γράφει : Δ.Ν.
- Το σύστημα παθητικού εντοπισμού στόχων HEMPAS-CCIAS είναι το αποτέλεσμα της 12ετούς προσπάθειας μίας ομάδας 5 Ελλήνων επιστημόνων με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Η ανάπτυξη του συστήματος ξεκίνησε το 2000 και ο στόχος των επιστημόνων ήταν να αξιοποιήσουν τη συνδυαστική λειτουργία των τεχνολογιών ESM (Electronic Support System) και PCL (Passive Coherent Location).
Για το θέμα αυτό είχε γράψει το 2013 ο στρατηγικός αναλυτής Γιώργος Τσιμπούκης στο περιοδικό Επίκαιρα.
Πρόκειται για ένα πολύ μεγάλο "έγκλημα" το οποίο λίγοι γνωρίζουν.Σας παραθέτουμε το άρθρο που έγραψε και δυστυχώς του δόθηκε ελάχιστη προσοχή:
Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΤΣΙΜΠΟΥΚΗ
Έτοιμη να αναχωρήσει από την Ελλάδα για το εξωτερικό είναι η «Ομάδα Θεσσαλονίκης», η ομάδα που σχεδίασε και ανέπτυξε το σύστημα παθητικού εντοπισμού στόχων HEMPAS-CCIAS, το οποίο, αν και αναγνωρίστηκε από την ηγεσία των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων (ΕΕΔ) ως ιδιαίτερα χρήσιμο για την εθνική άμυνα και ασφάλεια, τελικά ουδέποτε προχώρησε προς υλοποίηση.
Το σύστημα HEMPAS-CCIAS έγινε γνωστό στην ελληνική κοινή γνώμη την άνοιξη του 2011, όταν εμμέσως πλην σαφώς ετέθη προς συζήτηση στη Βουλή από το βουλευτή του ΛΑΟΣ Κ. Αϊβαλιώτη και τη βουλευτή του ΚΚΕ Λ. Κανέλη. Ακολούθησαν δημοσιεύματα στον Τύπο, τα οποία ανέλυαν την αξία του συστήματος για την εθνική άμυνα και ασφάλεια. Κι όμως, αν και από τότε πέρασαν δύο χρόνια, αν και εκδηλώθηκε επανειλημμένως έντονο ενδιαφέρον από τη στρατιωτική και πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΘΑ, ένα «αόρατο χέρι» καταφέρνει να κρατά το HEMPAS-CCIAS μακριά, από τη στιγμή που θα μπορούσε να εξοπλίσει τις ΕΕΔ.
Όμως τι είναι το σύστημα HEMPAS και ποια είναι η ιστορική πορεία της αποτυχημένης μέχρι στιγμής προσπάθειας του ΥΕΘΑ να αξιοποιήσει ένα σύστημα που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως πολλαπλασιαστής ισχύος για την Ελλάδα;
Το σύστημα HEMPAS-CCIAS
Το σύστημα παθητικού εντοπισμού στόχων HEMPAS-CCIAS είναι το αποτέλεσμα της 12ετούς προσπάθειας μίας ομάδας 5 Ελλήνων επιστημόνων με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Η ανάπτυξη του συστήματος ξεκίνησε το 2000 και ο στόχος των επιστημόνων ήταν να αξιοποιήσουν τη συνδυαστική λειτουργία των τεχνολογιών ESM (Electronic Support System) και PCL (Passive Coherent Location). Χρησιμοποιώντας την πρώτη τεχνολογία, το ελληνικό σύστημα μπορεί να ερευνήσει – ιχνηλατήσει τους στόχους με τη λήψη εκπομπών RF, όπως τηλεπικοινωνίες, εκπομπές Radar, IFF, TACAN και δεύξης δεδομένων από περιφερειακού σταθμούς λήψης. Εν συνεχεία ο κεντρικός σταθμός επεξεργασίας των εκπομπών του HEMPAS-CCIAS εντοπίζει τους στόχους ακολουθώντας την τεχνική «Διαφοράς Χρόνου Άφιξης» στο σήματος και τη σύντηξη των δεδομένων. Αφού επιτευχθεί ο εντοπισμός – ιχνηλάτηση του στόχου, αυτός κατηγοριοποιείται με βάση τα στοιχεία της πτήσης ή της κίνησης του.
Η δεύτερη τεχνολογία που χρησιμοποιεί το HEMPAS-CCIAS βασίζεται στην αξιοποίηση των εκατοντάδων πηγών εκπομπής σήματος, όπως κεραίες κινητής τηλεφωνίας, τηλεόρασης, ραδιοφώνου, radar ή οποιωνδήποτε άλλων πηγών ηλεκτρομαγνητικών εκπομπών. Το στοιχείο-κλειδί αυτής της τεχνολογίας είναι ότι το HEMPAS-CCIAS αξιοποιεί κυρίως τις εκπομπές του αντιπάλου, μετατρέποντας την υποδομή του σε συνεργατικό μέσο για τον εντοπισμό απειλών, ακόμα και σε απόσταση εκατοντάδων χιλιομέτρων από τα σύνορα. Αξίζει να σημειωθεί ότι η αξιοποίηση εκπομπών από πηγές VHF/UHF επιτρέπει τον παθητικό εντοπισμό στόχων, οι οποίοι βρίσκονται πίσω από ορεινούς όγκους και γενικά πίσω από περιοχές με έντονο γεωγραφικό ανάγλυφο, εξανεμίζοντας το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού του αντιπάλου ακόμα κι αν τα στρατιωτικά μέσα αυτού βρίσκονται εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά. Η τεχνική εντοπισμού των στόχων που χρησιμοποιείται στην τεχνολογία PCL είναι η ίδια με αυτή που εφαρμόζεται από το σύστημα ESM. Χάρη στην τεχνολογία PCL οι φίλιες δυνάμεις μπορούν να εντοπίσουν παθητικά στόχους που ίπτανται σε χαμηλό ύψος, στόχους που ίπτανται σε χαμηλά ακολουθώντας το ανάγλυφο, ενώ και οι δύο τεχνολογίες συνδυαστικά μπορούν να εντοπίσουν στόχους Stealth, στόχους πολύ χαμηλής παρατηρησιμότητας, όπως τα UAV, ακόμα και σε πυκνό περιβάλλον ηλεκτρονικού πολέμου.
Εν κατακλείδι, το σύστημα HEMPAS-CCIAS μπορεί, με 35 συνολικά σταθμούς λήψης εκπομπών, να καλύψει τον ελληνικό εναέριο χώρο στο Αιγαίο, παρακολουθώντας με ακρίβεια εκατοντάδες στόχους ταυτοχρόνως, δυνητική εμβέλεια εντοπισμού μέχρι και 600 χλμ. και δυνατότητα αποκάλυψης εντοπισμού – ιχνηλάτησηςακόμα και αεροσκαφών Stealth.
Το σύστημα HEMPAS-CCIAS αποτελείται απο τη μονάδα αισθητήρων, τον κλωβό του συστήματος επεξεργασίας των λήψεων και τη μονάδα παροχής ηλεκτρικής ενέργειας, η δέ μετακίνηση του μπορεί να γίνει εύκολα χωρίς να εντοπιστεί. Ουσιαστικά με το συστημα HEMPAS-CCIAS οι ΕΕΔ αποκτούν ένα πολλαπλασιαστή ισχύος, ικανό να αντιμετωπίσει μη συμβατικές απειλές, ακόμα και ελικόπτερα / αεροσκάφη που ίπτανται χαμηλά ακολουθώντας το ανάγλυφο.
Οι μυστηριώδεις λόγοι που εμποδίζουν την αξιοποίηση του απο τις ΕΕΔ
Αν και οι δυνατότητες του HEMPAS-CCIAS θα πρέπει να προκαλούν σοκ στους αντιπάλους της Ελλάδας, τότε οι μυστηριώδεις λόγοι που εμποδίζουν την αξιοποίηση του συστήματος από τις ΕΕΔ θα έπρεπε να προκαλούν δέος στους Έλληνες πολίτες.
Η ιστορία της παρουσίασης του συστήματος στις ΕΕΔ ξεκινά το καλοκαίρι του 2006, όταν ο Α/ΓΕΕΘΑ, ναύαρχος Π. Χηνοφώτης, ενημερώνεται για πρώτη φορά για το HEMPAS-CCIAS απο την “Ομάδα Θεσσαλονίκης”. Μερικούς μήνες αργότερα, το καλοκαίρι του 2007, η “Ομάδα” πραγματοποιεί ενώπιον επιτροπής των ΕΕΔ δοκιμή του πειραματικού μοντέλου του συστήματος. Η δοκιμή έγινε στο πεδίο υπό πραγματικές συνθήκες με τη χρήση αεροσκαφών και, παρά το γεγονός ότι τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν σχεδόν πρωτόγονα, τα αποτελέσματα της έπεισαν τους αξιωματικούς των ΕΕΔ οτι το HEMPAS-CCIAS μπορούσε να λάβει χρηματοδότηση για την κατασκευή του εργαστηριακού πρωτοτύπου.
Δυστυχώς όμως το αναπτυξιακό πρόγραμμα δεν χρηματοδοτήθηκε, αφού δεν υπήρχαν χρήματα λόγω των περικοπών που ακολούθησαν τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Την ίδια περίοδο αναλαμβάνει Α/ΓΕΕΘΑ ο στρατηγός Δ.Γράψας, ο οποίος υποστηρίζει ένθερμα το σύστημα, με αποτέλεσμα στις 13/2/2009 το HEMPAS-CCIAS να εξεταστεί από το Συμβούλιο Αμυντικού Σχεδιασμού Προγραμματισμού (ΣΑΣΠ), το οποίο γνωμοδότησε με ψήφους 7-0 υπέρ της “επιχειρησιακής του αναγκαιότητας” και εισηγείται την “κατεπείγουσα εξέταση του ζητήματος” απο το Συμβούλιο των Αρχηγών (ΣΑΓΕ).
Καθ’όλη αυτή την περίοδο η “Ομάδα Θεσσαλονίκης” εργάζεται σκληρά βελτιώνοντας το σύστημα. Μετά την ολοκλήρωση των βελτιώσεων του συστήματος ακολουθεί, το χειμώνα του 2009, ένα νέο ΣΑΣΠ, το οποίο αξιολογεί εκ νέου το HEMPAS-CCIAS με βάση τα νέα δεδομένα και γνωμοδοτεί με ψήφους 7-0 υπέρ σου συστήματος για δεύτερη φορά.
Η χρηματοδότηση της ανάπτυξης εργαστηριακού πρωτοτύπου εξετάζεται τελικά από το ΣΑΓΕ την άνοιξη του 2010 υπό τον Α/ΓΕΕΘΑ πτέραρχο Γ.Γιάγκο και λαμβάνει την έγκριση του Συμβουλίου με ψήφους 4-0 υπέρ ως “άκρως απαραίτητο και κατεπείγον”. Την ίδια περίοδο η “Ομάδα Θεσσαλονίκης” έστειλε στον τότε ΑΝΥΕΘΑ, Π. Μπεγλίτη, τον πλήρη φάκελο (1050 σελίδων) της οικονομοτεχνικής μελέτης του προγράμματος. Ακόμα και τότε η “Ομάδα” δεν λαμβάνει κάποια θετική ή αρνητική ενημέρωση, παρά το γεγονός ότι εστάλη και επιστολή προς το ΑΝΥΕΘΑ το καλοκαίρι του 2010.
Σημειώνεται οτι το κόστος ανάπτυξης του εργαστηριακού πρωτοτύπου του HEMPAS-CCIAS αναφέρεται με έμμεσο τρόπο, λόγω ευαισθησίας του αντικειμένου, στη Βουλή απο δύο βουλευτές, ενώ λίγο αργότερα δημοσιεύονται οι πρώτες πληροφορίες στον Τύπο. Ακολουθούν, το καλοκαίρι του 2011, επιστολές της “Ομάδας” στον τότε πρωθυπουργό, Γ. Παπανδρέου, και στις αρχές του 2012 στο νέο υπουργό Εθνικής Άμυνας Δ. Αβραμόπουλο χωρίς να υπάρχει απάντηση. Τον Απρίλιο του 2012 ο τότε ΑΝΥΕΘΑ, Ι. Ραγκούσης, απαντά σε ερώτηση του βουλευτή Σ. Γαληνού των ΑΝΕΛ για το HEMPAS-CCIAS, δηλώνοντας ότι το ΣΑΓΕ δεν θεώρησε το σύστημα ως προτεινόμενο άκρως επείγον, ενώ -σε αντίθεση με τα πορίσματα της διεθνούς πανεπιστημιακής κοινότητας- χαρακτήρισε την ανάπτυξη ανάλογων συστημάτων χρονοβόρα, δαπανηρή και χωρίς τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.
Παρ’ολα αυτά, τον Ιούλιο του 2012 η “Ομάδα Θεσσαλονίκης” συναντιέται με στελέχη της ΓΔΑΕΕ με σκοπό την επανεξέταση του προγράμματος, ενώ μία συνάντηση με τον υπουργό Εθνικής Άμυνας κατόπιν παρέμβασης άλλου υπουργού επιβεβαιώνει την υποστήριξη στο σύστημα, αφού ζητείται από το ΓΕΑ η συνεργασία του με τη ΓΔΑΕΕ για να προχωρήσει η χρηματοδότηση. Και ξαφνικά, στις αρχές του 2013, όλα σταματούν. Καμία απάντηση, καμία εξέλιξη, απολύτως τίποτα.
Την ίδια στιγμή δύο χώρες απο τη Μέση Ανατολή προτείνουν στην “Ομάδα Θεσσαλονίκης” τη χρηματοδότηση του προγράμματος και δύο ευρωπαϊκές εταιρείες επιθυμούν την υπογραφή συμβολαίου συνεργασίας με την “Ομάδα”.
Αν και πέρασαν έξι χρόνια, η Ελληνική Πολιτεία δεν κατάφερε να χρηματοδοτήσει με 900.000 ευρώ την ανάπτυξη ενός συστήματος πολλαπλασιαστή ισχύος για την εθνική άμυνα. Τελικά, μετά απ’ όλα αυτά διερωτάται κάνεις ποιο είναι αυτό το “μαγικό χέρι” που ακυρώνει μία τόσο πολλά υποσχόμενη ελληνική προσπάθεια και στερεί από την χώρα μας ένα σημαντικό πλεονέκτημα έναντι των αντιπάλων μας.
http://www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών