![Ν.Νανόπουλος (Eurobank) : Απαιτείται μεγάλη προσπάθεια για την οικονομία](https://www.bankingnews.gr/media/k2/items/cache/07758ee08f7e16a0b15b0d98a56d204a_XL.jpg?NotFound147550_1252)
γράφει : Πέτρος Λεωτσάκος
Η κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα η ελληνική οικονομία, είναι αποτέλεσμα των χρόνιων διαρθρωτικών αδυναμιών και προβλημάτων, που συσσωρεύτηκαν επί δεκαετίες, υποσκάπτοντας την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας και τελικώς την αξιοπιστία της δήλωσε ο ο Ν Νανόπουλος διευθύνων σύμβουλος της Eurobank στο πλαίσιο ομιλίας του στον Σύνδεσμο Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος.
Η διεθνής οικονομική κρίση επιτάχυνε και όξυνε την εκδήλωση των προβλημάτων αυτών και τώρα, η ελληνική οικονομία είναι παγιδευμένη σε συνθήκες ύφεσης, υψηλής ανεργίας, και οικονομικής αστάθειας. Είναι προφανές ότι, ένα τέτοιο περιβάλλον χρειάζεται βαθιές τομές και ριζικές αλλαγές.
Οι αγορές, όπως με πολύ δραματικό τρόπο βιώνουμε, αμφισβητούν την ικανότητα της χώρας να τιθασεύσει το δημοσιονομικό της έλλειμμα, και να βάλει την οικονομία σε πορεία σταθερότητας και ανάπτυξης. Η σοβαρότητα της δημοσιονομικής αστάθειας, όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και άλλων χωρών, προκαλεί έντονες ανησυχίες και δημιουργεί κραδασμούς συνολικά στην ευρωζώνη. Για αυτό, σήμερα πλέον, αναδεικνύεται η ανάγκη του ενεργού ρόλου που μπορούν να παίξουν τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και η ΕΚΤ. Όμως αυτό δεν μπορεί να λειτουργήσει, αν η κάθε χώρα δεν εντείνει τις προσπάθειες δημοσιονομικής σταθεροποίησης ώστε οι συντονισμένες κινήσεις των αρχών της ΕΕ να έχουν αποτέλεσμα. Για αυτό, η αποκατάσταση της αξιοπιστίας μας έναντι των εταίρων μας στην Ευρώπη αλλά και των αγορών που χρηματοδοτούν το τεράστιο δημόσιο χρέος μας, είναι σήμερα εθνική προτεραιότητα και καθοριστικός παράγοντας για τη δημοσιονομική σταθεροποίηση και την επαναφορά της οικονομίας σε τροχιά ανάκαμψης. Και αυτό, διότι από την δημοσιονομική εξυγίανση εξαρτάται το κόστος του χρήματος, η ρευστότητα και η δυνατότητα χρηματοδότησης της οικονομίας μας.
Το τριετές Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης, που πρόσφατα εγκρίθηκε και σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Επιτροπής, είναι πράγματι προς τη σωστή κατεύθυνση. Η παρέμβαση του πρωθυπουργού μέσω διαγγέλματος, έδωσε το στίγμα της σοβαρότητας της κατάστασης και των επώδυνων μέτρων που θα πρέπει άμεσα να υιοθετηθούν. Είναι αξιοσημείωτο ότι, μεγάλο μέρος της αντιπολίτευσης αλλά και της κοινής γνώμης, μοιάζουν να αναγνωρίζουν τη σοβαρότητα της κατάστασης και να συμφωνούν κατ’ αρχήν, με την ανάγκη λήψης μέτρων σταθεροποίησης, συγκροτώντας έτσι ένα κρίσιμο και αναγκαίο πολιτικό και κοινωνικό μέτωπο, όπως αυτό που απαιτούν οι περιστάσεις. Η πρόκληση μετατοπίζεται στην αποτελεσματική υλοποίησή του ΠΣΑ, καθώς και στην έγκαιρη λήψη επιπρόσθετων μέτρων, αν χρειαστεί, καθώς τα περιθώρια απόκλισης είναι μηδενικά.
Δεν υπάρχει κανένα περιθώριο εσωστρέφειας, συντεχνιακών διεκδικήσεων, θυσίας του συλλογικού έναντι του ατομικού. Το κόστος της ανάταξης της οικονομίας μας είναι πράγματι μεγάλο, και αναλογεί σε όλους μας, διότι εξίσου όλους μας θα εγκλωβίσει η αποτυχία, όχι μόνο στο παρόν αλλά και στο μέλλον.
Η εντατική προσπάθεια δημοσιονομικής σταθεροποίησης που θα πρέπει να καταβάλλουμε, είναι η μία όψη του νομίσματος. Στην άλλη βρίσκεται η επίσης επιτακτική ανάγκη δημιουργίας προϋποθέσεων μακροπρόθεσμης ανάπτυξης. Είναι ένα δύσκολο στοίχημα, καθώς δεν είναι εύκολο για μια οικονομία να πραγματοποιήσει μια τόσο δραστική δημοσιονομική προσαρμογή, και να αποφύγει την κλιμάκωση της ύφεσης, αλλά οι φαινομενικά αντικρουόμενοι αυτοί στόχοι θα πρέπει να επιδιωχθούν ταυτόχρονα. Και υπάρχουν ιστορικά προηγούμενα άλλων χωρών, όπου αυτό έχει επιτευχθεί.
Σε αυτό το απαιτητικό περιβάλλον, το τραπεζικό μας σύστημα, αποδεδειγμένα υγιές και σταθερό, παρά τις δυσκολίες που υφίσταται λόγω του δυσμενούς περιβάλλοντος, διέρχεται τις συνθήκες τις κρίσης, χωρίς να χάνει την ικανότητά του να παίξει τον κρίσιμο ρόλο που του αναλογεί στην τεράστια προσπάθεια για την έξοδο της οικονομίας από την κρίση και κυρίως, για τη θεμελίωση διατηρήσιμης αναπτυξιακής προοπτικής.
Στην Eurobank, καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης στηρίξαμε και συνεχίζουμε να στηρίζουμε τους πελάτες μας, επιχειρήσεις και νοικοκυριά, με κατανόηση και ευελιξία, ώστε να ξεπεράσουν με τις λιγότερες δυνατές απώλειες τη δυσμενή συγκυρία. Μέσα από τα προγράμματα ΤΕΜΠΜΕ έχουμε χρηματοδοτήσει πάνω από 9.000 επιχειρήσεις με συνολικά δάνεια €800 εκατ. Για τα προγράμματα ΕΣΠΑ, αναλάβαμε δυναμικά πρωτοβουλίες και είμαστε αποδέκτες περίπου 8.600 επενδυτικών πρωτοβουλιών ύψους €1 δισ., που ξεπερνούν το 20% του συνόλου των αιτημάτων αυτών. Αποδοτική είναι και η συνεργασία μας με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, όπου έχουμε δώσει χορηγήσεις σε 1000 περίπου επιχειρήσεις.
Ταυτόχρονα όμως, από την περασμένη άνοιξη, όταν η κρίση ήταν σε πλήρη εξέλιξη, τοποθετηθήκαμε δημόσια πάνω στα μεγάλα αναπτυξιακά ζητήματα. Ένα είναι σίγουρο: το αναπτυξιακό πρότυπο που ακολουθήθηκε μέχρι τώρα, και το οποίο βασίστηκε στην ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης και κυρίως της ιδιωτικής κατανάλωσης, έχει εξαντλήσει τις δυνατότητές του.
Έτσι, εμείς στην Eurobank, μιλήσαμε έγκαιρα για την ανάγκη να θεμελιώσουμε ένα νέο πρότυπο διατηρήσιμης ανάπτυξης. Ένα πρότυπο που θα ενισχύσει την παραγωγικότητα, την ανταγωνιστικότητα, την απασχόληση, και θα επιτρέψει στην Ελλάδα όχι μόνο να ανακτήσει το χαμένο έδαφος αλλά και να αναβαθμίσει τη θέση της σε ένα οξύτατα ανταγωνιστικό οικονομικό περιβάλλον.
Αυτό το αναπτυξιακό πρότυπο πρέπει να στηριχθεί και να στηρίζει την εξωστρέφεια και τον εξαγωγικό προσανατολισμό και τη διεύρυνση της παραγωγικής μας βάσης, με ταυτόχρονη ποιοτική αναβάθμιση της εγχώριας παραγωγής. Πρέπει να είμαστε ικανοί να παράγουμε προϊόντα και υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας, με συγκριτικά πλεονεκτήματα την ποιότητα, την καινοτομία, και να τα εξάγουμε με ανταγωνιστικούς όρους. Διότι εξωστρέφεια σημαίνει ανταγωνιστικότητα και αυτή είναι μια μεγάλη και σύνθετη πρόκληση. Παράλληλα, υποστηρίζουμε την ανάγκη για νέες επενδύσεις σε υποδομές και ενέργεια, πάντα με σεβασμό στο περιβάλλον. Πρωταγωνιστής σε αυτή την προσπάθεια πρέπει να είναι η ιδιωτική επιχειρηματικότητα, εγχώρια ή ξένη, που μπορεί να αντιμετωπίσει με δυναμισμό και ανοιχτό πνεύμα τις νέες προκλήσεις.
Στην Eurobank, δεσμευτήκαμε να συμμετάσχουμε σε μια τέτοια προσπάθεια. Έτσι, αναπτύξαμε σειρά πρωτοβουλιών και συνεργασιών με παραγωγικούς φορείς της χώρας, σε έναν ανοιχτό δημόσιο διάλογο, που επεκτείνεται σε συγκεκριμένες δράσεις στις οποίες θα αναφερθεί αργότερα ο κ. Καραμούζης, δράσεις οι οποίες ήδη παράγουν σημαντικά αποτελέσματα.
Στο μοντέλο ανάπτυξης στο οποίο αναφέρθηκα, ισχυρός πυλώνας θα πρέπει να είναι ο τομέας της βιομηχανίας και ιδιαίτερα της μεταποίησης. Και αυτό είναι που επιδιώκουμε μέσα από πρωτοβουλίες όπως η συνεργασία μας με το ΣΒΒΕ, αλλά και άλλους αντίστοιχους παραγωγικούς φορείς.
Η μεταποίηση, μετά από μια μακρά περίοδο σταδιακής συρρίκνωσης μπορεί και πρέπει να διευρύνει το ειδικό της βάρος στην οικονομία της χώρας. Είναι χαρακτηριστικό ότι σήμερα, η μεταποιητική βιομηχανία αντιστοιχεί περίπου με το 10% του ΑΕΠ, και οι απασχολούμενοι σ’ αυτήν αποτελούν το 11% περίπου του εργατικού δυναμικού.
Η συρρίκνωση του μεταποιητικού τομέα συνοδεύτηκε μοιραία από περιορισμό του περιφερειακού του ρόλου, με αρνητικές επιπτώσεις στην ισόρροπη ανάπτυξη των περιφερειών της χώρας.
Σήμερα λοιπόν, στην κρίσιμη αυτή συγκυρία, η βιομηχανική πολιτική της χώρας θα πρέπει να ανασχεδιαστεί σε νέα βάση, στο πλαίσιο μιας σύγχρονης ανοιχτής διεθνοποιημένης οικονομίας, φιλικής προς την επιχειρηματικότητα που να περιλαμβάνει ενδεικτικά: άρση των αντικινήτρων και της γραφειοκρατίας, βελτίωση των υποδομών σε δίκτυα και υπηρεσίες, αναπτυξιακό και σταθερό φορολογικό καθεστώς, άμβλυνση των αγκυλώσεων στην αγορά εργασίας, ενίσχυση της καινοτομίας και ανάπτυξη σύγχρονου εκπαιδευτικού συστήματος που να παράγει ανθρώπους με δεξιότητες, προσανατολισμένες στις πραγματικές ανάγκες μιας σύγχρονης οικονομίας. Σημαίνει ακόμα, ισχυρή οικονομική διπλωματία που να στηρίξει την εξωστρέφεια των επιχειρήσεων και τη διεθνοποίηση της επιχειρηματικότητας.
Δεν θα ήθελα να μακρηγορήσω περισσότερο. Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον πρόεδρο του ΣΒΒΕ, αλλά και όλους όσους εκπροσωπεί, για την δημιουργική συνεργασία που έχουμε.
Από τη δική μας την πλευρά, θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι οι δεσμεύσεις μας έχουν και συνέπεια και συνέχεια. Θα παραμείνουμε παρόντες και θα υποστηρίζουμε, ανάλογα με τις δυνάμεις μας, αλλά πάντα με τον ίδιο ενθουσιασμό και το ίδιο όραμα, τις προσπάθειες των δυναμικών και υγιών παραγωγικών δυνάμεων του τόπου, που σήμερα αγωνίζονται να ξεπεράσουν την κρίση, αλλά αύριο θα είναι αυτοί που θα δώσουν στην ελληνική οικονομία την νέα αναπτυξιακή προοπτική που έχει ανάγκη.
Οι αγορές, όπως με πολύ δραματικό τρόπο βιώνουμε, αμφισβητούν την ικανότητα της χώρας να τιθασεύσει το δημοσιονομικό της έλλειμμα, και να βάλει την οικονομία σε πορεία σταθερότητας και ανάπτυξης. Η σοβαρότητα της δημοσιονομικής αστάθειας, όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και άλλων χωρών, προκαλεί έντονες ανησυχίες και δημιουργεί κραδασμούς συνολικά στην ευρωζώνη. Για αυτό, σήμερα πλέον, αναδεικνύεται η ανάγκη του ενεργού ρόλου που μπορούν να παίξουν τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και η ΕΚΤ. Όμως αυτό δεν μπορεί να λειτουργήσει, αν η κάθε χώρα δεν εντείνει τις προσπάθειες δημοσιονομικής σταθεροποίησης ώστε οι συντονισμένες κινήσεις των αρχών της ΕΕ να έχουν αποτέλεσμα. Για αυτό, η αποκατάσταση της αξιοπιστίας μας έναντι των εταίρων μας στην Ευρώπη αλλά και των αγορών που χρηματοδοτούν το τεράστιο δημόσιο χρέος μας, είναι σήμερα εθνική προτεραιότητα και καθοριστικός παράγοντας για τη δημοσιονομική σταθεροποίηση και την επαναφορά της οικονομίας σε τροχιά ανάκαμψης. Και αυτό, διότι από την δημοσιονομική εξυγίανση εξαρτάται το κόστος του χρήματος, η ρευστότητα και η δυνατότητα χρηματοδότησης της οικονομίας μας.
Το τριετές Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης, που πρόσφατα εγκρίθηκε και σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Επιτροπής, είναι πράγματι προς τη σωστή κατεύθυνση. Η παρέμβαση του πρωθυπουργού μέσω διαγγέλματος, έδωσε το στίγμα της σοβαρότητας της κατάστασης και των επώδυνων μέτρων που θα πρέπει άμεσα να υιοθετηθούν. Είναι αξιοσημείωτο ότι, μεγάλο μέρος της αντιπολίτευσης αλλά και της κοινής γνώμης, μοιάζουν να αναγνωρίζουν τη σοβαρότητα της κατάστασης και να συμφωνούν κατ’ αρχήν, με την ανάγκη λήψης μέτρων σταθεροποίησης, συγκροτώντας έτσι ένα κρίσιμο και αναγκαίο πολιτικό και κοινωνικό μέτωπο, όπως αυτό που απαιτούν οι περιστάσεις. Η πρόκληση μετατοπίζεται στην αποτελεσματική υλοποίησή του ΠΣΑ, καθώς και στην έγκαιρη λήψη επιπρόσθετων μέτρων, αν χρειαστεί, καθώς τα περιθώρια απόκλισης είναι μηδενικά.
Δεν υπάρχει κανένα περιθώριο εσωστρέφειας, συντεχνιακών διεκδικήσεων, θυσίας του συλλογικού έναντι του ατομικού. Το κόστος της ανάταξης της οικονομίας μας είναι πράγματι μεγάλο, και αναλογεί σε όλους μας, διότι εξίσου όλους μας θα εγκλωβίσει η αποτυχία, όχι μόνο στο παρόν αλλά και στο μέλλον.
Η εντατική προσπάθεια δημοσιονομικής σταθεροποίησης που θα πρέπει να καταβάλλουμε, είναι η μία όψη του νομίσματος. Στην άλλη βρίσκεται η επίσης επιτακτική ανάγκη δημιουργίας προϋποθέσεων μακροπρόθεσμης ανάπτυξης. Είναι ένα δύσκολο στοίχημα, καθώς δεν είναι εύκολο για μια οικονομία να πραγματοποιήσει μια τόσο δραστική δημοσιονομική προσαρμογή, και να αποφύγει την κλιμάκωση της ύφεσης, αλλά οι φαινομενικά αντικρουόμενοι αυτοί στόχοι θα πρέπει να επιδιωχθούν ταυτόχρονα. Και υπάρχουν ιστορικά προηγούμενα άλλων χωρών, όπου αυτό έχει επιτευχθεί.
Σε αυτό το απαιτητικό περιβάλλον, το τραπεζικό μας σύστημα, αποδεδειγμένα υγιές και σταθερό, παρά τις δυσκολίες που υφίσταται λόγω του δυσμενούς περιβάλλοντος, διέρχεται τις συνθήκες τις κρίσης, χωρίς να χάνει την ικανότητά του να παίξει τον κρίσιμο ρόλο που του αναλογεί στην τεράστια προσπάθεια για την έξοδο της οικονομίας από την κρίση και κυρίως, για τη θεμελίωση διατηρήσιμης αναπτυξιακής προοπτικής.
Στην Eurobank, καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης στηρίξαμε και συνεχίζουμε να στηρίζουμε τους πελάτες μας, επιχειρήσεις και νοικοκυριά, με κατανόηση και ευελιξία, ώστε να ξεπεράσουν με τις λιγότερες δυνατές απώλειες τη δυσμενή συγκυρία. Μέσα από τα προγράμματα ΤΕΜΠΜΕ έχουμε χρηματοδοτήσει πάνω από 9.000 επιχειρήσεις με συνολικά δάνεια €800 εκατ. Για τα προγράμματα ΕΣΠΑ, αναλάβαμε δυναμικά πρωτοβουλίες και είμαστε αποδέκτες περίπου 8.600 επενδυτικών πρωτοβουλιών ύψους €1 δισ., που ξεπερνούν το 20% του συνόλου των αιτημάτων αυτών. Αποδοτική είναι και η συνεργασία μας με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, όπου έχουμε δώσει χορηγήσεις σε 1000 περίπου επιχειρήσεις.
Ταυτόχρονα όμως, από την περασμένη άνοιξη, όταν η κρίση ήταν σε πλήρη εξέλιξη, τοποθετηθήκαμε δημόσια πάνω στα μεγάλα αναπτυξιακά ζητήματα. Ένα είναι σίγουρο: το αναπτυξιακό πρότυπο που ακολουθήθηκε μέχρι τώρα, και το οποίο βασίστηκε στην ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης και κυρίως της ιδιωτικής κατανάλωσης, έχει εξαντλήσει τις δυνατότητές του.
Έτσι, εμείς στην Eurobank, μιλήσαμε έγκαιρα για την ανάγκη να θεμελιώσουμε ένα νέο πρότυπο διατηρήσιμης ανάπτυξης. Ένα πρότυπο που θα ενισχύσει την παραγωγικότητα, την ανταγωνιστικότητα, την απασχόληση, και θα επιτρέψει στην Ελλάδα όχι μόνο να ανακτήσει το χαμένο έδαφος αλλά και να αναβαθμίσει τη θέση της σε ένα οξύτατα ανταγωνιστικό οικονομικό περιβάλλον.
Αυτό το αναπτυξιακό πρότυπο πρέπει να στηριχθεί και να στηρίζει την εξωστρέφεια και τον εξαγωγικό προσανατολισμό και τη διεύρυνση της παραγωγικής μας βάσης, με ταυτόχρονη ποιοτική αναβάθμιση της εγχώριας παραγωγής. Πρέπει να είμαστε ικανοί να παράγουμε προϊόντα και υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας, με συγκριτικά πλεονεκτήματα την ποιότητα, την καινοτομία, και να τα εξάγουμε με ανταγωνιστικούς όρους. Διότι εξωστρέφεια σημαίνει ανταγωνιστικότητα και αυτή είναι μια μεγάλη και σύνθετη πρόκληση. Παράλληλα, υποστηρίζουμε την ανάγκη για νέες επενδύσεις σε υποδομές και ενέργεια, πάντα με σεβασμό στο περιβάλλον. Πρωταγωνιστής σε αυτή την προσπάθεια πρέπει να είναι η ιδιωτική επιχειρηματικότητα, εγχώρια ή ξένη, που μπορεί να αντιμετωπίσει με δυναμισμό και ανοιχτό πνεύμα τις νέες προκλήσεις.
Στην Eurobank, δεσμευτήκαμε να συμμετάσχουμε σε μια τέτοια προσπάθεια. Έτσι, αναπτύξαμε σειρά πρωτοβουλιών και συνεργασιών με παραγωγικούς φορείς της χώρας, σε έναν ανοιχτό δημόσιο διάλογο, που επεκτείνεται σε συγκεκριμένες δράσεις στις οποίες θα αναφερθεί αργότερα ο κ. Καραμούζης, δράσεις οι οποίες ήδη παράγουν σημαντικά αποτελέσματα.
Στο μοντέλο ανάπτυξης στο οποίο αναφέρθηκα, ισχυρός πυλώνας θα πρέπει να είναι ο τομέας της βιομηχανίας και ιδιαίτερα της μεταποίησης. Και αυτό είναι που επιδιώκουμε μέσα από πρωτοβουλίες όπως η συνεργασία μας με το ΣΒΒΕ, αλλά και άλλους αντίστοιχους παραγωγικούς φορείς.
Η μεταποίηση, μετά από μια μακρά περίοδο σταδιακής συρρίκνωσης μπορεί και πρέπει να διευρύνει το ειδικό της βάρος στην οικονομία της χώρας. Είναι χαρακτηριστικό ότι σήμερα, η μεταποιητική βιομηχανία αντιστοιχεί περίπου με το 10% του ΑΕΠ, και οι απασχολούμενοι σ’ αυτήν αποτελούν το 11% περίπου του εργατικού δυναμικού.
Η συρρίκνωση του μεταποιητικού τομέα συνοδεύτηκε μοιραία από περιορισμό του περιφερειακού του ρόλου, με αρνητικές επιπτώσεις στην ισόρροπη ανάπτυξη των περιφερειών της χώρας.
Σήμερα λοιπόν, στην κρίσιμη αυτή συγκυρία, η βιομηχανική πολιτική της χώρας θα πρέπει να ανασχεδιαστεί σε νέα βάση, στο πλαίσιο μιας σύγχρονης ανοιχτής διεθνοποιημένης οικονομίας, φιλικής προς την επιχειρηματικότητα που να περιλαμβάνει ενδεικτικά: άρση των αντικινήτρων και της γραφειοκρατίας, βελτίωση των υποδομών σε δίκτυα και υπηρεσίες, αναπτυξιακό και σταθερό φορολογικό καθεστώς, άμβλυνση των αγκυλώσεων στην αγορά εργασίας, ενίσχυση της καινοτομίας και ανάπτυξη σύγχρονου εκπαιδευτικού συστήματος που να παράγει ανθρώπους με δεξιότητες, προσανατολισμένες στις πραγματικές ανάγκες μιας σύγχρονης οικονομίας. Σημαίνει ακόμα, ισχυρή οικονομική διπλωματία που να στηρίξει την εξωστρέφεια των επιχειρήσεων και τη διεθνοποίηση της επιχειρηματικότητας.
Δεν θα ήθελα να μακρηγορήσω περισσότερο. Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον πρόεδρο του ΣΒΒΕ, αλλά και όλους όσους εκπροσωπεί, για την δημιουργική συνεργασία που έχουμε.
Από τη δική μας την πλευρά, θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι οι δεσμεύσεις μας έχουν και συνέπεια και συνέχεια. Θα παραμείνουμε παρόντες και θα υποστηρίζουμε, ανάλογα με τις δυνάμεις μας, αλλά πάντα με τον ίδιο ενθουσιασμό και το ίδιο όραμα, τις προσπάθειες των δυναμικών και υγιών παραγωγικών δυνάμεων του τόπου, που σήμερα αγωνίζονται να ξεπεράσουν την κρίση, αλλά αύριο θα είναι αυτοί που θα δώσουν στην ελληνική οικονομία την νέα αναπτυξιακή προοπτική που έχει ανάγκη.
Σχόλια αναγνωστών