Ο κ. Μυλωνάς υποστήριξε ότι οι τράπεζες έχουν προφανές συμφέρον να συμβάλουν στη χρηματοδότηση της ενεργειακής μετάβασης
«Αυτό σημαίνει σε απόλυτα νούμερα, αύξηση των επενδύσεων από 27 δισ. έως πάνω από 35-40 δισ. ευρώ ετησίως, όπου το υψηλότερο άκρο του στόχου αντικατοπτρίζει τις πρόσθετες επενδύσεις που απαιτούνται για την πράσινη μετάβαση. Από αυτό το πολύ μεγάλο ποσό, περίπου το μισό θα προέλθει από ίδια κεφάλαια, ενώ πάνω από το 1/4 θα χρηματοδοτηθεί από τις τράπεζες (συμπεριλαμβανομένης της συγχρηματοδότησης μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας) και το άλλο 1/4 από άμεσες ξένες και δημόσιες επενδύσεις» επεσήμανε ο κ. Μυλωνάς.
Οι προϋποθέσεις
Σύμφωνα με τον ίδιο «πρόκειται για πολύ υψηλά επίπεδα επενδύσεων τα οποία μπορούν να επιτευχθούν μόνον εάν πληρούνται ορισμένες απαραίτητες προϋποθέσεις, και πιστεύω ακράδαντα ότι η Ελλάδα τις πληροί». Πιο αναλυτικά, οι προϋποθέσεις είναι εξής:
- Η οικονομία πρέπει να είναι ανταγωνιστική – και η ανάπτυξη της Ελλάδας χαρακτηρίζεται από εξωστρέφεια, με τις εξαγωγές προϊόντων να υπερβαίνουν τις εξαγωγές υπηρεσιών παρά τους δύο βασικούς κλάδους που παραδοσιακά πρωταγωνιστούν στην οικονομία μας, τον τουρισμό και τη ναυτιλία. Τα κέρδη των επιχειρήσεων έχουν φτάσει σε προ-κρίσης υψηλά επίπεδα και οι άμεσες ξένες επενδύσεις καταρρίπτουν το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, αφού το 2022 ανήλθαν σε €7,5 δισ. Πράγματι, η συνολική παραγωγικότητα των συντελεστών παραγωγής αυξήθηκε περίπου κατά 6% την τελευταία διετία, αυξημένη εντυπωσιακά σε σχέση με το παρελθόν, όταν η συνολική παραγωγικότητα έφθινε.
- Η Ελλάδα διαθέτει εργατικό δυναμικό υψηλής εξειδίκευσης, που προσανατολίζεται ολοένα και περισσότερο στην τεχνολογία, καθώς και μια δυναμική ελληνική «Διασπορά» με εξίσου υψηλή εξειδίκευση.
- Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας είναι η πολιτική σταθερότητα. Η σύγκριση με τις περισσότερες άλλες προηγμένες οικονομίες οδηγεί σε αξιοσημείωτα συμπεράσματα.
- Μια κυβέρνηση που έχει υιοθετήσει ευρεία ατζέντα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, μεταξύ άλλων τη μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος, τη μεταρρύθμιση της παιδείας και της υγείας και τον ψηφιακό μετασχηματισμό.
- Επίσης, η Ελλάδα έχει οικοδομήσει δημοσιονομικά περιθώρια, με το εκτιμώμενο πρωτογενές πλεόνασμα στο 2% του ΑΕΠ για το 2024, άνεση στην εξυπηρέτηση του χρέους για αρκετά χρόνια στο μέλλον (τουλάχιστον μέχρι το 2032), και ταχεία μείωση του δημόσιου χρέους, παρότι εξακολουθεί να είναι σε υψηλά επίπεδα.
- Σημαντικά κονδύλια από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, τα οποία εκτιμώνται σε €36 δισ. συνολικά – που αντιστοιχούν σε περίπου 17% του ΑΕΠ του 2022, συμπεριλαμβανομένου του προγράμματος Repower EU – και τα οποία θα διατεθούν για τη χρηματοδότηση έργων που θα δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη, συμπεριλαμβανομένου ενός ισχυρού πράσινου πυλώνα.
- Επιπλέον, η Ελλάδα διαθέτει ευνοϊκές κλιματολογικές συνθήκες (άνεμος και ήλιος) για την ανάπτυξη ΑΠΕ, οι οποίες ήδη παράγουν το 41% της ηλεκτρικής ενέργειας και το 20% της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας, ενώ βρίσκεται σε πλεονεκτική γεωγραφική θέση που της επιτρέπει να γίνει ενεργειακός κόμβος τόσο για τη μετάβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας όπως το υγροποιημένο φυσικό αέριο, όσο και για τις ΑΠΕ που παράγονται σε χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, όπως η Αίγυπτος. Η γεωπολιτική αβεβαιότητα ενδέχεται να καθυστερήσει τα μεγάλα ενεργειακά έργα στην περιοχή, αλλά δεν πρόκειται να εκτροχιάσει την εξέλιξή τους. Το σχέδιο ενεργειακής μετάβασης της χώρας είναι άρτια καταρτισμένο, δίνοντας μεγάλη έμφαση σε βασικά εμπόδια, όπως η ανάπτυξη και η «ψηφιοποίηση» του δικτύου ηλεκτροδότησης, η βελτιωμένη ενεργειακή απόδοση των κατοικιών και άλλων κτιρίων, και η προώθηση της ηλεκτροκίνησης στον τομέα των μεταφορών.
- Η τελευταία απαραίτητη προϋπόθεση στη λίστα είναι – όπως θα αναμενόταν άλλωστε – το τραπεζικό σύστημα και η εύρυθμη λειτουργία του.
Αναφερόμενος στον ελληνικό τραπεζικό τομέα, ο κ. Μυλωνάς επεσήμανε ότι είναι αξιοσημείωτος και ενδεικτικά ανέφερε τα εξής στοιχεία:
- Τα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια αποτελούν πλέον ένα πρόβλημα του παρελθόντος. Σήμερα ανέρχονται μόλις στο 5% και συνεχίζουν να μειώνονται, ενώ το 2023 δεν εμφανίστηκε κάποιο νέο κύμα παρά την αύξηση των επιτοκίων και του κόστους ζωής.
- Η ρευστότητα κυμαίνεται σε πολύ υψηλά επίπεδα, με τον δείκτη δανείων προς καταθέσεις να διαμορφώνεται κάτω από το 60%.
- Η κερδοφορία παραμένει ισχυρή και σε βιώσιμα επίπεδα με αποτέλεσμα ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών.
- Παρά την απομόχλευση και την τραπεζική αποδιαμεσολάβηση κατά τη διάρκεια της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης, που οδήγησε το ποσοστό τραπεζικών δανείων προς το ΑΕΠ χαμηλότερα του 60%, η οικονομία εξακολουθεί να είναι τραπεζο-κεντρική, με τις περισσότερες επιχειρήσεις να είναι πολύ μικρές για να έχουν πρόσβαση σε χρηματοδότηση από την αγορά.
- Οι τράπεζες διαθέτουν την εμπειρία ώστε να αναλάβουν σύνθετα έργα, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, και να διοχετεύουν κεφάλαια σε επενδύσεις με την υψηλότερη απόδοση.
- Με προτροπή της ΕΚΤ, οι τράπεζες ενσωματώνουν κλιματικά και περιβαλλοντικά κριτήρια στις διαδικασίες ανάληψης κινδύνων που εφαρμόζουν και ανακοινώνουν τη χρηματοδότηση στόχων μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου για την πελατειακή τους βάση.
- Οι τράπεζες έχουν προφανές συμφέρον να συμβάλουν στη χρηματοδότηση της ενεργειακής μετάβασης, αναλαμβάνοντας μεγάλα έργα ΑΠΕ, αποθήκευσης και μεταφοράς ενέργειας, ηλεκτροκίνησης και χρήσης εναλλακτικών καυσίμων, ενεργειακής αναβάθμισης του αποθέματος εμπορικών και οικιστικών ακινήτων, καθώς και επενδύσεις στο οικοσύστημα μεταφορών (οδικές, θαλάσσιες και αεροπορικές μεταφορές).
Σχόλια αναγνωστών