Παρά την ύφεση στην Ελλάδα το 2020, οι ελληνικές τράπεζες συνέχισαν να πληρούν τις κεφαλαιακές απαιτήσεις, αλλά η κερδοφορία τους παρέμεινε χαμηλή, διαπιστώνει για την Ελλάδα στην ετήσια έκθεσή του ο μόνιμος μηχανισμός στήριξης της Ευρωζώνης, ο ESM.
Σύμφωνα με την έκθεση, οι συνθήκες ρευστότητας και χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών βελτιώθηκαν, ιδίως μετά τα μέτρα χαλάρωσης της ΕΚΤ, και ο δανεισμός στην οικονομία συνεχίστηκε, ενισχύθηκε επίσης από την κρατική υποστήριξη.
Το σύστημα προστασίας περιουσιακών στοιχείων «Ηρακλής» επιτάχυνε τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) το 2020 και παρατάθηκε πρόσφατα μέχρι το 2022, αλλά οι λόγοι NPL παραμένουν πολύ υψηλοί, αναφέρει ο ESM.
Το σύστημα Ηρακλής επωφελήθηκε από κρατικές εγγυήσεις ύψους 12 δισ. ευρώ.
Η επίδραση της πανδημίας
Όπως επιβεβαιώνει ο ESM, η πανδημία διέκοψε την τριετή οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας και οδήγησε σε ένα σημαντικό έλλειμμα τη γενική κυβέρνηση για πρώτη φορά από το 2015.
Το ΑΕΠ μειώθηκε απότομα, κυρίως λόγω της πτώσης του τουρισμού και των μέτρων για τη συγκράτηση της διάδοσης του Covid-19.
Η ύφεση και τα ειδικά μέτρα ενίσχυσης οδήγησαν τον προϋπολογισμό σε μεγάλα ελλείμματα.
Ωστόσο, οι ευνοϊκές συνθήκες της αγοράς, υποστηριζόμενες από τα προγράμματα της ΕΚΤ και το πρόγραμμα ανάκαμψης της ΕΕ, επέτρεψαν στη χώρα να καλύψει τις αυξημένες χρηματοδοτικές ανάγκες και να διατηρήσει υψηλά ταμειακά υπόλοιπα.
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν μέχρι στιγμής ξεπεράσει τον αντίκτυπο της πανδημίας και έχουν χορηγήσει ένα αυξανόμενο ποσό δανείων σε επιχειρήσεις, κυρίως χάρη στην εποπτική ευελιξία και τα εθνικά συστήματα στήριξης.
Διεκόπη η ανάκαμψη
Μετά από έντονη ανάπτυξη από το 2017, η πανδημία προκάλεσε ύφεση με πτώση 8,2% στο ελληνικό ΑΕΠ του 2020.
Η πτώση του τουρισμού έπληξε την οικονομία πιο έντονα, ενώ η εγχώρια κατανάλωση μειώθηκε λιγότερο λόγω της σημαντικής εισοδηματικής στήριξης της κυβέρνησης σε τομείς που πλήττονται περισσότερο από την πανδημία.
Παρά τις σχετικά ανθεκτικές εξαγωγές αγαθών, η επιδείνωση του ισοζυγίου υπηρεσιών διεύρυνε το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών.
Η ύφεση και τα στοχευμένα φορολογικά μέτρα για την αντιμετώπιση της κρίσης στην υγεία και τη στήριξη της οικονομίας συρρίκνωσαν τα έσοδα και διόγκωσαν τις δαπάνες.
Μετά την επίτευξη μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων για τέσσερα συνεχόμενα έτη, το πρωτογενές ισοζύγιο σε όρους προγράμματος έδειξε έλλειμμα 7,5% του ΑΕΠ το 2020.
Αυτό το έλλειμμα, μαζί με τη μείωση του ΑΕΠ, ανάγκασε τον δείκτη δημόσιου χρέους να αυξηθεί στο 205,6% του ΑΕΠ .
Μείωση του κόστους χρηματοδότησης
Μετά από κάποια αστάθεια στην αρχή της πανδημίας, το κόστος χρηματοδότησης μειώθηκε το 2020, λόγω της συμπερίληψης των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα έκτακτης ανάγκης λόγω της πανδημίας της ΕΚΤ και την επιλεξιμότητά τους ως εγγύηση του Ευρωσυστήματος, καθώς και τη συμφωνία για την ανάκαμψη της ΕΕ.
Το 2020, ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) συγκέντρωσε 12 δισ. ευρώ μέσω πέντε εκδόσεων, αναπτύσσοντας περαιτέρω την καμπύλη απόδοσης στο φάσμα 7-, 10- και 15 ετών.
Πιο πρόσφατα τον Μάρτιο του 2021, ο ΟΔΔΗΧ εξέδωσε με επιτυχία ένα ομόλογο 30 ετών.
Για να μειώσει το χρέος και να δημιουργήσει χώρο για χρηματοδοτική δραστηριότητα, διατηρώντας παράλληλα το υψηλό απόθεμα μετρητών, ο ΟΔΔΗΧ πραγματοποίησε αποπληρωμές, συμπεριλαμβανομένης της μερικής προπληρωμής δανείων του ΔΝΤ στις αρχές του 2021.
Μεταρρυθμίσεις
Μεταξύ των βασικών βελτιώσεων, η Ελλάδα εφάρμοσε το πρόγραμμα «Ηρακλής» και προσέλκυσε τους επενδυτές να αγοράσουν μεγάλα χαρτοφυλάκια NPL.
Ορισμένες βασικές ιδιωτικοποιήσεις σημείωσαν περαιτέρω πρόοδο και η Ελληνική Εταιρεία Περιουσιακών Στοιχείων και Συμμετοχών συνέχισε τις βελτιώσεις και πέτυχε καλά οικονομικά αποτελέσματα.
Η αναθεώρηση του κώδικα αφερεγγυότητας, με στόχο την ενίσχυση της μείωσης των NPL, εγκρίθηκε το 2020 και η πλήρης εφαρμογή του αναμένεται το 2021.
Ωστόσο, η πανδημία άλλαξε τις προτεραιότητες πολιτικής και διέκοψε την εφαρμογή ορισμένων προσπαθειών μεταρρύθμισης.
Ειδικότερα, δεν επιτεύχθηκε το σχέδιο μείωσης των ληξιπρόθεσμων οφειλών που δεν σχετίζονται με τις συντάξεις έως σχεδόν το τέλος του 2020.
Το πρόβλημα χρέους
Σύμφωνα με το σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης, ο ESM παρακολουθεί τους κινδύνους για τις πληρωμές του κρατικού δανεισμού.
Από αυτήν την άποψη, το πολύ υψηλό επίπεδο δημόσιου χρέους παρουσιάζει σημαντική ευπάθεια.
Η επίτευξη ισχυρής μακροπρόθεσμης ανάπτυξης, η επιστροφή σε μια δημοσιονομική πορεία που συμμορφώνεται με το ευρωπαϊκό δημοσιονομικό πλαίσιο και η ενίσχυση της ανθεκτικότητας είναι οι κρίσιμες προκλήσεις για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.
Αυτό εξαρτάται αποφασιστικά από την αύξηση της παραγωγικότητας και την ενθάρρυνση των επενδύσεων, καθώς οι δημογραφικές μετατοπίσεις θα περιορίσουν τη συμβολή στην ανάπτυξη μακροπρόθεσμα.
Επένδυση στο μέλλον
Η ενεργοποίηση της οικονομικής δραστηριότητας απαιτεί προσπάθειες σε πολλούς τομείς πολιτικής, συμπεριλαμβανομένης της συνέχισης της εφαρμογής της ατζέντας διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που ξεκίνησε κατά τη διάρκεια του προγράμματος του ESM και της υλοποίησης της φιλόδοξης αναπτυξιακής στρατηγικής για την επανεκκίνηση της οικονομίας.
Η πλήρης απορρόφηση και η αποτελεσματική χρήση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών κονδυλίων, τα οποία ανέρχονται σε περισσότερο από το 10% του ΑΕΠ, παρέχουν μια μοναδική ευκαιρία για αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας μέσω επενδύσεων σε πιο έντασης κεφαλαίου και ψηφιοποιημένες δομές με αντίστοιχα εκ νέου ειδικευμένο εργατικό δυναμικό.
Για να μπορέσουν οι τράπεζες να υποστηρίξουν ένα τέτοιο μοντέλο ανάπτυξης με γνώμονα τις επενδύσεις, απαιτούνται περαιτέρω μειώσεις του υψηλού αποθέματος NPL.
Η υποστήριξη της ανάκαμψης και η διασφάλιση της ανθεκτικότητας των τραπεζών παραμένει η προτεραιότητα, υποστηριζόμενη από την πλήρη εφαρμογή της μακροχρόνιας αναμενόμενης μεταρρύθμισης του νόμου περί αφερεγγυότητας.
Όλα αυτά μπορούν να συμβαδίζουν με την περαιτέρω ενίσχυση των δικτύων κοινωνικής ασφάλισης και την τήρηση των ενισχυμένων δεσμεύσεων εποπτείας προς το Eurogroup.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών