Άρθρο του Παναγιώτη Ρουμελιώτη πρώην εκπροσώπου της Ελλάδος στο ΔΝΤ και πρώην υπουργού στο bankingnews
Η πανδημία του κορωνοϊού ή Covid-19 έχει οξύνει περισσότερο τις αντιπαραθέσεις μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, ειδικότερα μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας.
Η πανδημία αυτή αποτελεί αντικείμενο εκμετάλλευσης από τις δυνάμεις αυτές, ώστε είτε να αποδυναμώσουν η μία την άλλη, είτε να βελτιώσουν τη γεωπολιτική τους θέση.
Αρχικά, οι μεγάλες δυνάμεις (ΗΠΑ, Κίνα και ΕΕ) αντιμετώπισαν με αυστηρά εθνικά κριτήρια την πανδημία του Covid-19.
Η Κίνα, προφανώς για να μην αποδυναμωθεί γεωπολιτικά, χειρίστηκε την πανδημία αυτή με αδιαφάνεια. Καθυστέρησε να ενημερώσει τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) για τη σοβαρότητα της πανδημίας.
Αφού σταθεροποίησε την κατάσταση στο εσωτερικό της, εμφαρμόζοντας αυστηρά περιοριστικά μέτρα όσον αφορά τις μετακινήσεις των πολιτών της, άρχισε να προωθεί μια ανθρωπιστική διπλωματία, παρέχοντας υγειονομική υποστήριξη (π.χ. εξαγωγές μασκών και φαρμάκων) σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες αρχικά και αφρικανικές στη συνέχεια.
Έτσι προσπάθησε να αμβλύνει τις αρνητικές επιπτώσεις από την καθυστερημένη ενημέρωση της διεθνούς κοινότητας όσον αφορά την έκταση και σοβαρότητα της πανδημίας του Covid-19, ώστε να διευρύνει τη γεωπολιτική επιρροή της.
Από την πλευρά τους οι ΗΠΑ προσπάθησαν αρχικά να ελαχιστοποιήσουν τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας, διατηρώντας σε λειτουργία το παραγωγικό σύστημά τους και καθυστερώντας να εφαρμόσουν περιοριστικά μέτρα. Στη συνέχεια αναγκάστηκαν να κλείσουν τα σύνορά τους, χωρίς να προειδοποιήσουν ούτε τους συμμάχους τους (π.χ. την ΕΕ), και να εφαρμόσουν, με τη σειρά τους, προστατευτικά μέτρα στις μετακινήσεις του πληθυσμού τους.
Ταυτόχρονα κατηγόρησαν την Κίνα για εσκεμμένη πολιτική συγκάλυψης της σοβαρότητας της επιδημίας του Covid-19, όταν αυτή ξέσπασε στη χώρα αυτή.
Επίσης, επιτέθηκαν στον ΠΟΥ για χειραγώγηση από την Κίνα και διέκοψαν τη χρηματοδότησή του.
(Οι ΗΠΑ καλύπτουν το 17% του προϋπολογισμού του ΠΟΥ).
Στην ΕΕ, για μια ακόμη φορά, η αρχική αντίδραση στην πανδημία ήταν ασυντόνιστη και κατώτερη των περιστάσεων.
Τα εθνικά μέτρα υπερίσχυσαν των κοινοτικών και η κοινοτική αλληλεγγύη αμφισβητήθηκε από πολλά κράτη-μέλη.
Ο διαχωρισμός μεταξύ των Βόρειων και Νότιων χωρών διευρύνθηκε.
Στη συνέχεια εφαρμόστηκαν προγράμματα με περισσότερο κοινοτικό χαρακτήρα.
Χωρίς να γνωρίζουμε ακόμα με ακρίβεια τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας, φαίνεται ότι η Κίνα θα πληγεί λιγότερο απ’ ότι οι ΗΠΑ και η ΕΕ.
Ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ θα περιοριστεί στο 1,2% στην Κίνα, ενώ εκείνος των ΗΠΑ θα μειωθεί κατά 5,9% και της Ευρωζώνης κατά 7,5% το 2020.
Αναμένεται, με μεγάλη πιθανότητα, επίσης ότι ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας θα συνεχιστεί, γεγονός που θα επηρεάσει αρνητικά την παγκόσμια οικονομία.
Παράλληλα, η ανάδειξη της σημασίας των ψηφιακών τεχνολογιών και ειδικότερα της Τεχνητής Νοημοσύνης στην αντιμετώπιση και τον περιορισμό της εξάπλωσης της πανδημίας του Covid-19, θα ενισχύσει το τεχνολογικό πόλεμο μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.
Ο πόλεμος ΗΠΑ-Κίνας
Σε αντίθεση με τις προηγούμενες κρίσεις και επιδημίες, όπως εκείνης των ενυπόθηκων δανείων του 2008 και οι επιδημίες του AIDS, EBOLA, SRAS, κ.ά., οι οποίες αντιμετωπίστηκαν στη βάση μιας διεθνούς συνεργασίας, η σημερινή πανδημία ενίσχυσε τους εθνικούς ανταγωνισμούς μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας.
Οι δύο αυτές χώρες χρησιμοποιούν την υγειονομική αυτή κρίση για να διευρύνουν και ενδυναμώσουν τη γεωπολιτική τους ισχύ.
Ειδικότερα, ενώ στη πρώτη φάση της εκδήλωσής της επιδημίας αυτής στην Κίνα ο Πρόεδρος D. Trump συνεχάρη την χώρα αυτή για το τρόπο που αντιμετώπισε την επιδημία του Covid-19, στη συνέχεια την κατηγόρησε για καθυστερήσεις στην ενημέρωση του ΠΟΥ όσον αφορά την εξέλιξη της επιδημίας αυτής στην Κίνα.
Από την πλευρά της η Κίνα κατηγόρησε τις ΗΠΑ ότι σπέρνουν έναν «πολιτικό ιό», ψευδών ειδήσεων και δυσφημούν την Κίνα, προκειμένου να αποκρύψουν τον καταστροφικό τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίστηκε η πανδημία του Covid-19 στις ΗΠΑ.
Φαίνεται ότι η Κίνα καθυστέρησε να ενημερώσει τον ΠΟΥ για την εκδήλωση της επιδημίας αυτής στην επαρχία της Hubei.
Μόλις στις 31 Δεκεμβρίου 2019 η Κίνα διαβίβασε πληροφορίες στον ΠΟΥ για την εκδήλωση της επιδημίας αυτής (Le Monde, 29/4/2020).
Στις 14 Ιανουαρίου 2020, ο ΠΟΥ αποδέχθηκε τα προκαταρκτικά συμπεράσματα των κινέζων εμπειρογνωμόνων ότι δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις σχετικά με τη μεταδοτικότητα του ιού αυτού μεταξύ ανθρώπων.
Στις 20 Ιανουαρίου 2020, μια αντιπροσωπεία του ΠΟΥ επισκέφθηκε την Κίνα, ενώ ταυτόχρονα ο κινέζος εμπειρογνώμονας Zhong Nansham προειδοποιούσε τον κόσμο ότι ο κορωνοϊός μεταδίδεται μεταξύ των ανθρώπων.
Στις 22 Ιανουαρίου 2020 ο ΠΟΥ συγχαίρει την Κίνα για τα μέτρα που πήρε για την αντιμετώπιση της επιδημίας Covid-19.
Την ίδια ημέρα η Κίνα αποφάσισε να εφαρμόσει περιοριστικά μέτρα στις μετακινήσεις των κατοίκων της Wuhan.
Ωστόσο, ο ΠΟΥ δεν χαρακτήρισε την κατάσταση ως έκτακτη υγειονομική κρίση που απειλεί τον κόσμο.
Το Φεβρουάριο του 2020 η επιδημία εξαπλώθηκε στην Ευρώπη αρχικά και στις ΗΠΑ στη συνέχεια.
΄Ετσι ο ΠΟΥ προειδοποιεί για τη σοβαρότητα της πανδημίας.
Οι διάφορες χώρες κλείνουν τα σύνορά τους, απαγορεύουν τις αερομεταφορές και τη διακίνηση ατόμων από και προς το εξωτερικό και εφαρμόζουν περιοριστικά μέτρα στο εσωτερικό (π.χ. κατ’ οίκον περιορισμούς, καραντίνα, κ.ά.).
Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ αδυνατεί να πάρει αποφάσεις σχετικά με το θέμα της πανδημίας επειδή οι μεγάλες δυνάμεις αποτρέπουν τη σύγκλισή του.
Οι ΗΠΑ επιδιώκουν να υποδειχτεί η Κίνα ως υπαίτια της διάδοσης της επιδημίας και να υπονομευτεί ο διεθνής ρόλος της.
Από τη πλευρά της η Κίνα επιδιώκει να αποφύγει την πολιτικοποίηση της πανδημίας από τις ΗΠΑ.
΄Ετσι, η Γενική Συνέλευση αναγκάστηκε να βγάλει στις 4 Απριλίου 2020 ένα μη δεσμευτικό ψήφισμα που αναφέρεται στην ανάγκη μιας παγκόσμιας συνεργασίας για την αντιμετώπιση της πανδημίας, στο πλαίσιο του πολυμερούς συστήματος (Le Monde, 30/4/2020).
Στις 30 Απριλίου 2020, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ D. Trump υιοθέτησε την άποψη ότι ο κορωνοϊός συνδέεται μ’ ένα ιολογικό εργαστήριο της Wuhan, υπονοώντας ότι ο ιός αυτός ξέφυγε από το εργαστήριο αυτό και επιμόλυνε τον κόσμο.
Ωστόσο, οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ συνέχιζαν την έρευνα σχετικά με την προέλευση του κορωνοϊού.
Συγκεκριμένα, η έρευνά τους αφορούσε αν ο κορωνοϊός διαδόθηκε από άγρια ζώα στον άνθρωπο ή από το ιολογικό εργαστήριο της Wuhan (Le Monde, 5/5/2020).
Ταυτόχρονα, ο Πρόεδρος D. Trump κατηγόρησε την Κίνα ότι εσκεμμένα απέκρυψε από τον ΠΟΥ την εμφάνιση του κορωνοϊού και τη σοβαρότητα της επιδημίας αυτής.
Επίσης δεν απέκλεισε να ζητήσει αποζημιώσεις από την Κίνα. Επίσης, ο D. Trump κατηγόρησε την Κίνα ότι επιδιώκει να παρεμποδίσει την επανεκλογή του στην Προεδρία των ΗΠΑ. Παράλληλα το Κογκρέσο των ΗΠΑ ψήφισε νόμο που απαιτεί από τον Πρόεδρο των ΗΠΑ να ενισχύσει διπλωματικά την Ταϊβάν, που η Κίνα θεωρεί ότι αποτελεί μέρος της Επικράτειάς της.
Από την μεριά της η Κίνα κατηγόρησε τις ΗΠΑ, ότι η επίθεση των ΗΠΑ απέναντί της, αποσκοπεί στο να καλύψουν τις αδυναμίες τους στην αντιμετώπιση της πανδημίας και να υπονομεύσουν την παγκόσμια υγεία.
Ταυτόχρονα οι κινεζικές αρχές τονίζουν ότι η Κίνα ειδοποίησε έγκαιρα τον ΠΟΥ (από τις 15/1/2020) για τη σοβαρότητα της πανδημίας.
Ταυτόχρονα, ο Πρόεδρος D. Trump, κατηγόρησε τον ΠΟΥ για χειραγώγηση από την Κίνα και διέκοψε την χρηματοδότησή του (οι ΗΠΑ συμμετέχουν με ποσοστό 17% στο συνολικό προϋπολογισμό του διεθνούς αυτού Οργανισμού).
Στη συνέχεια οι ΗΠΑ απαίτησαν να πραγματοποιηθεί μια εσωτερική έρευνα στον ΠΟΥ για τις ευθύνες του όσον αφορά στην εξάπλωση της πανδημίας, στοχοποιώντας τον Πρόεδρο του Οργανισμού και την Κίνα.
Σε διαφορετική περίπτωση, απείλησαν ότι η διακοπή της συνεισφοράς τους στον ΠΟΥ θα είναι οριστική.
Ωστόσο, στην 73η Παγκόσμια Συνέλευση του ΠΟΥ στις 18 Μαΐου 2020, ο Πρόεδρος της Κίνας Xi Jinping απάντησε ότι η Κίνα με πνεύμα ανοιχτό, υπεύθυνο και διαφανές, πληροφορούσε χωρίς καθυστέρηση τον ΠΟΥ όσον αφορά την επιδημία του Covid-19. Ζήτησε επίσης την πραγματοποίηση μιας γενικής εκτίμησης όσον αφορά την απάντηση της διεθνούς κοινότητας στην αντιμετώπιση του Covid-19, αφού όμως ξεπεραστεί η κρίση αυτή.
Παράλληλα, διέθεσε δύο δισεκατομμύρια δολάρια στον προϋπολογισμό του ΠΟΥ και στήριξε τον Πρόεδρο του Οργανισμού Adhanom Ghebreyesus.
Οι προτάσεις αυτές της Κίνας δεν απορρίφθηκαν από τις υπόλοιπες χώρες (Le Monde, 20/5/2020).
Ο διεθνής ανταγωνισμός μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας έχει πάρει μεγαλύτερες διαστάσεις μετά το ξέσπασμα της κρίσης του κορωνοϊού
Όπως υποστηρίζει ο Stephen Walt (2020), καθηγητής του Harvard, η πανδημία του Covid-19 θα ενδυναμώσει το κράτος και τον εθνικισμό.
Οι κυβερνήσεις εφάρμοσαν κατεπείγοντα μέτρα για την αντιμετώπιση της κρίσης ώστε να ενισχύσουν τη θέση και ισχύ τους σε γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό επίπεδο.
Η κρίση αυτή θα επιταχύνει την ανακατάταξη ισχύος και επιρροής από τη Δύση προς την Ανατολή καθώς και την απο-παγκοσμιοποίηση.
Όπως επισημαίνει το International Crisis Group (24/3/2020), οι γεωπολιτικές επιπτώσεις της πανδημίας του Covid-19 θα είναι σοβαρές.
Η πανδημία αυτή θα καθυστερήσει τις ροές ανθρωπιστικής βοήθειας, θα παγώσει τις ειρηνευτικές διαδικασίες σε διάφορα μέρη του κόσμου και θα βοηθήσει στην κλιμάκωση των γεωπολιτικών και γεωστρατηγικών ανταγωνισμών και συγκρούσεων, ειδικότερα μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.
Οι δύο αυτές χώρες συνεχίζουν το γεωστρατηγικό και γεωπολιτικό ανταγωνισμό τους στις θαλάσσιες περιοχές της Ν.-Α. Ασίας.
Τόσο η Κίνα όσο και οι ΗΠΑ επιδιώκουν να εκμεταλλευτούν την κρίση της πανδημίας για να επιβεβαιώσουν και επεκτείνουν την επιρροή τους στην περιοχή αυτή.
Το αμερικανικό πολεμικό ναυτικό αμφισβητεί θαλάσσιες περιοχές που διεκδικεί η Κίνα, ενώ η τελευταία πολλαπλασίασε τις ναυτικές παρεμβάσεις της σε ύδατα που οι γειτονικές χώρες θεωρούν ότι τους ανήκουν (π.χ. Βιετνάμ, Ινδονησία).
Ειδικότερα στις 3 Μαρτίου 2020, η κινεζική ακτοφυλακή εμβόλισε και βούλιαξε ένα αλιευτικό σκάφος του Βιετνάμ στην αμφισβητούμενης κυριότητας περιοχή των νήσων Paracels, που κατέχουν οι κινέζοι από το 1974 (Le Monde, 16/5/2020). Τον ίδιο μήνα η Κίνα διεύρυνε τις εγκαταστάσεις «ερευνητικού χαρακτήρα» στην περιοχή των νήσων Spratleys, που διεκδικούν επίσης οι Φιλιππίνες και το Βιετνάμ.
Στην περιοχή αυτή οι κινέζοι έχουν δημιουργήσει τεχνητά νησιά όπου κατασκεύασαν κι έναν αεροπορικό διάδρομο.
Στόχος της Κίνας είναι να ελέγξει όλη την θαλάσσια και νησιωτική αυτή περιοχή, παρά το γεγονός ότι το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης αποφάσισε, μετά από προσφυγή των Φιλιππίνων, ότι οι διεκδικήσεις της Κίνας στην περιοχή αυτή δεν έχουν καμία νομική βάση και κατηγόρησε το Πεκίνο για παραβίαση της κυριαρχίας των Φιλιππίνων, με την αποστολή πλοίων της ακτοφυλακής της στην περιοχή αυτή.
Βεβαίως, η Κίνα απέρριψε τις αποφάσεις αυτές του Διεθνούς Δικαστηρίου.
Σκοπός της Κίνας είναι να βγει από την κρίση, που δημιούργησε η πανδημία του Covid-19, ενισχυμένη γεωπολιτικά.
Ωστόσο, η Κίνα δεν μπορεί ακόμα να διαδραματίσει ουσιαστικό ηγετικό ρόλο στη διεθνή σκηνή.
Υστερεί οικονομικά, τεχνολογικά και στρατιωτικά σε σχέση με τις ΗΠΑ, παρά το γεγονός ότι διευρύνει συνεχώς την οικονομική, τεχνολογική και γεωπολιτική της επιρροή στον κόσμο.
Παρ’ όλα αυτά επιδιώκει είτε να μεταρρυθμίσει τους διεθνείς οργανισμούς είτε να δημιουργήσει άλλους προκειμένου να εξυπηρετήσει καλύτερα τα γεωπολιτικά συμφέροντά της (Le Monde 3-4/5/2020).
Από την πλευρά τους οι ΗΠΑ έχουν αποδυναμωθεί από μόνες τους.
Τα μονομερή εμπορικά και άλλα περιοριστικά μέτρα που εφάρμοσαν, μετά την εκλογή του Προέδρου D. Trump, η παρεμπόδιση της λειτουργίας του πολυμερούς διεθνούς συστήματος και η καταστροφική πολιτική που υιοθέτησε ο Πρόεδρός τους στην αντιμετώπιση της κρίσης του Covid-19, έχουν αποδυναμώσει σοβαρά τον ηγετικό διεθνή τους ρόλο.
Ειδικότερα όπως τονίζουν σε άρθρο τους οι P. M. Crovin, M. Doren και R. Rough του Huston Institute (2020), η κρίση του κορωνοϊού έχει επιφέρει ζημιές όχι μόνο στην οικονομία των ΗΠΑ, αλλά και της Κίνας.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας θα αναγκαστεί να καθυστερήσει τις μεταρρυθμίσεις στην οικονομία.
Μπορεί επίσης να υπαναχωρήσει στην εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ για αγορά επιπλέον προϊόντων και υπηρεσιών.
Έτσι θα ενισχυθεί ο τεχνο-εθνικισμός στην Κίνα, ιδιαίτερα αν οι ΗΠΑ και η ΕΕ προωθήσουν άμεσα τον περιορισμό της οικονομικής εξάρτησής τους από την Κίνα.
Ωστόσο η άμεση αποπαγκοσμιοποίηση θα έχει σοβαρό κόστος, ιδιαίτερα για χώρες που στηρίζονται στις εξαγωγές και τις υπηρεσίες της.
Το βέβαιο είναι ότι οι ΗΠΑ και η ΕΕ θα πρέπει να μειώσουν την εξάρτησή τους από τις προμήθειες φαρμάκων και υγειονομικού υλικού από τα εργοστάσια της Κίνας και της Ινδίας, που καλύπτουν το 80% της παγκόσμιας παραγωγής.
Επίσης ο αγροτροφικός τομέας θα αποκτήσει περισσότερη εθνοκεντρική βάση, προκειμένου να εξασφαλίσουν οι διάφορες χώρες την κυριαρχία τους σε περιπτώσεις νέων πανδημιών.
Ο μονοπωλιακός ρόλος των ψηφιακών αυτοκρατοριών (GAFAΜΙ δηλαδή των Google, Amazon, Facebook, Apple και Microsoft και BATHX δηλαδή των Baidou, Alibaba, Tencent, Huawei και Xiaomi) θα ενισχυθεί ακόμα περισσότερο.
Επίσης η χώρα που θα ανακαλύψει πρώτη το αντίδοτο ή/και το εμβόλιο του κορωνοϊού θα αποκτήσει μεγαλύτερη γεωπολιτική επιρροή.
Γενικότερα, εάν οι ανταγωνισμοί αυτοί και η απο-παγκοσμιοποίηση μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας εξελιχθούν σ’ ένα νέο «ψυχρό πόλεμο», τότε η αντιμετώπιση των πανδημιών στον κόσμο, της κάμψης της παγκόσμιας οικονομίας, οι συντονισμένες προσπάθειες για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, της κλιματικής αλλαγής, κ.ά., θα παρεμποδιστούν σοβαρά στο μέλλον.
Ωστόσο, όπως επισημαίνει το International Crisis Group, οι διεθνείς πολυμερείς οργανισμοί μπορούν καλύτερα και αποτελεσματικότερα να αντιμετωπίσουν κάθε είδους κρίσεις και κυρίως να στηρίξουν τις αδύναμες χώρες στον κόσμο.
Βιβλιογραφία
Crovin, P.M., Doren, M., Rough, P., “Geopolitical Implications of the Coronavirus”, Huston Institute, April 2020.
International Crisis Group, “Conflict: Seven Trends to Watch Special Briefing No. 4, The Covid-19 Pandemic and Deadly Conflict, 24/3/2020.
Ρουμελιώτης Π. Ρήξη, ο πόλεμος της τεχνητής νοημοσύνης, Εκδόσεις Λιβάνη, 2020
Walt Stephen, “The Coronavirus is Putting Globalization in the Intensive Case Unit” Foreign Policy, March 9, 2020.
www.bankingnews.gr
Η πανδημία αυτή αποτελεί αντικείμενο εκμετάλλευσης από τις δυνάμεις αυτές, ώστε είτε να αποδυναμώσουν η μία την άλλη, είτε να βελτιώσουν τη γεωπολιτική τους θέση.
Αρχικά, οι μεγάλες δυνάμεις (ΗΠΑ, Κίνα και ΕΕ) αντιμετώπισαν με αυστηρά εθνικά κριτήρια την πανδημία του Covid-19.
Η Κίνα, προφανώς για να μην αποδυναμωθεί γεωπολιτικά, χειρίστηκε την πανδημία αυτή με αδιαφάνεια. Καθυστέρησε να ενημερώσει τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) για τη σοβαρότητα της πανδημίας.
Αφού σταθεροποίησε την κατάσταση στο εσωτερικό της, εμφαρμόζοντας αυστηρά περιοριστικά μέτρα όσον αφορά τις μετακινήσεις των πολιτών της, άρχισε να προωθεί μια ανθρωπιστική διπλωματία, παρέχοντας υγειονομική υποστήριξη (π.χ. εξαγωγές μασκών και φαρμάκων) σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες αρχικά και αφρικανικές στη συνέχεια.
Έτσι προσπάθησε να αμβλύνει τις αρνητικές επιπτώσεις από την καθυστερημένη ενημέρωση της διεθνούς κοινότητας όσον αφορά την έκταση και σοβαρότητα της πανδημίας του Covid-19, ώστε να διευρύνει τη γεωπολιτική επιρροή της.
Από την πλευρά τους οι ΗΠΑ προσπάθησαν αρχικά να ελαχιστοποιήσουν τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας, διατηρώντας σε λειτουργία το παραγωγικό σύστημά τους και καθυστερώντας να εφαρμόσουν περιοριστικά μέτρα. Στη συνέχεια αναγκάστηκαν να κλείσουν τα σύνορά τους, χωρίς να προειδοποιήσουν ούτε τους συμμάχους τους (π.χ. την ΕΕ), και να εφαρμόσουν, με τη σειρά τους, προστατευτικά μέτρα στις μετακινήσεις του πληθυσμού τους.
Ταυτόχρονα κατηγόρησαν την Κίνα για εσκεμμένη πολιτική συγκάλυψης της σοβαρότητας της επιδημίας του Covid-19, όταν αυτή ξέσπασε στη χώρα αυτή.
Επίσης, επιτέθηκαν στον ΠΟΥ για χειραγώγηση από την Κίνα και διέκοψαν τη χρηματοδότησή του.
(Οι ΗΠΑ καλύπτουν το 17% του προϋπολογισμού του ΠΟΥ).
Στην ΕΕ, για μια ακόμη φορά, η αρχική αντίδραση στην πανδημία ήταν ασυντόνιστη και κατώτερη των περιστάσεων.
Τα εθνικά μέτρα υπερίσχυσαν των κοινοτικών και η κοινοτική αλληλεγγύη αμφισβητήθηκε από πολλά κράτη-μέλη.
Ο διαχωρισμός μεταξύ των Βόρειων και Νότιων χωρών διευρύνθηκε.
Στη συνέχεια εφαρμόστηκαν προγράμματα με περισσότερο κοινοτικό χαρακτήρα.
Χωρίς να γνωρίζουμε ακόμα με ακρίβεια τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας, φαίνεται ότι η Κίνα θα πληγεί λιγότερο απ’ ότι οι ΗΠΑ και η ΕΕ.
Ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ θα περιοριστεί στο 1,2% στην Κίνα, ενώ εκείνος των ΗΠΑ θα μειωθεί κατά 5,9% και της Ευρωζώνης κατά 7,5% το 2020.
Αναμένεται, με μεγάλη πιθανότητα, επίσης ότι ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας θα συνεχιστεί, γεγονός που θα επηρεάσει αρνητικά την παγκόσμια οικονομία.
Παράλληλα, η ανάδειξη της σημασίας των ψηφιακών τεχνολογιών και ειδικότερα της Τεχνητής Νοημοσύνης στην αντιμετώπιση και τον περιορισμό της εξάπλωσης της πανδημίας του Covid-19, θα ενισχύσει το τεχνολογικό πόλεμο μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.
Ο πόλεμος ΗΠΑ-Κίνας
Σε αντίθεση με τις προηγούμενες κρίσεις και επιδημίες, όπως εκείνης των ενυπόθηκων δανείων του 2008 και οι επιδημίες του AIDS, EBOLA, SRAS, κ.ά., οι οποίες αντιμετωπίστηκαν στη βάση μιας διεθνούς συνεργασίας, η σημερινή πανδημία ενίσχυσε τους εθνικούς ανταγωνισμούς μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας.
Οι δύο αυτές χώρες χρησιμοποιούν την υγειονομική αυτή κρίση για να διευρύνουν και ενδυναμώσουν τη γεωπολιτική τους ισχύ.
Ειδικότερα, ενώ στη πρώτη φάση της εκδήλωσής της επιδημίας αυτής στην Κίνα ο Πρόεδρος D. Trump συνεχάρη την χώρα αυτή για το τρόπο που αντιμετώπισε την επιδημία του Covid-19, στη συνέχεια την κατηγόρησε για καθυστερήσεις στην ενημέρωση του ΠΟΥ όσον αφορά την εξέλιξη της επιδημίας αυτής στην Κίνα.
Από την πλευρά της η Κίνα κατηγόρησε τις ΗΠΑ ότι σπέρνουν έναν «πολιτικό ιό», ψευδών ειδήσεων και δυσφημούν την Κίνα, προκειμένου να αποκρύψουν τον καταστροφικό τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίστηκε η πανδημία του Covid-19 στις ΗΠΑ.
Φαίνεται ότι η Κίνα καθυστέρησε να ενημερώσει τον ΠΟΥ για την εκδήλωση της επιδημίας αυτής στην επαρχία της Hubei.
Μόλις στις 31 Δεκεμβρίου 2019 η Κίνα διαβίβασε πληροφορίες στον ΠΟΥ για την εκδήλωση της επιδημίας αυτής (Le Monde, 29/4/2020).
Στις 14 Ιανουαρίου 2020, ο ΠΟΥ αποδέχθηκε τα προκαταρκτικά συμπεράσματα των κινέζων εμπειρογνωμόνων ότι δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις σχετικά με τη μεταδοτικότητα του ιού αυτού μεταξύ ανθρώπων.
Στις 20 Ιανουαρίου 2020, μια αντιπροσωπεία του ΠΟΥ επισκέφθηκε την Κίνα, ενώ ταυτόχρονα ο κινέζος εμπειρογνώμονας Zhong Nansham προειδοποιούσε τον κόσμο ότι ο κορωνοϊός μεταδίδεται μεταξύ των ανθρώπων.
Στις 22 Ιανουαρίου 2020 ο ΠΟΥ συγχαίρει την Κίνα για τα μέτρα που πήρε για την αντιμετώπιση της επιδημίας Covid-19.
Την ίδια ημέρα η Κίνα αποφάσισε να εφαρμόσει περιοριστικά μέτρα στις μετακινήσεις των κατοίκων της Wuhan.
Ωστόσο, ο ΠΟΥ δεν χαρακτήρισε την κατάσταση ως έκτακτη υγειονομική κρίση που απειλεί τον κόσμο.
Το Φεβρουάριο του 2020 η επιδημία εξαπλώθηκε στην Ευρώπη αρχικά και στις ΗΠΑ στη συνέχεια.
΄Ετσι ο ΠΟΥ προειδοποιεί για τη σοβαρότητα της πανδημίας.
Οι διάφορες χώρες κλείνουν τα σύνορά τους, απαγορεύουν τις αερομεταφορές και τη διακίνηση ατόμων από και προς το εξωτερικό και εφαρμόζουν περιοριστικά μέτρα στο εσωτερικό (π.χ. κατ’ οίκον περιορισμούς, καραντίνα, κ.ά.).
Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ αδυνατεί να πάρει αποφάσεις σχετικά με το θέμα της πανδημίας επειδή οι μεγάλες δυνάμεις αποτρέπουν τη σύγκλισή του.
Οι ΗΠΑ επιδιώκουν να υποδειχτεί η Κίνα ως υπαίτια της διάδοσης της επιδημίας και να υπονομευτεί ο διεθνής ρόλος της.
Από τη πλευρά της η Κίνα επιδιώκει να αποφύγει την πολιτικοποίηση της πανδημίας από τις ΗΠΑ.
΄Ετσι, η Γενική Συνέλευση αναγκάστηκε να βγάλει στις 4 Απριλίου 2020 ένα μη δεσμευτικό ψήφισμα που αναφέρεται στην ανάγκη μιας παγκόσμιας συνεργασίας για την αντιμετώπιση της πανδημίας, στο πλαίσιο του πολυμερούς συστήματος (Le Monde, 30/4/2020).
Στις 30 Απριλίου 2020, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ D. Trump υιοθέτησε την άποψη ότι ο κορωνοϊός συνδέεται μ’ ένα ιολογικό εργαστήριο της Wuhan, υπονοώντας ότι ο ιός αυτός ξέφυγε από το εργαστήριο αυτό και επιμόλυνε τον κόσμο.
Ωστόσο, οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ συνέχιζαν την έρευνα σχετικά με την προέλευση του κορωνοϊού.
Συγκεκριμένα, η έρευνά τους αφορούσε αν ο κορωνοϊός διαδόθηκε από άγρια ζώα στον άνθρωπο ή από το ιολογικό εργαστήριο της Wuhan (Le Monde, 5/5/2020).
Ταυτόχρονα, ο Πρόεδρος D. Trump κατηγόρησε την Κίνα ότι εσκεμμένα απέκρυψε από τον ΠΟΥ την εμφάνιση του κορωνοϊού και τη σοβαρότητα της επιδημίας αυτής.
Επίσης δεν απέκλεισε να ζητήσει αποζημιώσεις από την Κίνα. Επίσης, ο D. Trump κατηγόρησε την Κίνα ότι επιδιώκει να παρεμποδίσει την επανεκλογή του στην Προεδρία των ΗΠΑ. Παράλληλα το Κογκρέσο των ΗΠΑ ψήφισε νόμο που απαιτεί από τον Πρόεδρο των ΗΠΑ να ενισχύσει διπλωματικά την Ταϊβάν, που η Κίνα θεωρεί ότι αποτελεί μέρος της Επικράτειάς της.
Από την μεριά της η Κίνα κατηγόρησε τις ΗΠΑ, ότι η επίθεση των ΗΠΑ απέναντί της, αποσκοπεί στο να καλύψουν τις αδυναμίες τους στην αντιμετώπιση της πανδημίας και να υπονομεύσουν την παγκόσμια υγεία.
Ταυτόχρονα οι κινεζικές αρχές τονίζουν ότι η Κίνα ειδοποίησε έγκαιρα τον ΠΟΥ (από τις 15/1/2020) για τη σοβαρότητα της πανδημίας.
Ταυτόχρονα, ο Πρόεδρος D. Trump, κατηγόρησε τον ΠΟΥ για χειραγώγηση από την Κίνα και διέκοψε την χρηματοδότησή του (οι ΗΠΑ συμμετέχουν με ποσοστό 17% στο συνολικό προϋπολογισμό του διεθνούς αυτού Οργανισμού).
Στη συνέχεια οι ΗΠΑ απαίτησαν να πραγματοποιηθεί μια εσωτερική έρευνα στον ΠΟΥ για τις ευθύνες του όσον αφορά στην εξάπλωση της πανδημίας, στοχοποιώντας τον Πρόεδρο του Οργανισμού και την Κίνα.
Σε διαφορετική περίπτωση, απείλησαν ότι η διακοπή της συνεισφοράς τους στον ΠΟΥ θα είναι οριστική.
Ωστόσο, στην 73η Παγκόσμια Συνέλευση του ΠΟΥ στις 18 Μαΐου 2020, ο Πρόεδρος της Κίνας Xi Jinping απάντησε ότι η Κίνα με πνεύμα ανοιχτό, υπεύθυνο και διαφανές, πληροφορούσε χωρίς καθυστέρηση τον ΠΟΥ όσον αφορά την επιδημία του Covid-19. Ζήτησε επίσης την πραγματοποίηση μιας γενικής εκτίμησης όσον αφορά την απάντηση της διεθνούς κοινότητας στην αντιμετώπιση του Covid-19, αφού όμως ξεπεραστεί η κρίση αυτή.
Παράλληλα, διέθεσε δύο δισεκατομμύρια δολάρια στον προϋπολογισμό του ΠΟΥ και στήριξε τον Πρόεδρο του Οργανισμού Adhanom Ghebreyesus.
Οι προτάσεις αυτές της Κίνας δεν απορρίφθηκαν από τις υπόλοιπες χώρες (Le Monde, 20/5/2020).
Ο διεθνής ανταγωνισμός μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας έχει πάρει μεγαλύτερες διαστάσεις μετά το ξέσπασμα της κρίσης του κορωνοϊού
Όπως υποστηρίζει ο Stephen Walt (2020), καθηγητής του Harvard, η πανδημία του Covid-19 θα ενδυναμώσει το κράτος και τον εθνικισμό.
Οι κυβερνήσεις εφάρμοσαν κατεπείγοντα μέτρα για την αντιμετώπιση της κρίσης ώστε να ενισχύσουν τη θέση και ισχύ τους σε γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό επίπεδο.
Η κρίση αυτή θα επιταχύνει την ανακατάταξη ισχύος και επιρροής από τη Δύση προς την Ανατολή καθώς και την απο-παγκοσμιοποίηση.
Όπως επισημαίνει το International Crisis Group (24/3/2020), οι γεωπολιτικές επιπτώσεις της πανδημίας του Covid-19 θα είναι σοβαρές.
Η πανδημία αυτή θα καθυστερήσει τις ροές ανθρωπιστικής βοήθειας, θα παγώσει τις ειρηνευτικές διαδικασίες σε διάφορα μέρη του κόσμου και θα βοηθήσει στην κλιμάκωση των γεωπολιτικών και γεωστρατηγικών ανταγωνισμών και συγκρούσεων, ειδικότερα μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.
Οι δύο αυτές χώρες συνεχίζουν το γεωστρατηγικό και γεωπολιτικό ανταγωνισμό τους στις θαλάσσιες περιοχές της Ν.-Α. Ασίας.
Τόσο η Κίνα όσο και οι ΗΠΑ επιδιώκουν να εκμεταλλευτούν την κρίση της πανδημίας για να επιβεβαιώσουν και επεκτείνουν την επιρροή τους στην περιοχή αυτή.
Το αμερικανικό πολεμικό ναυτικό αμφισβητεί θαλάσσιες περιοχές που διεκδικεί η Κίνα, ενώ η τελευταία πολλαπλασίασε τις ναυτικές παρεμβάσεις της σε ύδατα που οι γειτονικές χώρες θεωρούν ότι τους ανήκουν (π.χ. Βιετνάμ, Ινδονησία).
Ειδικότερα στις 3 Μαρτίου 2020, η κινεζική ακτοφυλακή εμβόλισε και βούλιαξε ένα αλιευτικό σκάφος του Βιετνάμ στην αμφισβητούμενης κυριότητας περιοχή των νήσων Paracels, που κατέχουν οι κινέζοι από το 1974 (Le Monde, 16/5/2020). Τον ίδιο μήνα η Κίνα διεύρυνε τις εγκαταστάσεις «ερευνητικού χαρακτήρα» στην περιοχή των νήσων Spratleys, που διεκδικούν επίσης οι Φιλιππίνες και το Βιετνάμ.
Στην περιοχή αυτή οι κινέζοι έχουν δημιουργήσει τεχνητά νησιά όπου κατασκεύασαν κι έναν αεροπορικό διάδρομο.
Στόχος της Κίνας είναι να ελέγξει όλη την θαλάσσια και νησιωτική αυτή περιοχή, παρά το γεγονός ότι το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης αποφάσισε, μετά από προσφυγή των Φιλιππίνων, ότι οι διεκδικήσεις της Κίνας στην περιοχή αυτή δεν έχουν καμία νομική βάση και κατηγόρησε το Πεκίνο για παραβίαση της κυριαρχίας των Φιλιππίνων, με την αποστολή πλοίων της ακτοφυλακής της στην περιοχή αυτή.
Βεβαίως, η Κίνα απέρριψε τις αποφάσεις αυτές του Διεθνούς Δικαστηρίου.
Σκοπός της Κίνας είναι να βγει από την κρίση, που δημιούργησε η πανδημία του Covid-19, ενισχυμένη γεωπολιτικά.
Ωστόσο, η Κίνα δεν μπορεί ακόμα να διαδραματίσει ουσιαστικό ηγετικό ρόλο στη διεθνή σκηνή.
Υστερεί οικονομικά, τεχνολογικά και στρατιωτικά σε σχέση με τις ΗΠΑ, παρά το γεγονός ότι διευρύνει συνεχώς την οικονομική, τεχνολογική και γεωπολιτική της επιρροή στον κόσμο.
Παρ’ όλα αυτά επιδιώκει είτε να μεταρρυθμίσει τους διεθνείς οργανισμούς είτε να δημιουργήσει άλλους προκειμένου να εξυπηρετήσει καλύτερα τα γεωπολιτικά συμφέροντά της (Le Monde 3-4/5/2020).
Από την πλευρά τους οι ΗΠΑ έχουν αποδυναμωθεί από μόνες τους.
Τα μονομερή εμπορικά και άλλα περιοριστικά μέτρα που εφάρμοσαν, μετά την εκλογή του Προέδρου D. Trump, η παρεμπόδιση της λειτουργίας του πολυμερούς διεθνούς συστήματος και η καταστροφική πολιτική που υιοθέτησε ο Πρόεδρός τους στην αντιμετώπιση της κρίσης του Covid-19, έχουν αποδυναμώσει σοβαρά τον ηγετικό διεθνή τους ρόλο.
Ειδικότερα όπως τονίζουν σε άρθρο τους οι P. M. Crovin, M. Doren και R. Rough του Huston Institute (2020), η κρίση του κορωνοϊού έχει επιφέρει ζημιές όχι μόνο στην οικονομία των ΗΠΑ, αλλά και της Κίνας.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας θα αναγκαστεί να καθυστερήσει τις μεταρρυθμίσεις στην οικονομία.
Μπορεί επίσης να υπαναχωρήσει στην εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ για αγορά επιπλέον προϊόντων και υπηρεσιών.
Έτσι θα ενισχυθεί ο τεχνο-εθνικισμός στην Κίνα, ιδιαίτερα αν οι ΗΠΑ και η ΕΕ προωθήσουν άμεσα τον περιορισμό της οικονομικής εξάρτησής τους από την Κίνα.
Ωστόσο η άμεση αποπαγκοσμιοποίηση θα έχει σοβαρό κόστος, ιδιαίτερα για χώρες που στηρίζονται στις εξαγωγές και τις υπηρεσίες της.
Το βέβαιο είναι ότι οι ΗΠΑ και η ΕΕ θα πρέπει να μειώσουν την εξάρτησή τους από τις προμήθειες φαρμάκων και υγειονομικού υλικού από τα εργοστάσια της Κίνας και της Ινδίας, που καλύπτουν το 80% της παγκόσμιας παραγωγής.
Επίσης ο αγροτροφικός τομέας θα αποκτήσει περισσότερη εθνοκεντρική βάση, προκειμένου να εξασφαλίσουν οι διάφορες χώρες την κυριαρχία τους σε περιπτώσεις νέων πανδημιών.
Ο μονοπωλιακός ρόλος των ψηφιακών αυτοκρατοριών (GAFAΜΙ δηλαδή των Google, Amazon, Facebook, Apple και Microsoft και BATHX δηλαδή των Baidou, Alibaba, Tencent, Huawei και Xiaomi) θα ενισχυθεί ακόμα περισσότερο.
Επίσης η χώρα που θα ανακαλύψει πρώτη το αντίδοτο ή/και το εμβόλιο του κορωνοϊού θα αποκτήσει μεγαλύτερη γεωπολιτική επιρροή.
Γενικότερα, εάν οι ανταγωνισμοί αυτοί και η απο-παγκοσμιοποίηση μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας εξελιχθούν σ’ ένα νέο «ψυχρό πόλεμο», τότε η αντιμετώπιση των πανδημιών στον κόσμο, της κάμψης της παγκόσμιας οικονομίας, οι συντονισμένες προσπάθειες για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, της κλιματικής αλλαγής, κ.ά., θα παρεμποδιστούν σοβαρά στο μέλλον.
Ωστόσο, όπως επισημαίνει το International Crisis Group, οι διεθνείς πολυμερείς οργανισμοί μπορούν καλύτερα και αποτελεσματικότερα να αντιμετωπίσουν κάθε είδους κρίσεις και κυρίως να στηρίξουν τις αδύναμες χώρες στον κόσμο.
Βιβλιογραφία
Crovin, P.M., Doren, M., Rough, P., “Geopolitical Implications of the Coronavirus”, Huston Institute, April 2020.
International Crisis Group, “Conflict: Seven Trends to Watch Special Briefing No. 4, The Covid-19 Pandemic and Deadly Conflict, 24/3/2020.
Ρουμελιώτης Π. Ρήξη, ο πόλεμος της τεχνητής νοημοσύνης, Εκδόσεις Λιβάνη, 2020
Walt Stephen, “The Coronavirus is Putting Globalization in the Intensive Case Unit” Foreign Policy, March 9, 2020.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών