γράφει : Δ.Ν.
Καθαρή θέση στις επιχειρήσεις ονομάζεται το ποσό του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων το οποίο ανήκει στους ιδιοκτήτες της επιχείρησης, μετά την εξόφληση του παθητικού (δηλ. των βραχυχρόνιων και μακροχρόνιων υποχρεώσεων της επιχείρησης). Σύμφωνα με την βασική λογιστική εξίσωση που ακολουθεί ο Ισολογισμός όπου Ενεργητικό(Ε)=Παθητικό(Π)+Καθαρή θέση(ΚΘ), η καθαρή θέση αποτελεί τη διαφορά μεταξύ ενεργητικού και παθητικού.
Η καθαρή θέση δείχνει το ποσό των περιουσιακών στοιχείων που οι φορείς της επιχείρησης συνείσφεραν και το ποσό των περιουσιακών στοιχείων που δημιουργήθηκε εσωτερικά στην επιχείρηση ως αποτέλεσμα της κερδοφόρας λειτουργίας της και τα οποία περιουσιακά στοιχεία δεν διανεμήθηκαν στους ιδιοκτήτες ή μετόχους της, αλλά κρατήθηκαν για να εξυπηρετήσουν τους σκοπούς της. Οι όροι "καθαρή θέση", "ίδια κεφάλαια" και "μετοχικό κεφάλαιο" είναι γενικά συνώνυμοι, αλλά οι λογιστές συχνά τους χρησιμοποιούν κατά περίπτωση με διαφοροποιημένη και πιο ειδικευμένη σημασία. Πχ το μετοχικό κεφάλαιο μπορεί να μην περιλαμβάνει το αποθεματικό κεφάλαιο..
Υπολογισμός καθαρής θέσης
Η παρουσίαση στον Ισολογισμό των λογαριασμών της καθαρής θέσης της επιχείρησης εξαρτάται από την νομική και επιχειρηματική μορφή της επιχείρησης και διαφέρει στην κάθε περίπτωση. Η καθαρή θέση στον Ισολογισμό περιλαμβάνει όλες τις κατηγορίες κεφαλαίου που αντιπροσωπεύουν το σύνολο του κεφαλαίου που έχουν συνεισφέρει οι μέτοχοι της επιχείρησης (πχ. κοινές μετοχές, προνομιούχες μετοχές) και κεφάλαια που έχουν αποκτηθεί από δωρεές.
Μια δεύτερη κατηγορία κεφαλαίου είναι αυτή που προέρχεται από την ίδια την επιχείρηση, συμβαίνει όταν δεν διανέμονται όλα τα κέρδη μιας χρήσης στους μετόχους αλλά ένα τμήμα από αυτά παρακρατείται από την επιχείρηση για να αυξηθεί το ήδη υπάρχον κεφάλαιο. Είναι η περίπτωση της κεφαλαιοποίησης των κερδών είτε με την έκδοση νέων μετοχών και την διάθεσή τους στους μετόχους είτε με την αύξηση της ονομαστικής αξίας των παλιών μετοχών.
Περιλαμβάνει ακόμη ένα τμήμα των μη διανεμηθέντων κερδών που διατίθεται για τον σχηματισμό των αποθεματικών τα οποία χρησιμοποιούνται για ειδικούς μόνο σκοπούς (πχ. επέκταση του εργοστασίου, διανομή μερισμάτων σε μελλοντικές χρήσεις κατά τις οποίες ίσως να μη πραγματοποιηθούν κέρδη).
Η καθαρή θέση στον Ισολογισμό
Από την ανάγνωση του Ισολογισμού σε συνδυασμό με τις περιπτώσεις της καθαρής θέσης είναι δυνατό από την πλευρά της διάρθρωσης της περιουσίας της οικονομικής μονάδας και της εμφάνισης της λογιστικής εξίσωσης να παρουσιάσουν τον Ισολογισμό ως:
Εκτίμηση της καθαρής θέσης
Η καθαρή θέση επηρεάζεται και εξαρτάται από την αξία στην οποία αποτιμούνται τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού, έτσι οποιαδήποτε υπερεκτίμηση ή υποεκτίμηση των στοιχείων αυτών συνεπάγεται μεταβολή της "καθαρής θέσης" της επιχείρησης.
Ο υπολογισμός της Καθαρής Θέσης δεν είναι εύκολο να εκτιμηθεί. Ωστόσο υπάρχουν τρεις τουλάχιστον διαφορετικές δυνατές αποτιμήσεις:
(i) O όρος καθαρή θέση συχνά αναφέρεται στη λογιστική αξία, η οποία αφορά την αρχική τιμή κτήσεως των στοιχείων του ενεργητικού, όταν αυτά αγοράστηκαν, και ότι επόμενες λογιστικές προσαρμογές έχουν γίνει (αποσβέσεις κλπ).
(ii) Η πραγματική αξία των στοιχείων του ενεργητικών μπορεί να αποτιμηθεί ανά χρονική στιγμή με βάση την αξία που έχουν αν πουληθούν ή ρευστοποιηθούν εκείνη τη χρονική στιγμή, το οποίο όμως μπορεί να μην είναι σχετικό με την πραγματική συνολική αξία του κεφαλαίου καθώς η επιχείρηση θεωρείται ότι λειτουργεί και θα συνεχίσει να λειτουργεί και ότι τα στοιχεία ενεργητικού δεν είναι προς πώληση/ρευστοποίηση. Τέτοιου είδους αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων μιας επιχείρησης μπορεί να είναι σχετική αν πχ αυτή έχει χρεοκοπήσει και πρόκειται να κλείσει.
(iii) Η πραγματική αξία του κεφαλαίου υποτίθεται ότι αποτιμάται με βάση την τιμή της μετοχής επί το πλήθος των μετοχών, το οποίο μπορεί να περιλαμβάνει και αποτίμηση άυλων αξιών που μπορεί να έχει η επιχείρηση, πχ εμπορικό σήμα, θέση και φήμη στην αγορά, καθώς και αποτίμηση των μελλοντικών προσδοκιών κλπ.
Η καθαρή θέση δείχνει το ποσό των περιουσιακών στοιχείων που οι φορείς της επιχείρησης συνείσφεραν και το ποσό των περιουσιακών στοιχείων που δημιουργήθηκε εσωτερικά στην επιχείρηση ως αποτέλεσμα της κερδοφόρας λειτουργίας της και τα οποία περιουσιακά στοιχεία δεν διανεμήθηκαν στους ιδιοκτήτες ή μετόχους της, αλλά κρατήθηκαν για να εξυπηρετήσουν τους σκοπούς της. Οι όροι "καθαρή θέση", "ίδια κεφάλαια" και "μετοχικό κεφάλαιο" είναι γενικά συνώνυμοι, αλλά οι λογιστές συχνά τους χρησιμοποιούν κατά περίπτωση με διαφοροποιημένη και πιο ειδικευμένη σημασία. Πχ το μετοχικό κεφάλαιο μπορεί να μην περιλαμβάνει το αποθεματικό κεφάλαιο..
Υπολογισμός καθαρής θέσης
Η παρουσίαση στον Ισολογισμό των λογαριασμών της καθαρής θέσης της επιχείρησης εξαρτάται από την νομική και επιχειρηματική μορφή της επιχείρησης και διαφέρει στην κάθε περίπτωση. Η καθαρή θέση στον Ισολογισμό περιλαμβάνει όλες τις κατηγορίες κεφαλαίου που αντιπροσωπεύουν το σύνολο του κεφαλαίου που έχουν συνεισφέρει οι μέτοχοι της επιχείρησης (πχ. κοινές μετοχές, προνομιούχες μετοχές) και κεφάλαια που έχουν αποκτηθεί από δωρεές.
Μια δεύτερη κατηγορία κεφαλαίου είναι αυτή που προέρχεται από την ίδια την επιχείρηση, συμβαίνει όταν δεν διανέμονται όλα τα κέρδη μιας χρήσης στους μετόχους αλλά ένα τμήμα από αυτά παρακρατείται από την επιχείρηση για να αυξηθεί το ήδη υπάρχον κεφάλαιο. Είναι η περίπτωση της κεφαλαιοποίησης των κερδών είτε με την έκδοση νέων μετοχών και την διάθεσή τους στους μετόχους είτε με την αύξηση της ονομαστικής αξίας των παλιών μετοχών.
Περιλαμβάνει ακόμη ένα τμήμα των μη διανεμηθέντων κερδών που διατίθεται για τον σχηματισμό των αποθεματικών τα οποία χρησιμοποιούνται για ειδικούς μόνο σκοπούς (πχ. επέκταση του εργοστασίου, διανομή μερισμάτων σε μελλοντικές χρήσεις κατά τις οποίες ίσως να μη πραγματοποιηθούν κέρδη).
Η καθαρή θέση στον Ισολογισμό
Από την ανάγνωση του Ισολογισμού σε συνδυασμό με τις περιπτώσεις της καθαρής θέσης είναι δυνατό από την πλευρά της διάρθρωσης της περιουσίας της οικονομικής μονάδας και της εμφάνισης της λογιστικής εξίσωσης να παρουσιάσουν τον Ισολογισμό ως:- Θετικό Ισολογισμό, όταν το Ενεργητικό έχει σχηματιστεί από τα ξένα και τα ίδια κεφάλαια, δηλ. οι πηγές προέλευσης του Ενεργητικού είναι το σύνολο των υποχρεώσεων της επιχείρησης προς τρίτα πρόσωπα και το σύνολο των υποχρεώσεων της επιχείρησης προς τους φορείς της. Ο μαθηματικός τύπος είναι Ε=Π+ΚΘ. Σε δεύτερη υποδιαίρεση του θετικού ισολογισμού οι πηγές προέλευσης του Ενεργητικού προέρχονται αποκλειστικά από ίδια κεφάλαια, δηλ. λείπουν οι υποχρεώσεις προς τρίτα πρόσωπα και έχει τον μαθηματικό τύπο Ε=ΚΘ, άρα Π=0. Όσο μεγαλύτερη είναι καθαρή θέση τόσο μεγαλώνει η φερεγγυότητα της επιχείρησης, γιατί οι πιστωτές της, σε περίπτωση λύσης και εκκαθάρισης της οικονομικής μονάδας, θα εισπράξουν τις απαιτήσεις τους.
- Αρνητικό Ισολογισμό, όταν η καθαρή θέση είναι αρνητική δηλαδή το Ενεργητικό δεν μπορεί να καλύψει τις υποχρεώσεις προς τρίτα πρόσωπα και έχει τον μαθηματικό τύπο Ε+ΚΘ=Π, άρα Π>Ε. Σε δεύτερη υποδιαίρεση του αρνητικού ισολογισμού δεν υπάρχει κανένα περιουσιακό στοιχείο. Οι υποχρεώσεις προς τρίτα πρόσωπα είναι καθαρή θέση παθητική, οπότε έχουμε έλλειμμα. Ο μαθηματικός τύπος είναι ΚΘ=Π, άρα Ε=0. Και στις δύο περιπτώσεις η καθαρή θέση θα πρέπει να λαμβάνεται ως έλλειμμα και αν η μορφή του Ισολογισμού δεν αλλάξει (πχ. με την εισφορά νέου κεφαλαίου) η επιχείρηση δεν θα μπορέσει να επιζήσει. Σε περίπτωση λύσης και ρευστοποίησης της οικονομικής μονάδας μεγάλο μέρος των δανειστών της δεν θα εισπράξει τις απαιτήσεις του.
- Ουδέτερο Ισολογισμό, όταν δεν υπάρχει καθαρή θέση, έτσι το ενεργητικό ισούται με τις υποχρεώσεις και συνεπώς η επιχείρηση δεν έχει πιστοληπτική ικανότητα. Ο μαθηματικός τύπος είναι Ε=Π, άρα ΚΘ=0.
Εκτίμηση της καθαρής θέσης
Η καθαρή θέση επηρεάζεται και εξαρτάται από την αξία στην οποία αποτιμούνται τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού, έτσι οποιαδήποτε υπερεκτίμηση ή υποεκτίμηση των στοιχείων αυτών συνεπάγεται μεταβολή της "καθαρής θέσης" της επιχείρησης.Ο υπολογισμός της Καθαρής Θέσης δεν είναι εύκολο να εκτιμηθεί. Ωστόσο υπάρχουν τρεις τουλάχιστον διαφορετικές δυνατές αποτιμήσεις:
(i) O όρος καθαρή θέση συχνά αναφέρεται στη λογιστική αξία, η οποία αφορά την αρχική τιμή κτήσεως των στοιχείων του ενεργητικού, όταν αυτά αγοράστηκαν, και ότι επόμενες λογιστικές προσαρμογές έχουν γίνει (αποσβέσεις κλπ).
(ii) Η πραγματική αξία των στοιχείων του ενεργητικών μπορεί να αποτιμηθεί ανά χρονική στιγμή με βάση την αξία που έχουν αν πουληθούν ή ρευστοποιηθούν εκείνη τη χρονική στιγμή, το οποίο όμως μπορεί να μην είναι σχετικό με την πραγματική συνολική αξία του κεφαλαίου καθώς η επιχείρηση θεωρείται ότι λειτουργεί και θα συνεχίσει να λειτουργεί και ότι τα στοιχεία ενεργητικού δεν είναι προς πώληση/ρευστοποίηση. Τέτοιου είδους αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων μιας επιχείρησης μπορεί να είναι σχετική αν πχ αυτή έχει χρεοκοπήσει και πρόκειται να κλείσει.
(iii) Η πραγματική αξία του κεφαλαίου υποτίθεται ότι αποτιμάται με βάση την τιμή της μετοχής επί το πλήθος των μετοχών, το οποίο μπορεί να περιλαμβάνει και αποτίμηση άυλων αξιών που μπορεί να έχει η επιχείρηση, πχ εμπορικό σήμα, θέση και φήμη στην αγορά, καθώς και αποτίμηση των μελλοντικών προσδοκιών κλπ.
Σχόλια αναγνωστών