιπτώσεις συστήνεται η λήψη καλλιέργειας κολπικού υγρού η οποία θα ξεκαθαρίσει ποιο μικρόβιο ευθύνεται για τα συμπτώματα της ασθενούς και να χορηγηθεί η κατάλληλη θεραπεία. Όσον αφορά τον σύντροφο οι κατευθυντήριες οδηγίες υποδεικνύουν να μην χορηγούμε θεραπεία, εφόσον ο ίδιος δεν έχει συμπτώματα, μιας και η καντιντίαση δεν θεωρείται σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα.
Ο Λεωνίδας Γ. Παπαδόπουλος MD, PhD είναι Μαιευτήρας Γυναικολόγος, Επιστημ. Συνεργάτης ΜΗΤΕΡΑ
www.bankingnews.gr
Σχεδόν το 75% των γυναικών κάποια στιγμή στη ζωή τους θα διαγνωστούν με καντιντίαση γεννητικών οργάνων και κάποιες γυναίκες θα ταλαιπωρηθούν από επαναλαμβανόμενες λοιμώξεις. Συνήθως οι υποτροπιάζουσες λοιμώξεις οφείλονται σε μύκητες που δεν θεραπεύτηκαν επαρκώς ή από παθήσεις και συνήθειες που έχουν οι ασθενείς οι οποίες διαταράσσουν τη φυσιολογική χλωρίδα της περιοχής.
Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα που περιγράφουν οι ασθενείς είναι αίσθημα καύσου, κνησμού, ερεθισμού και παρουσία άσπρων πηχτών υγρών με λίγη έως καθόλου δυσοσμία. Σε πιο έντονες φλεγμονές μπορούν να παρουσιαστούν ελκώδεις βλάβες στην περιοχή του κόλπου και του αιδοίου, πόνο κατά την επαφή και πόνο κατά την ούρηση.
Υπάρχουν παράγοντες κινδύνου οι οποίοι κάνουν πιο πιθανή την εμφάνιση καντιντίασης. Τέτοιοι παράγοντες κινδύνου είναι ο σακχαρώδης διαβήτης, η χρήση αντιβιοτικών, τα αυξημένα επίπεδα οιστρογόνων (ωορρηξία, εγκυμοσύνη, αντισυλληπτικά χάπια), η ανοσοκαταστολή, τα υψηλά επίπεδα στρες, η αυξημένη θερμοκρασία και υγρασία της γενετήσιας περιοχής, η διατροφή πλούσια σε άμυλο, η λήψη αλκοολούχων ποτών, η κατάχρηση καθαριστικών σκευασμάτων και αντισηπτικών υγρών στην ευαίσθητη περιοχή.
Τα προληπτικά μέτρα που μπορεί μία γυναίκα να λάβει ώστε να αποφύγει μία αιδοιοκολπίτιδα από Candida είναι να μειώσει τους παράγοντες κινδύνου. Θα πρέπει η ευαίσθητη περιοχή της γυναίκας να διατηρείται όσο πιο στεγνή και δροσερή γίνεται, ιδιαίτερα τους θερινούς μήνες. Θα πρέπει να αποφεύγεται η υπερβολική χρήση καθαριστικών σκευασμάτων στην ευαίσθητη περιοχή όπως και η χρήση αντισηπτικών. Η καλή ψυχολογία, η αποφυγή του στρες και μία ισορροπημένη διατροφή βοηθούν σε ένα υγιές ανοσοποιητικό σύστημα το οποίο θα μπορεί να διατηρεί τις ευαίσθητες ισορροπίες μεταξύ των μικροοργανισμών που υπάρχουν στον κόλπο της γυναίκας.
Η διάγνωση και η θεραπεία της καντιντίασης είναι εξατομικευμένη και γίνεται με βάση του ιστορικού και της συμπτωματολογίας της γυναίκας, καθώς και των ευρημάτων κατά την κλινική εξέταση. Μπορεί να χορηγηθεί είτε τοπική θεραπεία, με τη μορφή κολπικών υπόθετων ή κρέμας, είτε συστηματική θεραπεία με δισκία από το στόμα. Πολλές φορές μπορεί μία ασθενής να αναφέρει συμπτώματα χωρίς όμως να τεκμηριώνεται κλινικά η διάγνωση της καντιντίασης. Σε αυτές τις περιπτώσεις συστήνεται η λήψη καλλιέργειας κολπικού υγρού η οποία θα ξεκαθαρίσει ποιο μικρόβιο ευθύνεται για τα συμπτώματα της ασθενούς και να χορηγηθεί η κατάλληλη θεραπεία. Όσον αφορά τον σύντροφο οι κατευθυντήριες οδηγίες υποδεικνύουν να μην χορηγούμε θεραπεία, εφόσον ο ίδιος δεν έχει συμπτώματα, μιας και η καντιντίαση δεν θεωρείται σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα.
Ο Λεωνίδας Γ. Παπαδόπουλος MD, PhD είναι Μαιευτήρας Γυναικολόγος, Επιστημ. Συνεργάτης ΜΗΤΕΡΑ
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών