Μειώνεται ο χρόνος που εμφανίζεται να έχει μεσολαβήσει μεταξύ κτήσης και πώλησης του ακινήτου και η φορολογητέα υπεραξία αυξάνεται πλασματικά
Νέο αλαλούμ με τη φορολογία ακινήτων και συγκεκριμένα με τον τρόπο υπολογισμού του φόρου υπεραξίας.
Όπως προκύπτει από εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (ΓΓΔΕ), εάν ένας φορολογούμενος προχωρήσει σε 3 τουλάχιστον πωλήσεις ακινήτων του μέσα σε χρονικό διάστημα 2 ετών, τότε η υπεραξία που προκύπτει από την πώληση των ακινήτων αυτών, δηλαδή η διαφορά μεταξύ της τιμής πώλησης και της τιμής κτήσης, θεωρείται εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα και φορολογείται όχι με 15%, όπως προβλέπεται από τις διατάξεις περί φόρου υπεραξίας ακινήτων αλλά με 26% από το πρώτο ευρώ και με επιπλέον προκαταβολή φόρου 55% που ανεβάζει τον τελικό φόρο στο 40,3%.
Επίσης, σε περίπτωση πώλησης οικοπέδου ή αγροτεμαχίου το οποίο εντάχθηκε στα όρια οικισμού αρκετό χρονικό διάστημα μετά την ημερομηνία απόκτησής του από τον πωλητή, ως χρόνος κτήσης δεν θεωρείται η ημερομηνία στην οποία πραγματικά αποκτήθηκε το ακίνητο αλλά ο χρόνος ένταξης του ακινήτου στα όρια του οικισμού.
Συνεπώς, μειώνεται ο χρόνος που εμφανίζεται να έχει μεσολαβήσει μεταξύ κτήσης και πώλησης του ακινήτου και η φορολογητέα υπεραξία αυξάνεται πλασματικά, με αποτέλεσμα ο πωλητής να υπερφορολογείται.
Ακόμη και σε περίπτωση που ο πραγματικός χρόνος κτήσης είναι πριν την 1η-1-1995, αλλά ο χρόνος ένταξης στα όρια του οικισμού είναι μετά την ημερομηνία αυτή, ως χρόνος κτήσης λαμβάνεται η ημερομηνία ένταξης στα όρια του οικισμού με συνέπεια να μην ισχύει για τον πωλητή η απαλλαγή που προβλέπεται σε περίπτωση κτήσης του ακινήτου πριν την 1η-1-1995.
Μ.Χ.
www.bankingnews.gr
Όπως προκύπτει από εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (ΓΓΔΕ), εάν ένας φορολογούμενος προχωρήσει σε 3 τουλάχιστον πωλήσεις ακινήτων του μέσα σε χρονικό διάστημα 2 ετών, τότε η υπεραξία που προκύπτει από την πώληση των ακινήτων αυτών, δηλαδή η διαφορά μεταξύ της τιμής πώλησης και της τιμής κτήσης, θεωρείται εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα και φορολογείται όχι με 15%, όπως προβλέπεται από τις διατάξεις περί φόρου υπεραξίας ακινήτων αλλά με 26% από το πρώτο ευρώ και με επιπλέον προκαταβολή φόρου 55% που ανεβάζει τον τελικό φόρο στο 40,3%.
Επίσης, σε περίπτωση πώλησης οικοπέδου ή αγροτεμαχίου το οποίο εντάχθηκε στα όρια οικισμού αρκετό χρονικό διάστημα μετά την ημερομηνία απόκτησής του από τον πωλητή, ως χρόνος κτήσης δεν θεωρείται η ημερομηνία στην οποία πραγματικά αποκτήθηκε το ακίνητο αλλά ο χρόνος ένταξης του ακινήτου στα όρια του οικισμού.
Συνεπώς, μειώνεται ο χρόνος που εμφανίζεται να έχει μεσολαβήσει μεταξύ κτήσης και πώλησης του ακινήτου και η φορολογητέα υπεραξία αυξάνεται πλασματικά, με αποτέλεσμα ο πωλητής να υπερφορολογείται.
Ακόμη και σε περίπτωση που ο πραγματικός χρόνος κτήσης είναι πριν την 1η-1-1995, αλλά ο χρόνος ένταξης στα όρια του οικισμού είναι μετά την ημερομηνία αυτή, ως χρόνος κτήσης λαμβάνεται η ημερομηνία ένταξης στα όρια του οικισμού με συνέπεια να μην ισχύει για τον πωλητή η απαλλαγή που προβλέπεται σε περίπτωση κτήσης του ακινήτου πριν την 1η-1-1995.
Μ.Χ.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών