γράφει : Πέτρος Λεωτσάκος
Εισοδηματικά κριτήρια στους φόρους μεταβίβασης των ακινήτων εξετάζει να καθιερώσει η κυβέρνηση.
Το σχέδιο που επεξεργάζονται στο υπουργείο Οικονομικών προβλέπει την επιβολή χαμηλών συντελεστών φορολόγησης για τους ιδιοκτήτες που μεταβιβάζουν ακίνητα και έχουν ετήσιο εισόδημα έως 50.000 ευρώ.
Το σχέδιο που επεξεργάζονται στο υπουργείο Οικονομικών προβλέπει την επιβολή χαμηλών συντελεστών φορολόγησης για τους ιδιοκτήτες που μεταβιβάζουν ακίνητα και έχουν ετήσιο εισόδημα έως 50.000 ευρώ.
Ο συντελεστής αυτός θα είναι 4%, ο οποίος για ιδιοκτήτες ακινήτων που δηλώνουν μεγαλύτερα εισοδήματα στην Εφορία θα κλιμακώνεται ως εξής:
· 8% για εισοδήματα από 50.000 έως 100.000 ευρώ
· 12% για εισοδηματικά κλιμάκια από 100.000 έως 250.000 ευρώ
· 15% για τους έχοντες εισοδήματα άνω των 250.000 ευρώ.
Επίσης, εάν τα σπίτια και τα οικόπεδα τα οποία μεταβιβάζονται ξεπερνούν σε αξία τα 200.000 – 250.000 ευρώ τότε θα εφαρμόζεται ένας πρόσθετος συντελεστής που θα επιδρά αυξητικά στον φόρο.
Πρόκειται ουσιαστικά για νέο σύστημα υπολογισμού των φόρων στα ακίνητα το οποίο έρχεται να ανατρέψει αυτά που ισχύουν σήμερα στην μεταβίβαση της περιουσίας.
Το υφιστάμενο σύστημα είναι τελείως διαφορετικό. Ο υπολογισμός του φόρου γίνεται επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. Δηλαδή για ακίνητα αξίας έως 20.000 ευρώ επιβάλλεται φόρος 8%.
Ο φόρος αυτός αυξάνει στο 10% όταν η μεταβίβαση αφορά σπίτια και οικόπεδα που η αντικειμενική τους αξία είναι μεγαλύτερη των 20.000 ευρώ.
Επίσης, κατά την μεταβίβαση επιβάλλεται και φόρος 3%, ο οποίος κατευθύνεται στα ταμεία της τοπικής αυτοδιοίκησης ( Δήμοι – Κοινότητες).
Το νέο σύστημα υπολογισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων πρόκειται να παρουσιάσει ο Ευάγγελος Βενιζέλος στον διάλογο για την μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος που βρίσκεται σε εξέλιξη.
Στο υπουργείο Οικονομικών θα αναμένουν τις προτάσεις των φορέων του κλάδου έτσι ώστε με τις κατάλληλες βελτιώσεις αυτό να μπορέσει να προσαρμοσθεί στα σημερινά δεδομένα της κτηματαγοράς.
Με αυτό το σχέδιο η κυβέρνηση θα επιχειρήσει να «ζεστάνει» την αγορά των ακινήτων η οποία έχει «νεκρώσει» εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και της ύφεσης που έχει «σκεπάσει» τους περισσότερους κλάδους της ελληνικής οικονομίας.
Η οικοδομή, που κάποτε αποτελούσε την λοκομοτίβα της ανάπτυξης, πνέει τα λοίσθια και μαζί με αυτή βυθίζονται και μια σειρά από επαγγέλματα που είναι συνδεδεμένα με τον κατασκευαστικό τομέα.
Η κυβέρνηση εκτιμά ότι για να μπορέσει η χώρα να βρει τον δρόμο προς την ανάπτυξη θα πρέπει να δώσει κίνητρα που θα τονώσουν τον κλάδο της οικοδομής.
Ανάμεσα σε αυτά είναι και οι μειωμένοι συντελεστές στον φόρο μεταβίβασης, αφού θα επιτρέψουν στους «μικρούς» φορολογούμενους να αγοράσουν σπίτια και οικόπεδα κάτι το οποίο δεν συμβαίνει σήμερα.
Προϋπόθεση βέβαια για να γίνει αυτό είναι να ανοίξουν και οι τράπεζες την «στρόφιγγα» των δανείων και να περάσουν τις εγγυήσεις που έλαβαν από την κυβέρνηση στην πραγματική οικονομία.
Το νέο «μοντέλο» υπολογισμού των φόρων στην περιουσία θα συνδυασθεί και από μία νέα αναθεώρηση που ετοιμάζεται στις αντικειμενικές τιμές των ακινήτων.
Κατά τις πληροφορίες, το έργο της αναπροσαρμογής των αντικειμενικών τιμών θα αναλάβει ειδική επιτροπή στην οποία θα μετέχουν και ιδιώτες.
Σκοπός είναι η δημιουργία ενός αυτόματου μηχανισμού μεταβολής της αντικειμενικής αξίας ενός ακινήτου ( είτε σε προς τα πάνω, είτε προς τα κάτω) που θα λειτουργεί σε πραγματικό χρόνο.
Για την ώρα, ο μηχανισμός αυτός «κολλάει»στην μηχανογραφική υποδομή και στο ηλεκτρονικό περιουσιολόγιο.
Οι ιδιώτες θα αναλάβουν να επιλύσουν αυτά τα προβλήματα έτσι ώστε οι υποσχέσεις που έδωσε το οικονομικό επιτελείο στην Τρόικα για αλλαγές στο σύστημα υπολογισμού των φόρων να βρεθούν εντός χρονοδιαγραμμάτων.
Από την αναθεώρηση των αντικειμενικών τιμών ( σ.σ. που κάποια στιγμή θα πιάσουν τα επίπεδα των αγοραίων) και από τις αυξήσεις -φωτιά που έρχονται στους φόρους των ακινήτων για τους «έχοντες», υπολογίζουν στην πλατεία Συντάγματος να καλύψουν την «χασούρα» από την μείωση των συντελεστών στον ΦΠΑ.
Στο υπουργείο Οικονομικών υπολογίζουν ότι μία αύξηση κατά 0,5% στους φόρους των ακινήτων παράγει έσοδα 2 δισ. ευρώ το χρόνο για τον προϋπολογισμό.
Σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών, το κράτος εισπράττει σήμερα ελάχιστα από τους φόρους των ακινήτων, όταν η ιδιωτική περιουσία των Ελλήνων φθάνει τα 400 δις. ευρώ ή στο 170 % του ΑΕΠ.
Στοιχείο το οποίο σύμφωνα με αρμόδια στελέχη καταδεικνύει την συνεισφορά που μπορεί να έχει η περιουσία στην μείωση των ελλειμμάτων και του δημοσίου χρέους.
Εκτός, από τους φόρους στην περιουσία στην ατζέντα του διαλόγου βρίσκονται ακόμη:
· Η μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων: Στο υπουργείο Οικονομικών προωθούν τη μείωση των φορολογικών συντελεστών. Τα κέρδη των επιχειρήσεων (ΑΕ, ΕΠΕ) φορολογούνται σήμερα με συντελεστή 20%. Η τρόικα φαίνεται να μην έχει αντιρρήσεις για περαιτέρω μείωση του συντελεστή ενδεχομένως στο 18% ή ακόμη και στο 15% με την προϋπόθεση ότι θα περικοπούν οι περισσότερες φοροαπαλλαγές που απολαμβάνουν σήμερα οι επιχειρήσεις.
· Η κατάργηση του ΚΒΣ με στόχο την απλοποίηση του ισχύοντος φορολογικού συστήματος και των ελέγχων. Η κατάργηση του ΚΒΣ θα γίνει με τρόπο φυσικά τέτοιο που θα διασφαλίζονται τα συμφέροντα του Δημοσίου, αλλά θα εξυπηρετεί ταυτόχρονα τις ανάγκες των επιχειρήσεων όσον αφορά στην προσαρμογή τους στην ταχύτητα των εξελίξεων που ορίζει η τεχνολογία. Η πλήρης κατάργησή του κρίνεται λοιπόν επιβεβλημένη όχι μόνο γιατί πληθώρα διατάξεών του έχουν ήδη ξεπεραστεί, αλλά και γιατί η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στον ΟΟΣΑ που έχει Κώδικα Βιβλίων, ο οποίος μέσα από ένα πλέγμα τυπολατρικών και αναχρονιστικών διατάξεων επιβάλλει περιορισμούς και αρκετές φορές παγίδες στον τρόπο διεξαγωγής των δραστηριοτήτων της επιχείρησης.
· Η κατάργηση δεκάδων φοροαπαλλαγών που απολαμβάνουν σήμερα οι επιχειρήσεις, που φυσικά θα έχει ως αποτέλεσμα την έμμεση αύξηση των καθαρών κερδών τους και αναμφισβήτητα νέες επιβαρύνσεις, αφού θα εξανεμιστούν ουσιαστικά τα όποια οφέλη προκύπτουν από την περαιτέρω μείωση των φορολογικών συντελεστών. Άλλωστε από έρευνα που έχει κάνει το υπουργείο προέκυψε ότι οι φοροαπαλλαγές που απολαμβάνουν οι μεγάλες επιχειρήσεις «κοστίζουν» στον προϋπολογισμό περί τα 700 εκατ. ευρώ.
· Η κατάργηση των περισσοτέρων από τις περίπου 800 φοροαπαλλαγές που απολαμβάνουν σήμερα οι φορολογούμενοι και υπολογίζεται ότι, μαζί με αυτές των νομικών προσώπων, «κοστίζουν στο Δημόσιο περισσότερα από 5 δισ. ευρώ. Με βάση πρόσφατες μελέτες του υπουργείου Οικονομικών, ένας στους δύο φορολογούμενους κατάφερε να περιορίσει το φορολογητέο του εισόδημα και κατ' επέκταση το φόρο που κατέβαλε κάνοντας χρήση φοροαπαλλαγών που αφορούν νοσήλια, ασφάλιστρα, δίδακτρα ή ενοίκια. Η κατάργηση φυσικά των φοροαπαλλαγών θα επιβαρύνει κυρίως τις ασθενέστερες οικονομικά ομάδες του πληθυσμού. Για το λόγο αυτό πάντως τα στελέχη του υπουργείου προτείνουν να διατηρηθούν ορισμένες, οι οποίες και θα αναπροσαρμόζονται ανάλογα με τον κοινωνικό τους χαρακτήρα, ή να θεσπιστούν εισοδηματικά και κοινωνικά κριτήρια για τη διατήρησή τους.
· Το νέο μοντέλο συντελεστών ΦΠΑ χωρίς να αποκλείεται ακόμη και η καθιέρωση ενός και μοναδικού συντελεστή 15%. Οι απανωτές αυξήσεις των συντελεστών δεν έφεραν τα αναμενόμενα έσοδα στα κρατικά ταμεία. Στην κυβέρνηση εξετάζουν τη τη μείωση των συντελεστών κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες. Ο υψηλός συντελεστής ΦΠΑ από το 23% θα πέσει στο 19% - 20%, γεγονός που θα φέρει μειώσεις τιμών σε πλήθος προϊόντων και υπηρεσιών, όπως καύσιμα, ένδυση, υπόδηση, αυτοκίνητα, οινοπνευματώδη ποτά, έπιπλα, είδη οικιακής χρήσης, ηλεκτρικές συσκευές, ακίνητα, λογαριασμοί σταθερής και κινητής τηλεφωνίας κ.ά.Ο χαμηλός συντελεστής ΦΠΑ από 13% θα υποχωρήσει στο 11%- 10%. Με τον χαμηλό συντελεστή επιβαρύνονται σήμερα τα τρόφιμα, τα τιμολόγια (ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, φυσικό αέριο), τα εισιτήρια μέσων μαζικής μεταφοράς και άλλα αγαθά και υπηρεσίες. Τέλος, θα καταργηθεί ο πολύ χαμηλός συντελεστής ΦΠΑ 6,5% και αγαθά και υπηρεσίες που υπάγονται σε αυτόν (φάρμακα, διαμονή στα ξενοδοχεία, βιβλία, εφημερίδες, θέατρα) θα πάνε στο 10%.
Μ. Χριστοδούλου
www.bankingnews.gr
· 8% για εισοδήματα από 50.000 έως 100.000 ευρώ
· 12% για εισοδηματικά κλιμάκια από 100.000 έως 250.000 ευρώ
· 15% για τους έχοντες εισοδήματα άνω των 250.000 ευρώ.
Επίσης, εάν τα σπίτια και τα οικόπεδα τα οποία μεταβιβάζονται ξεπερνούν σε αξία τα 200.000 – 250.000 ευρώ τότε θα εφαρμόζεται ένας πρόσθετος συντελεστής που θα επιδρά αυξητικά στον φόρο.
Πρόκειται ουσιαστικά για νέο σύστημα υπολογισμού των φόρων στα ακίνητα το οποίο έρχεται να ανατρέψει αυτά που ισχύουν σήμερα στην μεταβίβαση της περιουσίας.
Το υφιστάμενο σύστημα είναι τελείως διαφορετικό. Ο υπολογισμός του φόρου γίνεται επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. Δηλαδή για ακίνητα αξίας έως 20.000 ευρώ επιβάλλεται φόρος 8%.
Ο φόρος αυτός αυξάνει στο 10% όταν η μεταβίβαση αφορά σπίτια και οικόπεδα που η αντικειμενική τους αξία είναι μεγαλύτερη των 20.000 ευρώ.
Επίσης, κατά την μεταβίβαση επιβάλλεται και φόρος 3%, ο οποίος κατευθύνεται στα ταμεία της τοπικής αυτοδιοίκησης ( Δήμοι – Κοινότητες).
Το νέο σύστημα υπολογισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων πρόκειται να παρουσιάσει ο Ευάγγελος Βενιζέλος στον διάλογο για την μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος που βρίσκεται σε εξέλιξη.
Στο υπουργείο Οικονομικών θα αναμένουν τις προτάσεις των φορέων του κλάδου έτσι ώστε με τις κατάλληλες βελτιώσεις αυτό να μπορέσει να προσαρμοσθεί στα σημερινά δεδομένα της κτηματαγοράς.
Με αυτό το σχέδιο η κυβέρνηση θα επιχειρήσει να «ζεστάνει» την αγορά των ακινήτων η οποία έχει «νεκρώσει» εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και της ύφεσης που έχει «σκεπάσει» τους περισσότερους κλάδους της ελληνικής οικονομίας.
Η οικοδομή, που κάποτε αποτελούσε την λοκομοτίβα της ανάπτυξης, πνέει τα λοίσθια και μαζί με αυτή βυθίζονται και μια σειρά από επαγγέλματα που είναι συνδεδεμένα με τον κατασκευαστικό τομέα.
Η κυβέρνηση εκτιμά ότι για να μπορέσει η χώρα να βρει τον δρόμο προς την ανάπτυξη θα πρέπει να δώσει κίνητρα που θα τονώσουν τον κλάδο της οικοδομής.
Ανάμεσα σε αυτά είναι και οι μειωμένοι συντελεστές στον φόρο μεταβίβασης, αφού θα επιτρέψουν στους «μικρούς» φορολογούμενους να αγοράσουν σπίτια και οικόπεδα κάτι το οποίο δεν συμβαίνει σήμερα.
Προϋπόθεση βέβαια για να γίνει αυτό είναι να ανοίξουν και οι τράπεζες την «στρόφιγγα» των δανείων και να περάσουν τις εγγυήσεις που έλαβαν από την κυβέρνηση στην πραγματική οικονομία.
Το νέο «μοντέλο» υπολογισμού των φόρων στην περιουσία θα συνδυασθεί και από μία νέα αναθεώρηση που ετοιμάζεται στις αντικειμενικές τιμές των ακινήτων.
Κατά τις πληροφορίες, το έργο της αναπροσαρμογής των αντικειμενικών τιμών θα αναλάβει ειδική επιτροπή στην οποία θα μετέχουν και ιδιώτες.
Σκοπός είναι η δημιουργία ενός αυτόματου μηχανισμού μεταβολής της αντικειμενικής αξίας ενός ακινήτου ( είτε σε προς τα πάνω, είτε προς τα κάτω) που θα λειτουργεί σε πραγματικό χρόνο.
Για την ώρα, ο μηχανισμός αυτός «κολλάει»στην μηχανογραφική υποδομή και στο ηλεκτρονικό περιουσιολόγιο.
Οι ιδιώτες θα αναλάβουν να επιλύσουν αυτά τα προβλήματα έτσι ώστε οι υποσχέσεις που έδωσε το οικονομικό επιτελείο στην Τρόικα για αλλαγές στο σύστημα υπολογισμού των φόρων να βρεθούν εντός χρονοδιαγραμμάτων.
Από την αναθεώρηση των αντικειμενικών τιμών ( σ.σ. που κάποια στιγμή θα πιάσουν τα επίπεδα των αγοραίων) και από τις αυξήσεις -φωτιά που έρχονται στους φόρους των ακινήτων για τους «έχοντες», υπολογίζουν στην πλατεία Συντάγματος να καλύψουν την «χασούρα» από την μείωση των συντελεστών στον ΦΠΑ.
Στο υπουργείο Οικονομικών υπολογίζουν ότι μία αύξηση κατά 0,5% στους φόρους των ακινήτων παράγει έσοδα 2 δισ. ευρώ το χρόνο για τον προϋπολογισμό.
Σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών, το κράτος εισπράττει σήμερα ελάχιστα από τους φόρους των ακινήτων, όταν η ιδιωτική περιουσία των Ελλήνων φθάνει τα 400 δις. ευρώ ή στο 170 % του ΑΕΠ.
Στοιχείο το οποίο σύμφωνα με αρμόδια στελέχη καταδεικνύει την συνεισφορά που μπορεί να έχει η περιουσία στην μείωση των ελλειμμάτων και του δημοσίου χρέους.
Εκτός, από τους φόρους στην περιουσία στην ατζέντα του διαλόγου βρίσκονται ακόμη:
· Η μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων: Στο υπουργείο Οικονομικών προωθούν τη μείωση των φορολογικών συντελεστών. Τα κέρδη των επιχειρήσεων (ΑΕ, ΕΠΕ) φορολογούνται σήμερα με συντελεστή 20%. Η τρόικα φαίνεται να μην έχει αντιρρήσεις για περαιτέρω μείωση του συντελεστή ενδεχομένως στο 18% ή ακόμη και στο 15% με την προϋπόθεση ότι θα περικοπούν οι περισσότερες φοροαπαλλαγές που απολαμβάνουν σήμερα οι επιχειρήσεις.
· Η κατάργηση του ΚΒΣ με στόχο την απλοποίηση του ισχύοντος φορολογικού συστήματος και των ελέγχων. Η κατάργηση του ΚΒΣ θα γίνει με τρόπο φυσικά τέτοιο που θα διασφαλίζονται τα συμφέροντα του Δημοσίου, αλλά θα εξυπηρετεί ταυτόχρονα τις ανάγκες των επιχειρήσεων όσον αφορά στην προσαρμογή τους στην ταχύτητα των εξελίξεων που ορίζει η τεχνολογία. Η πλήρης κατάργησή του κρίνεται λοιπόν επιβεβλημένη όχι μόνο γιατί πληθώρα διατάξεών του έχουν ήδη ξεπεραστεί, αλλά και γιατί η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στον ΟΟΣΑ που έχει Κώδικα Βιβλίων, ο οποίος μέσα από ένα πλέγμα τυπολατρικών και αναχρονιστικών διατάξεων επιβάλλει περιορισμούς και αρκετές φορές παγίδες στον τρόπο διεξαγωγής των δραστηριοτήτων της επιχείρησης.
· Η κατάργηση δεκάδων φοροαπαλλαγών που απολαμβάνουν σήμερα οι επιχειρήσεις, που φυσικά θα έχει ως αποτέλεσμα την έμμεση αύξηση των καθαρών κερδών τους και αναμφισβήτητα νέες επιβαρύνσεις, αφού θα εξανεμιστούν ουσιαστικά τα όποια οφέλη προκύπτουν από την περαιτέρω μείωση των φορολογικών συντελεστών. Άλλωστε από έρευνα που έχει κάνει το υπουργείο προέκυψε ότι οι φοροαπαλλαγές που απολαμβάνουν οι μεγάλες επιχειρήσεις «κοστίζουν» στον προϋπολογισμό περί τα 700 εκατ. ευρώ.
· Η κατάργηση των περισσοτέρων από τις περίπου 800 φοροαπαλλαγές που απολαμβάνουν σήμερα οι φορολογούμενοι και υπολογίζεται ότι, μαζί με αυτές των νομικών προσώπων, «κοστίζουν στο Δημόσιο περισσότερα από 5 δισ. ευρώ. Με βάση πρόσφατες μελέτες του υπουργείου Οικονομικών, ένας στους δύο φορολογούμενους κατάφερε να περιορίσει το φορολογητέο του εισόδημα και κατ' επέκταση το φόρο που κατέβαλε κάνοντας χρήση φοροαπαλλαγών που αφορούν νοσήλια, ασφάλιστρα, δίδακτρα ή ενοίκια. Η κατάργηση φυσικά των φοροαπαλλαγών θα επιβαρύνει κυρίως τις ασθενέστερες οικονομικά ομάδες του πληθυσμού. Για το λόγο αυτό πάντως τα στελέχη του υπουργείου προτείνουν να διατηρηθούν ορισμένες, οι οποίες και θα αναπροσαρμόζονται ανάλογα με τον κοινωνικό τους χαρακτήρα, ή να θεσπιστούν εισοδηματικά και κοινωνικά κριτήρια για τη διατήρησή τους.
· Το νέο μοντέλο συντελεστών ΦΠΑ χωρίς να αποκλείεται ακόμη και η καθιέρωση ενός και μοναδικού συντελεστή 15%. Οι απανωτές αυξήσεις των συντελεστών δεν έφεραν τα αναμενόμενα έσοδα στα κρατικά ταμεία. Στην κυβέρνηση εξετάζουν τη τη μείωση των συντελεστών κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες. Ο υψηλός συντελεστής ΦΠΑ από το 23% θα πέσει στο 19% - 20%, γεγονός που θα φέρει μειώσεις τιμών σε πλήθος προϊόντων και υπηρεσιών, όπως καύσιμα, ένδυση, υπόδηση, αυτοκίνητα, οινοπνευματώδη ποτά, έπιπλα, είδη οικιακής χρήσης, ηλεκτρικές συσκευές, ακίνητα, λογαριασμοί σταθερής και κινητής τηλεφωνίας κ.ά.Ο χαμηλός συντελεστής ΦΠΑ από 13% θα υποχωρήσει στο 11%- 10%. Με τον χαμηλό συντελεστή επιβαρύνονται σήμερα τα τρόφιμα, τα τιμολόγια (ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, φυσικό αέριο), τα εισιτήρια μέσων μαζικής μεταφοράς και άλλα αγαθά και υπηρεσίες. Τέλος, θα καταργηθεί ο πολύ χαμηλός συντελεστής ΦΠΑ 6,5% και αγαθά και υπηρεσίες που υπάγονται σε αυτόν (φάρμακα, διαμονή στα ξενοδοχεία, βιβλία, εφημερίδες, θέατρα) θα πάνε στο 10%.
Μ. Χριστοδούλου
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών